Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη

Την πρώτη Παρασκευή, μετά την Καθαρή Δευτέρα, αρχίζουν οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου. Είναι οι Α΄ Χαιρετισμοί που θα εξακολουθούν να ψάλλονται και τις επόμενες τέσσερις εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής (Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ και Ε΄).

Τις πρώτες Παρασκευές έχει καθιερωθεί να ψάλλονται από 6 οίκοι (γράμματα) κάθε φορά. Την Παρασκευή της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών ψάλλεται ολόκληρη η ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου, οπότε λέγονται και οι εικοσιτέσσερις οίκοι ή όπως ο λαός συνηθίζει να λέει τα εικοσιτέσσερα γράμματα μαζί. Την τελευταία (Στ΄) εβδομάδα των Νηστειών πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα, επειδή δεν ψάλλεται καμία ιδιαίτερη ακολουθία ο λαός την ονομάζει «Κουφή». Είναι η εβδομάδα του Λαζάρου.

Θυμάμαι τους Χαιρετισμούς στην Ερμιόνη…

Ακριβώς στις 7 η ώρα το βράδυ χτυπούσε με τον δυνατό και επιβλητικό της ήχο η «μεγάλη» καμπάνα του Ταξιάρχη! Νταν-νταν-νταν//νταν-νταν-νταν! επτά - οχτώ φορές. Άντρες, γυναίκες -οι περισσότερες και παιδιά έφταναν βιαστικά στην εκκλησία. Οι γυναίκες, σύμφωνα με το τοπικό έθιμο, έφερναν και ένα πιάτο με καλοφτιαγμένο στάρι. Το έριχναν σ’ ένα από τα τρία μεγάλα καλαμωτά πανέρια που ήσαν τοποθετημένα στα δεξιά του τέμπλου, κάτω απ’ τα σκαλάκια του σολέα. Άναβαν το καθιερωμένο κερί, το στερέωναν μέσα στο στάρι και μια φωτοχυσία κεριών απλωνόταν στο χώρο. Στο τέλος της ακολουθίας, δεν θυμάμαι αν ψαλόταν Τρισάγιο, όπου μνημονεύονται τα ονόματα των νεκρών, όπως συνηθίζεται. Νομίζω πως όχι.

Κατόπιν έφερναν τα καλάθια με το στάρι στο Ιερό. Εμείς, «τα παιδιά του ιερού», πέφταμε με τα μούτρα και διαλέγαμε με τη σειρά τα κουφέτα, τα μύγδαλα, τις σταφίδες, τα ρόδια, την πηχτή ζάχαρη και ό,τι «στόλισμα» παράξενο υπήρχε. Οι νοικοκυρές «κεντούσαν» τα πιάτα τους συναγωνιζόμενες η μια την άλλη! Το «πάρτυ της διαλογής» συνεχιζόταν την επομένη στο σπίτι του Μπούλη (Σ.Ν.) μέσα στη σκάφη, όπου μεταφερόταν όσο στάρι είχε απομείνει.

Έφερναν, επίσης, στην εκκλησία και σταρένια προσκόμιδα (πρόσφορα) διπλωμένα σε πεντακάθαρη λευκή πετσέτα. Τα έδιναν στον ιερέα μαζί με το «χαρτί» με τα ονόματα των δικών τους
ανθρώπων ζωντανών και νεκρών, για να τα διαβάζει «υπέρ υγείας και υπέρ αναπαύσεως» την επομένη, στην πρωινή λειτουργία του Σαββάτου. Την Ε΄ Παρασκευή του Ακάθιστου Ύμνου στάρι δεν έφερναν στην εκκλησία.

Στα χρόνια μου τα μαθητικά και οι δυο εκκλησίες στους Χαιρετισμούς ήταν γεμάτες κόσμο. Η γλυκόφθογγη φωνή του παπα-Μιχάλη στον «Ταξιάρχη» δονούσε τις ψυχές των πιστών την ώρα που απήγγειλε τους οίκους των Χαιρετισμών. Ιδιαίτερα το εντυπωσιακό ξεκίνημα «Άγγελος πρωτοστάτης» στους υψηλούς τόνους της μουσικής κλίμακας, θα μου μείνει αξέχαστο. Αλλά και στην «Παναγία» ο παπα-Δημήτρης και αργότερα ο παπα-Παναγιώτης με τις ήρεμες φωνές τους, γεροντική του πρώτου νεανική του δεύτερου, και τη σωστή νοηματική απόδοση των κειμένων, γλύκαιναν την ακοή του εκκλησιάσματος.

Το κλείσιμο κάθε οίκου άλλοτε με το «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε!» και άλλοτε με το «Αλληλούια!» επαναλαμβανόταν μελωδικά από τους ψάλτες με τη συμμετοχή όλων σχεδόν των παρευρισκομένων. Αυτές τις απλές μουσικές γραμμές του μεγάλου μουσικού και ψάλτη Ιωάννη Σακελλαρίδη ξέρουν να τις ψάλλουν μέχρι και σήμερα οι φιλακόλουθοι, καθώς είναι από τις πιο αγαπητές στο λαό με έντονο «θρησκευτικό και ειδυλλιακό χαρακτήρα».

Την Γ΄ ή την Δ΄ Παρασκευή των Χαιρετισμών το σχολείο μας οργάνωνε ολοήμερη εκδρομή στα Ευκάλυπτα. Το απόγευμα ανεβαίναμε στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, όπου παρακολουθούσαμε την εντυπωσιακή ακολουθία. Θυμάμαι το εκκλησίασμα να σιγοψέλνει τα πιο γνωστά και προσφιλή τροπάρια του κανόνα των Χαιρετισμών, «Τη Υπερμάχω» και «Την ωραιότητα της Παρθενίας σου».[1] Στ΄ αυτιά μου ακόμα ηχεί η ρυθμική μελωδία που πλημμύριζε τη λουλουδιασμένη και ευωδιαστή ανοιξιάτικη φύση...[2]

Ήρθαν και πάλι οι αναμνήσεις, όπως κάθε φορά τέτοιες μέρες, σαν μια πρόκληση σαν ένα μήνυμα. Καλοδεχούμενες πάντα! Τέτοιες αξέχαστες εικόνες παραμένουν βάλσαμο του νου και χρώμα της ψυχής, καθώς περνούν τα χρόνια...

Καλή Σαρακοστή!



[1] Ορισμένες φράσεις από τα αυτά τροπάρια αλλά και από τους εικοσιτέσσερις οίκους έχουν περάσει στην καθημερινή γλώσσα του λαού μας. Π.χ. λέμε: «Απορώ και εξίσταμαι!» για κάτι που δεν μπορούμε να καταλάβουμε και δοκιμάζουμε κατάπληξη, ή «Χαίρε βάθος αμέτρητον!» για κάποιες ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
[1] Και σήμερα ο κόσμος εξακολουθεί να παρακολουθεί τους Χαιρετισμούς σε γραφικά μοναστήρια, απόμερα εκκλησάκια και ησυχαστήρια