Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Γιάννης Χαρούλης: «Μόνο ο μύθος θα μας σώσει»



Ο Γιάννης Χαρούλης είναι συνεχιστής της ελληνικής παράδοσης, έχοντας για αφετηρία τους ήχους της Κρήτης και μουσικά διδάγματα που του μεταλαμπάδευσε ο πατέρας του, από τότε που ήταν 6 ετών. Εδώ και μια δεκαετία δίνει συνεχώς συναυλίες με τραγούδια «παλιάς κοπής», μπολιασμένα με το συνθετικό στίγμα σύγχρονων δημιουργών. Η συνέντευξη μαζί του ξέφυγε από την προσχεδιασμένη ρότα της, όταν, με έξαψη στη φωνή, είπε: «Θέλω να μιλήσω για τη διήμερη εμπειρία μου στο Κουρδιστάν. Πήγα για να συμμετέχω σε ένα μουσικό φεστιβάλ με πολιτική υφή». Η συναυλία δόθηκε στο Ντερσίμ. Δέσποζε στις αφίσες η εικόνα του κομμουνιστή ηγέτη τους Ιμπραήμ Καϊπάκαγια, που δολοφονήθηκε το 1973. «Μαζί με τους μουσικούς ζήσαμε τη συγκλονιστική εμπειρία της επετείου της γενοκτονίας των Κούρδων. Είδαμε εκατοντάδες κεριά αναμμένα να ρίχνονται εις μνήμην στον ποταμό Μουνζούρ, που το 1938 είχε γίνει κόκκινος από το αίμα δολοφονημένων Κούρδων. Την ώρα που δίναμε συναυλία, γινόταν επιδρομή στα δίπλα βουνά...»

Γιατί θέλεις να μιλήσεις γι’ αυτή την εμπειρία σου;

Ο κουρδικός λαός είναι γεμάτος μύθους και συμβολισμούς, τους οποίους εντάσσει στη φρικτή πραγματικότητα των καθημερινών σκοτωμών. Θέλω να μιλήσω για το βίωμά μου με αυτούς τους ανθρώπους, γιατί κι εμείς βρισκόμαστε σε μια δύσκολη κατάσταση. Υπάρχει, βέβαια, μια διαφορά: αυτή τη στιγμή κάποιοι Κούρδοι χάνουν τη ζωή τους μαχόμενοι με όπλα για την πατρίδα τους. Είναι αλληλέγγυοι, σαν να είναι όλοι μέλη μιας οικογένειας. Όταν ήμασταν στη σκηνή, ενώ δεν ήξεραν ποιοι είμαστε και τι λέγαμε, έδειχναν μεγάλη ζεστασιά προς τη μουσική μας. Ενθουσιάστηκα με τη φιλοξενία τους. Ανοίγουν τα σπίτια τους στους ξένους, τους προσφέρουν φαγητό και παρέα. Γυρίζοντας πίσω, θυμήθηκα καταστάσεις που έζησα όταν ήμουν μικρός στο χωριό [στα Έξω Λακώνια Αγίου Νικολάου Κρήτης]. Την ανοιχτωσιά που έχουν οι Κούρδοι την είχαμε και στο χωριό μου. Θυμάμαι πως, όταν περπατούσα στα στενάκια, όλες οι πόρτες των σπιτιών ήταν ανοιχτές. Δεν υπήρχε ο φόβος και η καχυποψία που επικρατεί σήμερα.

Μέσα από μύθους λέγονται οι πιο σκληρές αλήθειες.
Ναι, από παιδί άκουγα μύθους που έλεγαν παππούδες και γιαγιάδες του χωριού μου και ιστορίες της μάνας μου. Ο κόσμος έχει ανάγκη τον μύθο, γιατί πολύ απλά του ανοίγει το μυαλό. Ελπίζω αυτό το κομμάτι της ζωής μας στην Ελλάδα να μη χαθεί, γιατί ένας πολιτισμός μπορεί να κρατηθεί ζωντανός μέσα από τη διάδοση των μύθων του από γενιά σε γενιά. Η πραγματικότητά μας είναι σκληρή και ο μύθος θα μας σώσει. Καμιά φορά έτσι λειτουργεί και ένα τραγούδι, έστω για λίγο.
Όπως τα τραγούδια που ερμηνεύεις στο νέο άλμπουμ σου «Μαγγανείες»; Ναι, σχεδόν όλα τα τραγούδια του δίσκου είναι μικρές ιστορίες, εξιστορούν κι από κάτι, «Η ουρά του αλόγου», «Ο “Ραμόν”», «Οι οδοιπόροι», «Το σκουλαρίκι»… Το νόημα της λέξης «Μαγγανείες» έχει να κάνει με μαγικά φίλτρα και μαγεία, αλλά τα τραγούδια έχουν αντίθετη σημασία. Τον τίτλο τον βρήκε ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και είναι πολύ σωστός.

