Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ερμιόνης οργανώνει εκδήλωση το Σάββατο 8 Ιουλίου 2017 και ώρα 9 μ.μ. στον αύλειο χώρο του Μουσείου.
Θέμα:
Η κοινωνική και πολιτική ζωή των Ερμιονέων στην Αρχαιότητα, μέσα από έμμετρες επιγραφές.
Ομιλήτρια η κα. Γεωργία Κατσαγάνη, φιλόλογος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η αρχαία Ερμιόνη βρισκόταν στην ίδια περίπου θέση που βρίσκεται και η σημερινή πόλη. Στην αρχαιότητα κατοικήθηκε από τους Δρύοπες και αργότερα από τους Δωριείς.
Στην Ρωμαϊκή εποχή η Ερμιόνη, όπως και άλλα περιφερειακά κέντρα της Αργολικής χερσονήσου (Επίδαυρος, Τροιζήνα), αναβαθμίστηκε πολιτικά από τη σημασία που της έδωσαν οι Ρωμαίοι, λόγω της γεωγραφικής θέσης της. Τέσσερις έμμετρες επιγραφές (τρεις αναθηματικές και μία τιμητική) που βρέθηκαν στην περιοχή, ζωντανεύουν κατά τρόπο μοναδικό την κοινωνική και πολιτική ζωή των Ερμιονέων της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής εποχής.
Η πρώτη από τις επιγραφές που χρονολογείται στον 3ο αι. π.Χ. αναφέρεται σε έναν Ερμιονέα που είχε την ιδιότητα του Διονυσιακού Τεχνίτη και έτυχε πανελλήνιας καλλιτεχνικής αναγνώρισης. Η δεύτερη επιγραφή μας παρέχει την πολύ σημαντική πληροφορία για τη ύπαρξη του ναού Παρθενώνα στην Ερμιόνη, ο οποίος ανεγέρθηκε τον 2ο με 3ο αι. μ. Χ. προς τιμήν της θεάς Δήμητρας, με σκοπό να αποτελέσει και χώρο κατοικίας των ιερειών της θεάς. Εκτός αυτού η ίδια επιγραφή μας αποκαλύπτει σημαντικά στοιχεία για την οργάνωση της πολιτικής και θρησκευτικής ζωής της Ερμιόνης. Τρίτη επιγραφή, χαραγμένη σε βωμό πλησίον άλλου ναού που υπήρχε στην Ερμιόνη, αυτού της «Μητέρας των θεών», αποδεικνύει ότι ο θρησκευτικός συγκρητισμός της Ρωμαϊκής εποχής είχε αποτυπωθεί και στη θρησκευτική ζωή της αρχαίας Ερμιόνης.
Με μια άλλη, τέλος, επιγραφή, αυτή τη φορά τιμητική, οι Ερμιονείς διά μέσου της βουλής τους αισθάνονται την ανάγκη να τιμήσουν συμπολίτη τους υπό την τριπλή ιδιότητά του: Του ιερέα, του αγωνοθέτη και του άρχοντα.
Οι πολύτιμες αυτές επιγραφικές μαρτυρίες μας μεταφέρουν την εικόνα μιας δραστήριας ζωής των κατοίκων της αρχαίας Ερμιόνης και τεκμηριώνουν αδιάσειστα τη συνέχιση της ιστορικής πορείας της, κατά την Ύστερη αρχαιότητα, παρά τη γενικότερη παρακμή των αστικών κέντρων του Ελλαδικού χώρου.