Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Φρανσουα Βιγιόν:Ο «αλήτης» ποιητής


Του Γιάννη Λακούτση
Francois Villon,σκιά μου φίλη,
που ταπεινά καθώς οι γρύλλοι
ετραγουδούσες,
πόσο η ψυχή μου θα σ’ επόνει,
όταν σ’ επρόσμενε η αγχόνη
κι έκλαιαν οι Μούσες!

(Κόμησσα Άννα ντε Νοάιγ
Οι Σκιές μτφρ. Καρυωτάκης)


Ο Φρανσουά ντε Μονκορμπιέ, γεννήθηκε το 1431 σε μια φτωχή οικογένεια, στο Παρίσι. Σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και την μόρφωσή του ανέλαβε ο μακρινός συγγενής του, Γκιγιόμ Βιγιόν,ιερέας, άνθρωπος των γραμμάτων. Από το 1456 και ύστερα ο ποιητής χρησιμοποιεί το επίθετο του θετού του πατέρα. Στην ηλικία των 12 ετών, φοιτά στο πανεπιστήμιο και 21 ετών, παίρνει πτυχίο ως Δάσκαλος των Τεχνών, και συνεχίζει τις σπουδές του, σε κάποια ανώτατη σχολή πιθανώς στη Νομική. Η ανεμελιά και η σκανταλιά θα δώσουν γρήγορα τη θέση τους στο έγκλημα, στη ληστεία, στην προστασία γυναικών.
Η παρέα του, είναι όλα τα μέλη του Παρισινού υπόκοσμου.
Μπλέκει με τη φοβερή συμμορία των «Κοκιγιάρ» από τους οποίους μαθαίνει το γλωσσικό ιδίωμα « ζαργκόν» στο οποίο έγραψε και ορισμένες από τις μπαλάντες του. Σ’ αυτές δίνει συμβουλές στους φίλους, πώς να κάνουν τις δουλειές τους, χωρίς να τους πιάνει η αστυνομία.
Ο «αλήτης» ποιητής φτάνει σε άθλια κατάσταση στην πόλη Μπλουά.
Εκει ο Κάρολος , Δούκας της Ορλεάνης, αξιόλογος ποιητής, του προσφέρει άσυλο. Η περίφημη «Μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά», γράφτηκε εκείνη την περίοδο, σε ποιητικό διαγωνισμό που οργάνωσε ο Κάρολος.
Το 1462, καταδικάζεται σε απαγχονισμό, ο οποίος μετατρέπεται σε δεκάχρονη εξορία. Μετά από αυτό το σημείο κανείς δεν έμαθε που, πότε και πως πέθανε.
Ανάμεσα στις μπαλάντες ξεχωρίζουν η « Μπαλάντα των Παροιμιών»,

 η «Μπαλάντα των Κυράδων του παλιού καιρού» η «Μπαλάντα- προσευχή», Η «Μπαλάντα των κρεμασμένων», η «Μπαλάντα για την πόρνη χοντρο-Μαργκό»,τις οποίες ο Βάρναλης είχε χαρακτηρίσει αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο Θάνος Μικρούτσικος, καταπιάνεται με την ποίηση του Φρανσουά Βιγιόν. Το cd  με τίτλο «Στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος» περιέχει κυρίως απαγγελίες των ποιημάτων
και 5 συνολικά μελοποιημένα κομμάτια, στα οποία τραγουδά ο ίδιος ο Θάνος Μικρούτσικος, αλλά και ο τενόρος Γιάννης Χριστόπουλος
 
Μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά
Πλάι στην βρύση πεθαίνω διψασμένος
Καίω σα φωτιά και τρεμοτουρτουρώ
Στον τόπο μου ενώ ζω, είμαι τέλεια ξένος
Κοντά στη στια τα δόντια κουρταλώ.
Σα σκούληκας γυμνός στολή φορώ
Γελώντας κλαίω χωρίς ελπίδα πια
Κουράγιο παίρνω απ’ την απελπισιά
Χαίρουμαι, κι όμως δεν έχω χαρές
Θεριό είμαι δίχως δύναμη καμιά
Καλόδεχτος διωγμένος με κλοτσιές.

Στ’αβέβαιο πάντα βρίσκω τ’ορισμένως
Το ξάστερο το βλέπω σκοτεινό
Διστάζω για ο’τι πλέρια είμαι πεισμένος
Για κάθε ξαφνικό φιλοσοφώ.
Κερδίζω, και χαμένος θε να βγω
Όταν χαράζει, λέω «Καλή νυχτιά!»
Ξαπλώνω λεω: θα φάω καμια βροντιά!»
Είμαι πλούσιος κι όλο έχω αδεκαριές
Μαγκούφης, καρτερώ κληρονομιά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.

Έγνοιες δεν έχω, κι είμαι ιδεασμένος
Πλούτια να βρω, μα δεν επιθυμώ.
Απ’ όσους με παινάνε προσβαλμένος,
Και κοροιδεύω ό,τι είναι σοβαρό.
Φίλο έχω όποιον με πείσει πως γλυκό
Κελάηδημα ειν’ της κάργιας η σκουξιά
Για όποιον με βλάφτει λέω πως μ’αγαπά
Το ίδιο μου είναι κι οι αλήθειες κι οι ψευτιές
Τα ξέρω όλα, δε νοιώθω τόσο δα
Καλόδεχτος διωγμένος με κλωτσιές.

Πρίγκιπά μου μακρόθυμε, καμιά
Γνώση δεν έχω και μυαλό σταλιά,
Μα υπακούω στους νόμους. Τι άλλο θες;
Τους μισούς να πάρω, είπες ξανά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
                                    Φρανσουά Βιγιόν

Πηγη: 1.«Φρανσουά Βιγιόν Μπαλάντες και άλλα ποιήματα»
Εκδ. στιγμη  Μετάφραση Μαρία Υψηλάντη.2 Διαδίκτυο