Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Πέδρο Αλμοδόβαρ «Το δέρμα που κατοικώ»


Η Ισπανική ταινία σε σκηνοθεσία Πέδρο Αλμοδόβαρ με τους: Αντόνιο Μπαντέρας, Έλενα Ανάγια, Μαρίζα Παρέδες, Γιάν Κορνέ παίζετε στους κινηματογράφους και  αρέσει.

"Την αλήθεια μόνο μέσα από τα ψέματα μπορείς να τη μάθεις"  .avgi
Πέδρο Αλμοδόβαρ
Με την τελευταία ταινία του Αλμοδόβαρ «Το δέρμα που κατοικώ» στις αίθουσες, το πιο «ακραίο»
αλλά και μελαγχολικό δημιούργημα του Ισπανού σκηνοθέτη εδώ και πολλά χρόνια, αξίζει να ιχνηλατίσουμε τη δημιουργική πορεία του, από τα χρόνια της μαδριλένικης movida. Χωρίς να διαθέτει την κομψή γεωμετρία και την αυστηρότητα του συναισθήματος που είχαν οι «Ραγισμένες αγκαλιές» (η προηγούμενη ταινία του), «Το δέρμα που κατοικώ» θυμίζει περισσότερο τον παλιό Αλμοδόβαρ της μοβίδα, της παρωδίας λαϊκών αφηγηματικών προτύπων, στα όρια του κιτς...
Φυσικά, εδώ υπάρχει -και κυριαρχεί, δίνοντας το καθοριστικό στίγμα- η μελαγχολία που προαναφέραμε, συν το επιπλέον «βάρος» της σκηνοθετικής ωριμότητας αυτού του μεγάλου Ευρωπαίου δημιουργού. Ο Αντόνιο Μπαντέρας "επιστρέφει" έπειτα από πολλά χρόνια στο κινηματογραφικό σύμπαν του Αλμοδόβαρ ως πλαστικός χειρουργός, σε μια ιστορία εκδίκησης σε ακραία μελοδραματικούς τόνους, καθώς ο ήρωας-χειρουργός φυλακίζει στο απομονωμένο κτήμα-κλινική του τον νεαρό Βισέντε, που βίασε την κόρη του, με αποτέλεσμα εκείνη να τρελαθεί και να αυτοκτονήσει... Με αλλεπάλληλες χειρουργικές επεμβάσεις, σαν άλλος δόκτωρ Φρανκενστάιν, θα αφαιρέσει τα γεννητικά όργανα του Βισέντε και θα τον μεταμορφώσει σε... Βέρα, ομοίωμα της νεκρής κόρης του.
(Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο μυθιστόρημα «Mygale» του Τιερί Ζονκέ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη).
Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ γεννήθηκε το 1949 (σύμφωνα με άλλες πηγές το 1951 -ο ίδιος διατηρεί ηθελημένα αυτή την ασάφεια) στην Kαλθάδα δε Kαλατράβα της Mάντσα, μια από τις πιο φτωχές περιοχές της αγροτικής Iσπανίας.
Σε ηλικία 8 ετών μπήκε σε σχολή της Καθολικής Εκκλησίας. Οι εμπειρίες του από τη σχολή αυτή ήταν ιδιαίτερα τραυματικές και αποτέλεσαν το πρωτογενές "υλικό" για την ταινία του "Κακή εκπαίδευση" (2004).
Αντιδρώντας στην ανιαρή ζωή της επαρχίας, έρχεται σε ηλικία 16 ετών στη Mαδρίτη, όπου, ύστερα από διάφορες ευκαιριακές δουλειές, προσλαμβάνεται ως διοικητικός υπάλληλος στην ισπανική τηλεφωνική Εταιρεία. Αγοράζει μια μηχανή super-8 και σκηνοθετεί τις πρώτες του ταινίες μικρού μήκους τις οποίες και παρουσιάζει σε ειδικές προβολές, αλλά και σε "εναλλακτικά" κινηματογραφικά φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους στη Βαρκελώνη (την "πύλη" της Ισπανίας προς την υπόλοιπη Ευρώπη, στα χρόνια εκείνα). Οι ταινίες του εκείνες δεν ενθουσιάζουν, γιατί δεν ήταν "πειραματικές" όπως όλες οι υπόλοιπες που προβάλλονται σε αυτά τα φεστιβάλ. Ο Αλμοδόβαρ επέμενε από τότε στην αναγκαιότητα της αφήγησης, ακόμη και για μια ταινία μικρού μήκους. .
