Αλάτι
Του Γιάννη Λακούτση
Ανάλογα με το κλίμα κάθε περιοχής, η ποσότητα που χρειάζεται ο άνθρωπος σε ημερήσια βάση ανέρχεται στα 5-30 γραμμάρια. Την ανάγκη αυτή επί δυόμισι εκατομμύρια χρόνια, ο άνθρωπος την αγνοούσε. Το αλάτι που χρειαζόταν ο οργανισμός, το αντλούσε από το κρέας των θηραμάτων του. Αυτό σταμάτησε γύρω στο 10.000 π.χ όταν ο άνθρωπος άρχισε να εξημερώνει τα ζώα και ασκούσε την γεωργία και την κτηνοτροφία. Παραμένει άγνωστο το πώς και πότε οι πρώτοι καλλιεργητές ανακάλυψαν τις πηγές αλατιού. Επειδή όμως τα αποθέματα αλατιού στον πλανήτη είναι απεριόριστα, ο εντοπισμός τους ήταν εύκολος αν παρατηρούσαν τη συμπεριφορά των ζώων. Η περιεκτικότητα των ωκεανών εκτιμάται κατά μέσον όρο σε 35 γραμμάρια αλατιού ανά λίτρο νερού.
Υπολογίζεται ότι από το νερό των ωκεανών θα μπορούσε να παραχθεί συνολικά ποσότητα αλατιού που ο όγκος θα ήταν 14,5 φορές μεγαλύτερος από τον όγκο της Ευρώπης που βρίσκεται επάνω από την επιφάνεια του νερού. Αν το αλάτι αυτό σκορπιζόταν επάνω στη γη, θα κάλυπτε όλες τις ηπείρους με στρώμα πάχους 35 μέτρων.Ωκεανογραφικές γεωτρήσεις που έγιναν το 1970, έδειξαν ότι η μεγάλη αλμυρότητα της Μεσογείου σε σύγκριση με εκείνη των ωκεανών αποδίδεται στο ότι κάτω από ένα στρώμα ιζήματος στον πυθμένα της, υπάρχει στρώμα αλατιού που το πάχος του μερικές φορές φτάνει τα χίλια μέτρα.
Στην Αρχαία Ρώμη, το αλάτι λειτουργούσε ως νομισματική ισοτιμία. Οι λεγεωνάριοι πληρωνόντουσαν, αρχικά, με μερίδες αλατιού. Η λέξη μισθός στα Λατινικά λεγόταν salarium από τη λέξη sal (αλάτι). Με αλάτι πλήρωνε και ο Μ. Αλέξανδρος τους στρατιώτες του.
Ένας από τους πρώτους φόρους που αναφέρεται στην ιστορία είναι εκείνος που επιβλήθηκε από τον Κινέζο αυτοκράτορα Hsia Yu (2200 π.χ) στο εμπόριο του αλατιού. Στη Γαλλία, ο βασιλιάς Κάρολος (1226-1285) καθιέρωσε έναν φόρο στο αλάτι για να χρηματοδοτήσει την εκστρατεία του 1259. Αυτός ο φόρος παρέμεινε και ήταν μια από τις αφορμές που πυροδότησαν τη Γαλλική Επανάσταση. Καταργήθηκε το 1946. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία προμηθευόταν το αλάτι της από τις αλυκές του Αιγαίου, της Αδριατικής και της Μαύρης Θάλασσας.
Το κράτος διατηρούσε δικαιώματα επί της παραγωγής και της πώλησης. Οι αλυκές ανήκαν στον αυτοκράτορα η στα μοναστήρια, ενώ το διεθνές εμπόριο του αλατιού στη Μεσόγειο πέρασε στα χέρια των Ιταλών. Επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας οι αλυκές ανήκαν στις κατά τόπους κοινότητες η σε ιδιώτες οι οποίοι τις καλλιεργούσαν και κατέβαλαν το αλιάτικο, κατά κεφαλήν φόρο, στις τουρκικές αρχές. Το 1823, το αλάτι έγινε μονοπωλιακό είδος από τα επαναστατημένα εδάφη. Μέχρι το 1900 όλες οι αλυκές πέρασαν στο κρατικό μονοπώλιο.
Η Βρετανία επέβαλε μεγάλους φόρους στο αλάτι, γεγονός που οδήγησε σε έκρηξη της πώλησης στη μαύρη αγορά. Κάθε χρόνο καταδικαζόντουσαν 10.000 άτομα για λαθρεμπόριο αλατιού. Στην Ινδία ο αγωνιστής των δικαιωμάτων του Ινδικού λαού,
Μαχάτμα
Γκάντι, συμμετείχε σε μια ειρηνική διαμαρτυρία γνωστή ως « πορεία του αλατιού»,
κατά της Βρετανικής φορολογίας. Το μονοπωλιακό εμπόριο της Βρετανίας απαγόρευε
την παραγωγή και πώληση αλατιού στην Ινδία. Αψηφώντας τους βρετανικούς