Η Ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων
Του Γιάννη Λακούτση
Η Ελληνική Γυμναστική στα πρώτα βήματά της συναντάται με τη μορφή του «πλανόδιου αθλητισμού», όπου διάφοροι άνθρωποι με υπερβολική σωματική δύναμη δίνουν παραστάσεις σε πλατείες και άλλα σημεία των πόλεων. Αυτή η μορφή αθλητισμού δεν θα βρει ανταπόκριση στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, την οποία θεωρούσαν κενή πνευματικού περιεχομένου.
Σημαντική στροφή στην πορεία της εξέλιξης του χαρακτήρα της φυσικής αγωγής επιτυγχάνεται όταν ο γυμναστής Ιωάννης Φωκιανός συγκρούεται με τον πλανόδιο αθλητισμό. Καθοριστικός παράγοντας στην πορεία της εξέλιξης του χαρακτήρα της Ελληνικής γυμναστικής, θα αποτελέσει και ο θεσμός των τοπικών Ολυμπιάδων. Με τη διεξαγωγή της τελευταίας Ολυμπιάδας του 1889 με τις προτροπές διανοουμένων θα ιδρυθούν οι πρώτοι αθλητικοί σύλλογοι όπως ο Πανελλήνιος και ο Εθνικός Γυμναστικός σύλλογος. Εκτός από τις θεωρητικές εισηγήσεις που υποστήριζαν την αναβίωση των Ο.Α, υπήρξαν και προσπάθειες υλοποίησης της ιδέας αυτής. Χρονολογικά, η πρώτη προσπάθεια κατοχυρώνεται στον Robert Dover ( 1582-1641) για την ίδρυση των αγώνων στην Αγγλία. Οι αγώνες αυτοί περιλάμβαναν « ραβδί» ( πρόδρομο του χόκεϋ), άλμα χωρίς φόρα, «ρίψη της βαριοπούλας», «δόρυ», «βαρελάκια», περπάτημα με τα χέρια, κυνήγι λαγού και ιπποδρομίες. Το ιδιαίτερο στοιχείο τους ήταν η προσθήκη της ομηρικής άρπας, η οποία προσέδιδε αίσθηση Ολυμπισμού, Υπήρξαν και άλλες τέτοιες προσπάθειες στην Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Σουηδία. Συνήθως επρόκειτο για μικρές τοπικές διοργανώσεις με « ρομαντικό ελληνοπρεπές περιτύλιγμα και αρχαιοπρεπή ονομασία».
Οι ενέργειες για επανεκκίνηση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα έγιναν με μεγάλη καθυστέρηση. Μέχρι τώρα γνωρίζουμε ότι αναβιωτήςτων Ολυμπιακών Αγώνων είναι ο βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν. Η ιστορική αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Ο Κουμπερτέν δεν αναβίωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ήταν ένας μεγάλος φιλέλληνας που συνέβαλε στην αναβίωσή τους και στη συγκρότηση της ΔΟΕ
( Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή). Η
αναγέννηση των ιδεωδών του Ολυμπισμού κυοφορήθηκε για έναν ολόκληρο αιώνα. Η ιδέα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το μέλος της στοάς των Εννέα Μουσών του Απόλλωνα ( στην οποίαν ανήκαν ο Δαντόν, Βολταίρος, Μπέντζαμιν Φράνκλιν, Κοντορσέ κ.α), Σαρλ Ζιλμπερ Ρομ και ψηφίστηκε από την Εθνική Συνέλευση της Γαλλικής Επανάστασης το 1793. Στις 10 Σεπτεμβριου του 1793 ψηφίσθηκε όπως « Κάθε τέταρτον χρόνον να γίνονται οι Ολύμπιοι αγώνες εις δόξαν της μεταβολής». (Εφημερίς 4 Οκτ. 1793).Σε ελληνικό επίπεδο , απόπειρες για την αναβίωση των Αγώνων καταγράφονται ήδη από την εποχή του Ρήγα Φεραίου, οπότε και οι Έλληνες επεδίωκαν την ανασύσταση του ελληνικού έθνους. Στο πλαίσιο του επαναστατικού του σχεδίου για την ενίσχυση του ηθικού των σκλαβωμένων με την υπόμνηση της μεγάλης τους κληρονομιάς, ο Ρήγας, μετέφρασε και έργα τα οποία αναφέρονταν στους ένδοξους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αρχαίας Ελλάδας. Ένα από αυτά ήταν ο Νέος Ανάχαρσις, δράμα του Αββά Μεταστασίου, ( Βιέννη 1797), καθώς και το έμμετρο δράμα τα
« ΟΛΥΜΠΙΑ» ( Βιέννη 1797), που διαδραματίζεται στην Ολυμπία κατά την εποχή της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων . Στο έργο αυτό δεν κάνει μια απλή μετάφραση, αλλά προσθέτει και σημαντικές πληροφορίες για τη διατήρηση των ολυμπιακών αγωνισμάτων στην εποχή του, ( ο πρωτότυπος τίτλος του ήταν «L’ Olympiade» και είχε πρωτοανέβει στο θέατρο της Βιέννης στις 28/8/1733 σημειώνοντας παγκόσμια επιτυχία. Εντάχθηκε στο δραματολόγιο των πρώτων ελληνικών θιάσων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και ανέβηκε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1836 και 1837).