Γιατί πέρασαν 5 χρόνια από τον δίσκο «Χειμωνανθός» μέχρι να κυκλοφορήσει το νέο CD;
Τα τραγούδια υπήρχαν, αλλά όχι ο χρόνος. Είχα συνεχώς συναυλίες. Τελικά, μέσα σε αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα προστέθηκαν σημαντικοί συντελεστές και χαίρομαι πολύ που δούλεψα μαζί τους. Αυτή είναι η καλύτερή μου δισκογραφική εμπειρία. Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου είναι εξαιρετικός δημιουργός, είναι και πολύ απλός άνθρωπος, γι’ αυτό είναι και σπουδαίος. Μέσα σε αυτό τον δίσκο έχει παραδώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος του χαρακτήρα του.

Στις «Μαγγανείες» δουλέψατε με σκοπό να παντρέψετε το παραδοσιακό στοιχείο Θεσ­σαλίας και Κρήτης με το σύγχρονο, έντεχνο και ροκ;
Δεν μπορώ να το σκεφτώ έτσι και να το βαφτίσω κάπως. Βλέπω το καθένα τραγούδι ξε­χωριστά. Δεν υπήρχε κάποια βλέψη ότι τα τραγούδια θα είναι παραδοσιακά, άρα θα ακο­λουθήσουμε παραδοσιακή φόρμα. Καλύψαμε την ανάγκη του κάθε κομματιού, ώστε να ακουστεί καλύτερα σε σχέση και με τον στίχο. Η επιλογή των συγκεκριμένων οργάνων που έντυσαν το κάθε τραγούδι με κάλυψε απολύτως.

Νιώθεις ταγμένος στη μουσική;
Πριν πάω στο δημοτικό, ξεκίνησα να παίζω μαντολίνο και μετά απέκτησα το πρώτο μου λαούτο. Τα πρώτα τραγούδια μού τα έμαθε δάχτυλο-δάχτυλο ο πατέρας μου, που είναι κι αυτός αυτοδίδαχτος. Ωστόσο, έχω κάνει διάφορες δουλειές στο παρελθόν. Ακόμα δεν ξέρω πώς συνέβη να γίνει η μουσική επάγγελμα. Κάνω αυτό που με ψυχαγωγεί κι έτσι περ­νάει ο καιρός. Δεν σκέφτομαι εάν αυτό που κάνω είναι δουλειά ή απλώς αυτό που αγαπάω. Μπλέκονται οι έννοιες στο μυαλό μου…

Ποιες θεωρείς σημαντικές στιγμές της πορείας σου μέχρι τώρα;
Είναι πάρα πολλές οι στιγμές που θεωρώ καθοριστικές. Έμαθα ωραία πράγματα από πάρα πολλούς ανθρώπους. Ένας σημαντικός σταθμός ήταν όταν ήρθα στην Αθήνα ύστερα από πρόσκληση του Χρήστου Θηβαίου. Ουσιαστικά με την πρόταση του Χρήστου ανέβηκα στην Αθήνα. Πιο πριν με βοήθησαν οι Κρητικοί καλλιτέχνες και φίλοι μου. Όλα μετράνε στο τι έκανα μέχρι τώρα.

