cretalive
Ουσιαστικός, ξεκάθαρος και σε κάποια σημεία καυστικός ο πανεπιστημιακός και συγγραφέας Γιώργος Γραμματικάκης δίνει μία συνέντευξη εφ' όλης της ύλης στην Ελένη Γκίκα και το Έθνος.
Με αφορμή το νέο του βιβλίο “Ένας αστρολάβος του ουρανού και της ζωής” ο Γιώργος Γραμματικάκης μιλάει για τις τέχνες, την επιστήμη αλλά και την πολιτική.
Δείτε κάποια σημεία από την συνέντευξη:
Αθήνα, Λονδίνο, Γενεύη, Αμερική… πώς είναι επιστρέφοντας στην πατρίδα, κύριε Γραμματικάκη; Η Κρήτη γίνεται αλλιώς επιστρέφοντας, εφόσον πρώτα έχεις φύγει μακριά απ’ αυτήν;
Η πατρίδα είναι πάντοτε διαφορετική, όταν την βλέπεις από απόσταση. Οι χάρες και οι αδυναμίες της είναι τότε ευκολότερα ορατές. Την αλήθεια αυτή γνώρισαν πολύ σπουδαιότεροι από εμένα Ελληνες: Ο Καζαντζάκης και ο Δημήτης Μητρόπουλος, ο Καστοριάδης και η Μαρία Κάλλας, ο Ιάννης Ξενάκης και ο Κάλβος, τόσοι άλλοι σήμερα.
Εκεί πάντως, στις ξένες χώρες, άρχισε και η δική μου έγνοια να καταλάβω καλύτερα την Ελλάδα. Φοβούμαι ωστόσο ότι τελευταία βρίσκομαι στο σημείο που ξεκίνησα. Τόσο κοντά είναι στον τόπο μας το μεγαλείο με την ευτέλεια, η ανάταση με την καταστροφή. Λέω λοιπόν στους φίλους μου ότι δύο πράγματα δεν θα καταλάβω ποτέ: Την Ελλάδα και τις γυναίκες. Ίσως γιατί και τα δύο με υπερβαίνουν.
Τι έχει να μας πει σήμερα «Ένας αστρολάβος του ουρανού και της ζωής»; Ο αστρολάβος οδηγούσε τους ναυτικούς, ο δικός σας γεννήθηκε μέσα στην κρίση, ο χρόνος και τα γεγονότα σήμερα διαστέλλονται για εμάς τους κοινούς θνητούς, θα μπορούσαμε κάτι να είχαμε προβλέψει;
Όπως συμβαίνει με όλα τα βιβλία, ο «Αστρολάβος» έχει διαφορετικά πράγματα να πεί στον κάθε αναγνώστη του. Εξαρτάται από τις εμπειρίες η διαβάσματα του ίδιου του αναγνώστη, αλλά και από τις ιδιαίτερες ευαισθησίες του. Σήμερα βέβαια υπάρχει μια κοινή καταβολή, ένας κοινός ιστός που τυλίγει όλους. Είναι η λεγόμενη «κρίση», που διαλύει το παρόν και θολώνει το μέλλον. Όπως ωστόσο αποδεικνύει στις σελίδες του ο «Αστρολάβος», ξέραμε για τα ρυάκια: Ότι η παιδεία μας έπασχε, ότι μια επιφανειακή ευμάρεια έκρυβε ανομίες και κυνισμό, ότι το πολιτικό μας σύστημα ήταν διάτρητο. Καθώς λοιπόν τα ρυάκια γέμιζαν διαρκώς πέτρες και σκουπίδια, το ποτάμι που κατέληγαν φούσκωσε κάποια στιγμή, και ήδη πνίγει χωριά και ανθρώπους. Τώρα φαίνεται δύσκολο να αναστρέψομε την ροή του. Ας αρχίσομε τουλά-χιστον να καθαρίζομε τα ρυάκια.
