Είναι κλειστές οι πόρτες όταν τις κτυπά η ανάγκη.
Νομίζουμε ότι οι Γερμανοί και οι Ελβετοί θα τρέξουν να αποκαταστήσουνε τα δίκαιά μας. Καλά κρασιά!
Το συμφέρον τους βλέπουν και δεν πρόκειται περί αγίων, όσο οργανωμένες και να είναι οι κοινωνίες τους.
Υπενθυμίζω διαπίστωση φίλου που έζησε τους
Ελβετούς: "Κάνεις βόλτα στα δάση τους και ξαφνικά βλέπεις κιόσκια απ'
όπου παίρνεις σοκολάτα και ρίχνεις τα χρήματα σε ένα κουτί. Έ, πάντα
είναι σωστά. Ποτέ ο Ελβετός δεν θα καταδεχθεί να αρπάξει μια σοκολάτα.
Από εκατομμύριο και πάνω αρχίζει το ενδιαφέρον του, σε αυτήν την κρυψώνα
πλανητικών εισοδημάτων όχι βέβαια .... από μισθωτή εργασία."
Κάποτε στα μέρη μας βρέθηκε ως τουρίστας ένα νέο
παιδί από τη Γερμανία. Το γνώρισε ο φίλος, τον φιλοξένησε κάπου 10
μέρες. Καλό παιδί, πέρασε πολύ ωραία και ευχάριστα, ευχαρίστησε τον φίλο
για τη φιλοξενία με τα πιο θερμά λόγια, μα η μεγάλη χαρά του ήταν που
δεν ξόδεψε τα χρήματα που είχε για τις διακοπές του!
Δεν
πρέπει λοιπόν να ξαναφτάσουμε στην ανάγκη. Να σταματήσουμε αυτό το
επαναλαμβανόμενο εθνικό μας άθλημα. Όχι βέβαια με την αγιαστούρα και με
το όλοι ίδιοι είμαστε, εξισώνοντας οικονομικούς εγκληματίες με
μικροπαραλείψεις της καθημερινότητας. Σωστό το όλοι μαζί τα φάγαμε, αλλά
να πληρώσει ο καθείς με το πόσο έφαγε.
***
Ο Όθωνας το 1933 έμεινε στην οικία Βούρου - Ευταξία, αφού η Αθήνα είχε
ελάχιστα κατάλληλα σπίτια. Μετά δανείστηκε από τον πατέρα του και άρχιζε
να κτίζει τα Ανάκτορα, τη σημερινή Βουλή μας. Τελικά στη δεκαετία του
1870 το ελληνικό δημόσιο ξόφλησε το χρέος. Δεν άλλαξε τίποτα μέχρι τις
μέρες μας, ούτε στη συμπεριφορά τους, ούτε στη συμπεριφορά μας. Όμως δεν
μπορούμε να τους αλλάξουμε, εμείς μπορούμε να αλλάξουμε.
Έρρωσθε,
Βασίλης Γκάτσος