Κερασοφόρος όφις
Το λιόκουρο-λιόκουρνο-λιοκόρνο-λιόκρινο-παντζέλι
Της Βιβής Σκούρτη
Η μητέρα μας όταν είμαστε παιδιά, τα χειμωνιάτικα βράδια, μάς διηγείτο διάφορες ιστορίες. Συχνά στις διηγήσεις της υπήρχε το πρόσωπο της γιαγιάς της και μία από τις εντυπωσιακές ιστορίες είναι η παρακάτω. Η γιαγιά της, από τη μεριά της μητέρας της, η Μαρίνα Φλεβαράκη (Μπαμαρίνα όπως την φώναζαν) όταν αρρώσταινε, τις έστελνε με την αδελφή της την Πολυξένη -μικρά κορίτσια- με το τσίγκινο κύπελλο (την τσάσκα) με λίγο νερό στην Άννα Νάκου (Παπανάκου) για να βάλει μέσα, όπως τους έλεγε, το λιόκουρο, που αποτελούσε γι αυτήν γιατροσόφι.
-Καλέ κυρ-Άννα, μάς έστειλε η γιαγιά και είπε να βάλεις εδώ το λιόκουρο, γιατί δεν είναι καλά, να το πιεί και να συνέλθει.
Έπαιρνε η κυρ-Άννα ένα μαύρο μικρό ξύλινο σταυρό δεμένο μ’ ένα σπαγκάκι, τον έβαζε μέσα στο νερό, έλεγε κάτι λόγια, το παίρναμε και φεύγαμε. Το έπινε η γιαγιά μας και… γινόταν καλά. Ήταν φορές που ντρεπόμαστε να πάμε∙ φτάναμε μέχρι τον Ταξιάρχη και γυρίζαμε, ξεγελώντας την ότι πήγαμε. Και πάλι η γιαγιά πίνοντας το νερό γινόταν καλά.
Εύθυμη και παράξενη η ιστορία της μαμάς. «Λιόκουρο», έψαχνα τη ρίζα της λέξης που με εντυπωσίαζε, ώσπου κάποια μέρα «έπεσε» στα χέρια μου το βιβλίο του Νικολάου Πολίτη πατέρα της λαογραφίας με τίτλο: «Οι παραδόσεις του Ελληνικού λαού» από τις Εκδόσεις της εφημερίδας των ΝΕΩΝ και εκεί διάβασα έναν μύθο για «το λιόκουρνο», σελ 338, που τον παραθέτω.
Το λιοκόρνο (Κεφαλληνία, Μάνη, Καλάμαι)