Ένα μικρό ρυάκι ήταν νομίζω και οι περίφημες «Αναμονές» στις οικοδομές, που έδωσαν τον τίτλο και σε ένα κείμενο του βιβλίου σας. Υπήρξε πράγματι η ελαστικότητα του νόμου μια κινητήρια δύναμη ανάπτυξης;
Η τάση περιφρόνησης του νόμου, όπως εκφράζεται και στις “αναμονές” των οικοδομών, υπήρξε πράγματι βασικό στοιχείο της εντυπωσιακής, αλλά και ιδιόμορφης Ελληνικής «αναπτύξεως». Φοβούμαι ωστόσο, ότι η γενικότερη πολεοδομική ασχήμια της χώρας υποδηλώνει κάτι οδυνηρότερο: Ότι τον τόπο μας, εμείς οι Ελληνες, δεν τον αγαπούμε. Δεν χάνομε βέβαια ευκαιρία να υμνούμε τις ομορφιές του, να εξαίρομε τις μοναδικότητα του. Όπως όμως τονίζω και στον “Αστρολάβο”, η πραγματικότητα δείχνει μια άλλη αλήθεια, που πληγώνει: Ότι τον τόπο μας, εμείς οι Έλληνες, τον
θεωρούμε τετραγωνικά προς εκμετάλλευση, δάση προς οικοπεδοποίηση, νησιά και ακρογιαλιές που έχουν ήδη παραδοθεί σε μια χυδαία “αξιοποίηση”. Έτσι, παράλληλα με τις “αναμονές” των οικοδομών, υπάρχει πάντα και η Αναμονή για μια άλλη Ελλάδα, που θα σέβεται το περιβάλλον και τις πραγματικές ανάγκες της ψυχής μας.
Όπως φαίνεται και από τον «Αστρολάβο», είστε νομίζω ένας ενεργός πολίτης, που δεν διστάζει να εκφράσει με ειλικρίνεια την άποψη του για πολλές πλευρές της Ελληνικής ζωής. Έκανε όμως αίσθηση, ότι υπογράψατε τελευταία ένα καθαρά πολιτικό κείμενο, το λεγόμενο «κείμενο των 58», για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς. Πως το αποφασίσατε; Είστε αισιόδοξος;
Υπέγραψα το κείμενο από αγωνία για τα πολιτικά μας πράγματα, και μια αίσθηση αδιεξόδου που εκπέμπουν. Ένα ομαδικό όμως κείμενο συνεπάγεται αμοιβαίους συμβιβασμούς, και συνεπώς η τελική μορφή του είχε ίσως κενά η και αδυναμίες. Η ουσία του όμως παραμένει: Είναι μια πρόσκληση ενότητας και ανανέωσης στον κεντροαριστερό χώρο. Προσωπικά δεν θα εξαιρούσα από αυτήν ούτε κάποιες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Με άλλα λόγια, είναι μια απόπειρα να ιδωθεί το Ελληνικό μέλλον χωρίς τους φανατισμούς η τις παρωπίδες του παρόντος.
Είναι πάντως γεγονός, ότι η αποδοχή και η σημασία που δόθηκε στο κείμενο ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ευπρόσδεκτη υπήρξε επίσης και η "πολιτική" κριτική που ασκήθηκε, η καλόπιστη, ενώ και μένα ενόχλησε η προσπάθεια καπηλείας της πρωτοβουλίας μας από παλαιές πολιτικές δυνάμεις. Δεν με εξέπληξε επίσης, “έτσι σοφός που έγινα, με τόση πείρα", το ότι σε ορισμένες από τις αντιδράσεις αναγνώριζες τα αρρωστημένα σύνδρομα της Ελληνικής πραγμα-τικότητας. Όπως η ανακάλυψη προθέσεων και συνωμοσιών εκεί που δεν υπήρχαν, η και μια προσπάθεια απαξίωσης προσώπων που έχουν γόνιμη παρουσία στην Ελληνική ζωή. Οι 58 πάντως -που θα μπορούσαν να είναι μόνον 37, η και 581- ένα αναγκαίο σπόρο έρριξαν. Από το χωράφι εξαρτάται αν φυτρώσουν δέντρα και καρποί, η θα υπερισχύσουν στο τέλος τα αγριόχορτα και η ξηρασία.