Τι σημαίνει για σένα η μουσική;
Όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική, το έκανα καθαρά για μένα. Ήμουν ντροπα­λός και δεν ήθελα να τραγουδώ μπροστά σε κόσμο. Μου άρεσε να κλείνομαι στο δωμάτιό μου και για πάρα πολύ ώρα να παίζω και να τραγουδάω. Η μουσική ήταν το κομμάτι του κόσμου μου που ήθελα να το κρατώ μόνο για μένα. Αυτό που έχει αλλάξει πλέον είναι ότι προσπαθώ να μοιράζομαι αυτή τη χαρά και την ευχαρίστηση με άλλους ανθρώπους.

Έχεις προσαρμοστεί στο γεγονός ότι μοιράζεσαι τον ενθουσιασμό που σου προσφέρει η μουσική με πολυπληθές κοινό;
Ακόμα και τώρα νιώθω αμήχανα να είμαι στη σκηνή, να παίζω και να τραγουδώ έχοντας μπροστά μου τον κόσμο. Αυτό το συναίσθημα δεν μπορώ να το κοντρολάρω.

Περίγραψέ μου τη φετινή μαραθώνια περιοδεία σου.
Ειδικά φέτος, παρά τη δυσκολία του καιρού, είναι πανέμορφα. Είμαστε τυχεροί και ευλο­γημένοι. Πολύ γρήγορα πηγαίνουμε από μέρος σε μέρος για να δώσουμε συναυλίες, προ­σπαθώντας να βιώσουμε όσο πιο πολύ μπορούμε αυτό το εκπληκτικό που συμβαίνει. Να ’ναι καλά ο κόσμος που έρχεται, μας στηρίζει και μας αγαπά.

Γιατί εσύ και κάποιοι μετρημένοι στα δάχτυλα νέοι, κυρίως, συνάδελφοί σου σημειώνε­τε επιτυχία, ενώ το φετινό καλοκαίρι είναι δύσκολο για εδραιωμένα ονόματα σ τον χώρο σου;
Σε αυτή τη δυσκολία που περνάμε – που είναι κυρίως οικονομική, φυτεμένη και καλλιεργη­μένη εδώ και χρόνια και εμείς τώρα δοκιμάζουμε τους καρπούς της – ο καθένας πρέπει να επιλέξει δύο ή τρεις συναυλίες και όχι παραπάνω για την ψυχαγωγία του.

Συμφωνείς με την άποψη των διοργανωτών συναυλιών ότι οι νέοι καλλιτέχνες είστε «παιδιά της κρίσης», γι’ αυτό και σας προτιμά ο κόσμος; Δεν έχεις μεγάλες οικονομικές απαιτήσεις; Τραγουδάς κυρίως γιατί αυτό είναι το μεράκι σου;
Αυτό είναι αλήθεια. Δουλεύω συνέχεια. Ακόμα και όταν δεν έχω live, κάθομαι και σκέ­φτομαι τι μπορώ να κάνω για να βελτιώσω τη συναυλιακή επαφή μου με τον κόσμο. Αντλώ χαρά από τη μουσική, από τα παιδιά με τα οποία συνεργάζομαι και από τον κό­σμο. Κάνω αυτό που αγαπάω και δεν έχω λόγο να μην είμαι χαρούμενος με όλο αυτό που μου συμβαίνει.

Ζεις μόνο το τώρα;
Δεν ξέρω εάν αυτό είναι καλό ή κακό, αλλά δεν κάνω σχέδια. Σήμερα ζούμε τόσο ωραίες συναυλιακές εμπειρίες! Προσπαθώ να τις βιώσω όσο γίνεται περισσότερο. Δεν έχω χρό­νο να σκεφτώ τι θα κάνω τον χειμώνα. Το καλύτερο το ζω στο σήμερα, δεν το προσδοκώ στο αύριο. Δεν ξέρω εάν λειτουργώ έτσι από σκέψη ή απλά γιατί δεν μπορώ να οργανώ­σω το μέλλον.

Ετοιμάζεις κάποιο δίσκο;
Ετοιμάζω έναν δίσκο με τον Νίκο Μαμαγκάκη, ο οποίος είναι υπέροχος άνθρωπος. Ερμη­νεύω μια επιλογή τραγουδιών του, παλιών και καινούργιων. Είναι μεγάλη μου η τιμή και η τύχη. Τα μαθήματα που παίρνω από εκείνον είναι τεράστιας αξίας.