O Αλμοδόβαρ διαμορφώθηκε καθοριστικά μέσα από το κίνημα της μαδριλένικης μοβίδα, που δημιουργήθηκε στη Μαδρίτη στα μέσα της δεκαετίας του `70, μετά τον θάνατο του Φράνκο. Κίνημα πολυσχιδές, που έδωσε ζωή στη Μαδρίτη της νύχτας και εκφράζεται μέσα από τη ροκ μουσική, τη ζωγραφική, τα κόμικς, την ηδονοθηρία, τον ερωτισμό... Ταυτόχρονα επαναπροσέγγισε φθαρμένα (από το καθεστώς Φράνκο) λαϊκά στοιχεία και δρώμενα, όπως οι ταυρομαχίες, επιζητώντας να τους προσδώσει ένα νέο περιεχόμενο.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Αλμοδόβαρ είναι το "Η Πέπι, η Λούση, η Μπομ και τ' άλλα κορίτσια" που ολοκληρώθηκε με πολλές δυσκολίες το 1980. Τα υλικά της συνταγής Αλμοδόβαρ (σχεδόν πάντα γράφει ο ίδιος τα σενάριά του) είναι οι παθιασμένοι έρωτες, η απιστία, η επανάληψη και το κιτς δίπλα στη σπίθα της πρωτότυπης δημιουργίας, ισχυροί γυναικείοι χαρακτήρες, άντρες που βασανίζονται και υποφέρουν, μελόδραμα και τραγικωμωδία, όλα μαζί... Η Κάρμεν Μάουρα, η Μαρίσα Παρέδες, η Βικτόρια Αμπρίλ, η Ρόσι ντε Πάλμα, η Πενέλοπε Κρουθ υπήρξαν «μούσες» του... Υπήρξαν, όμως, πρώτα απ' όλα φίλες του, γυναίκες που συνέβαλαν ουσιαστικά στη δημιουργία αλησμόνητων χαρακτήρων. Από τις "Γυναίκες στα Πρόθυρα Νευρικής Κρίσης" στα "Ψηλά Τακούνια" και από εκεί στην "Κίκα", στο "Όλα για τη Μητέρα μου", στο "Μίλα της", στο "Γύρνα πίσω" και στο "Δέρμα που κατοικώ".
Η προσωπική μου επιλογή για την "κορυφή" του αλμοδοβαρικού έργου είναι οι «Ραγισμένες αγκαλιές»: Ο φοβερός Ισπανός καταφέρνει εδώ να συνθέσει έξοχα όλα τα υλικά σαν ταχυδακτυλουργός, μέσα από την ιστορία του τυφλού σεναριογράφου-σκηνοθέτη με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Χάρι Κέιν: Ένας άντρας γράφει, ζει και αγαπάει μέσα στο σκοτάδι. Ήταν το θύμα ενός μοιραίου αυτοκινητικού δυστυχήματος δεκατέσσερα χρόνια πριν. Δεν έχασε απλά την όρασή του αλλά και τη γυναίκα της ζωής του. Ένα βράδυ θα ξεκινήσει να αφηγείται την οδυνηρή αυτή αυτοβιογραφία, μια ιστορία συγκινητική και τραγική. Μια ιστορία που θα μπορούσε να περιγράφεται από τη φωτογραφία δύο ερωτευμένων ανθρώπων που αγκαλιάζονται. Μαζί του θα γυρίσουμε δεκατέσσερα χρόνια πίσω, στην εποχή που έβλεπε και ταυτόχρονα ζούσε τον μεγάλο έρωτα... Μόνο μέσα από την τυφλότητα, τον πόνο και το πέρασμα του χρόνου ολοκληρώνεται ως δημιουργός, μοιάζει να λέει ο Αλμοδόβαρ, μόνο τότε θα καταφέρει να μοντάρει την ταινία που γύριζε και που του άρπαξε μέσα από τα χέρια ο αντίζηλος παραγωγός... Τόσο οι γυναικείοι όσο και οι ανδρικοί χαρακτήρες σκιαγραφούνται με πληρότητα, ενώ η καλλιτεχνική δημιουργία τίθεται ως «θέμα» που επανεγγράφεται εσωτερικά στην ταινία αλλά και ως αντικείμενο κριτικής. Μαζί ο χρόνος, που γιατρεύει πληγές αλλά, κυρίως, ορίζεται ως καθοριστικός παράγοντας για την καλλιτεχνική δημιουργία...