Για πολύ καιρό ωστόσο, ο “Αστρολάβος” βρέθηκε στους πίνακες των ευπώλητων βιβλίων –των best sellers, κατά την γνωστή ορολογία. Το ίδιο, από όσο ξέρω, συνέβη και με τα προηγούμενα βιβλία σας, την Κόμη της Βερενίκης και την Αυτοβιογραφία του Φωτός. Υπάρχει κάποια δική σας ερμηνεία για αυτό το φαινόμενο;
Νομίζω ότι η απάντηση πρέπει να δοθεί από τους ίδιους τους αναγνώστες, και όχι από εμένα. Εδώ θα αναφερθώ ενδεικτικά μόνον στον “Αστρολάβο”, που είναι αλήθεια ότι επιχειρεί μια ιδιαίτερα φιλόδοξη διαδρομή: Ξεκινά από τα θαυμαστά του Σύμπαντος, διέρχεται από τα επιστημονικά επιτεύγματα της εποχής, και καταλήγει στον άνθρωπο, την Ελλάδα και τα σημερινά δεινά της. Προσπάθησα δηλαδή να συνθέσω ένα μεγάλο ζωγραφικό πίνακα, που ίχνη του υπήρχαν και σε παλαιότερα κείμενα μου. Δεν ξέρω όμως αν τους αναγνώστες συγκινούν τα χρώματα του πίνακα, οι μορφές που διαγράφονται, η το “άλλο”, το αδιόρατο, που διακρίνουν πολλοί στα γραπτά μου.
Είναι όμως αυτονόητο ότι νιώθω ευγνωμοσύνη για την αγάπη των αναγνωστών, και τα θερμά λόγια που συνοδεύουν τα βιβλία μου. Δεν τα συνδέω αναγκαστικά με την εμφάνιση τους στους πίνακες των “ευπώλητων”. Έχω ο ίδιος διαβάσει κατά καιρούς σπουδαία βιβλία, που δεν ανήκαν καθόλου σε αυτήν την κατηγορία.
Πιο κοντά στον Θεό; Υπάρχει ο Θεός για έναν αστροφυσικό;
Για έναν αστροφυσικό η ένα βιολόγο ο θεός υπάρχει τόσο κοντά η τόσο μακριά, όσο και για ένα απλό πολίτη. Η επιστήμη δεν θα αποδείξει ποτέ την ύπαρξη του Θεού. Ούτε, βέβαια -παρά τα όσα λέγονται και γράφονται- την ανυπαρξία του. Η πραγματική πίστη έχει μια υπερβατική διάσταση. Εναπόκειται λοιπόν στον κάθε άνθρωπο, στις εμπειρίες η στον ψυχισμό του, να την δεχθεί η να την απορρίψει.
Είναι όμως γεγονός ότι όταν η πίστη γίνεται κοσμική θρησκεία και αποκτά εξουσίες, οδηγεί τον άνθρωπο στον φανατισμό και σε βαρβαρότητες. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την ισοπέδωση και τα χιλιάδες θύματα των πύργων της Νέας Υόρκης, η την Ιερά Εξέταση του Μεσαίωνα. Αποτελεί λοιπόν χρέος της επιστήμης, που είναι μια γνήσια έκφραση του διαφωτισμού, να αποκαλύπτει τον ρόλο της θρησκείας, και τις ιδιοτελείς της συχνά επιδιώξεις.
Τα αινίγματα του ανθρώπου και της ζωής, θα εξηγηθούν κάποτε;
Αμφιβάλλω. Ανήκω στην μειοψηφία των επιστημόνων, που ισχυρίζονται ότι τα «αινίγματα», στην ερμηνεία του κόσμου η της ζωής, δεν θα παύσουν ποτέ να υπάρχουν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναζήτηση της «Ενιαίας Θεωρίας», που θα περικλείει σε λίγες μόνον εξισώσεις όλα τα φαινόμενα του Σύμπαντος –το μυαλό του θεού, όπως την απεκάλεσε ο Hawking. Ενώ όμως η αναζήτηση αυτή έκανε άλματα τις τελευταίες δεκαετίες, η τελική μορφή της θεωρίας βρίσκεται όμως ακόμα μακριά. Ίσως να είναι μάλιστα και απρόσιτη.
Στην διαδρομή λοιπόν του χρόνου πολλά από τα μεγάλα ερωτήματα της επιστήμης απαντήθηκαν, αναδύονται όμως διαρκώς καινούργια. Είναι ευτύχημα. Δύσκολα θα μπορούσα να φαντασθώ την ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς την περιέργεια και τις αναζητήσεις της. Ο κόσμος θα ήταν τότε πληκτικός, αδιάφορος. Ακόμα και ο έρωτας θα μπορούσε να προβλεφθεί, ισχυρίζονται οι αισιόδοξοι, με βάση κάποιες φυσικοχημικές διαδικασίες. Την μέρα αυτή εγώ ευτυχώς δεν θα την ζήσω, εύχομαι όμως να μην την ζήσουν και οι νεώτεροι.