Το 1835 στην εκδήλωση για την ενθρόνιση του Όθωνα ο Κωλέττης, υπουργός Εσωτερικών, διοργανώνει αθλητικούς αγώνες στα πρότυπα των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Η Αντιβασιλεία τους σαμποτάρει και οι αγώνες αποτυγχάνουν. Αν και η ελληνική βιβλιογραφία αγνοεί τους αγώνες του Κωλέττη, η εφημερίδα «Σωτήρ» στις 30 Μαΐου του 1835 σημειώνει: « Την 21 ην Μαΐου άρχισαν κατά το πρόγραμμα οι αγώνες. Το πρώτο βραβείον έλαβεν εις Τριπολιτσότης δια την ταχύτητα των ποδιών του».
Ανάμεσα στους υποστηριχτές της αναβίωσης της διοργάνωσης των Αγώνων ήταν και ο λόγιοι Παναγιώτης και Αλέξανδρος Σούτσος. Ο Παν. Σούτσος έστειλε μια επιστολή στον βασιλιά Όθωνα προτείνοντας την τέλεσή τους κατά τα έτη 1836 στην Αθήνα, 1837 στην Τρίπολη, 1838 στην Ύδρα και 1839 στο Μεσολόγγι. Ο Ευαγγέλης Ζάππας από τη Ρουμανία όπου ζούσε, παρακινούμενος από τα δημοσιεύματα των αδελφών Σούτσου προέβη σε ενέργειες ώστε η ιδέα της αναβίωσης άρχισε να πραγματοποιείται. Διέθεσε τα κέρδη και τους τόκους 400 μετοχών της Ελληνικής Ατμοπλοϊκής εταιρείας και 3.000 αυτοκρατορικά φιορίνια. Συμφώνησαν κυβέρνηση και Ζάππας κάθε τέσσερα χρόνια να διοργανώνεται μια εμπορική έκθεση με την επωνυμία « Ολύμπια», ενώ την τελευταία Κυριακή θα διεξάγονται και αθλητικοί Ολυμπιακοί Αγώνες. Για το σκοπό αυτό ιδρύεται και η «Επιτροπή των Ολυμπίων». Το Δεκέμβριο του 1859 είχαμε την πρώτη τέλεσή τους. Καθώς η ανακαίνιση του Παναθηναϊκού Σταδίου δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί, τα πρώτα Ολύμπια έγιναν στην πλατεία Λουδοβίκου ( τη σημερινή πλ.Κοτζιά), η οποία επεκτεινόταν έως τη σημερινή πλ. Κουμουνδούρου. Καθώς δεν υπήρχαν αθλητές τότε, η οργανωτική επιτροπή επέτρεψε τη συμμετοχή εργατών, μεταφορέων κ.λ.π, τους οποίους προσέλκυσαν τα χρηματικά έπαθλα που ορίστηκαν. Κατά τη διάρκεια των αγώνων συνέβησαν πολλά αστεία περιστατικά: ένας αστυνομικός που ήταν εκεί για να επιβάλει την τάξη άφησε τη θέση του και συμμετείχε στους αγώνες, Ακόμη και ένας ζητιάνος, που παρίστανε τον τυφλό, συμμετείχε και αυτός στους αγώνες! Οι δεύτεροι Ζάππειοι Αγώνες του 1870 πραγματοποιήθηκαν στο ανακαινισμένο Παναθηναϊκό Στάδιο. Αυτή τη φορά η οργάνωση ήταν καλύτερη. Προστέθηκαν νέα χαρακτηριστικά που επιβιώνουν έως σήμερα: η Τελετή ‘Έναρξης, ο Ολυμπιακός Ύμνος, οι Αθλητικές Ενδυμασίες, η Χρονομέτρηση, η Βράβευση, η Απονομή Διπλωμάτων και η Τελετή Λήξης.
Τελικά 31 αθλητές επιλέχτηκαν για να συμμετάσχουν σε αυτούς τους Αγώνες. Υπήρχε μια φιλαρμονική που έπαιξε τον πρώτο Ολυμπιακό Ύμνο, γραμμένο από το Γεώργιο Ορφανίδη, καθηγητή της Βοτανικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και μελοποιημένο από το μουσικοδιδάσκαλο Παριζίνη:
Ίτε παίδες κλεινοί των Ελλήνων
σας καλεί δαφνηφόρος Αγών
εν Σταδίω τιμής και κινδύνων
ας εισέλθει καθείς σας σφριγών.
Όσοι έχετε βράζον το αίμα
και τα στήθη σας δόξα κεντά
όσοι έχετε πύρινο βλέμμα
σας η Νίκη εδώ χαιρετά.
Μιμηταί των προγόνων φανήτε
ας σας βρέξει αμμίλης ιδρώς
και το καύχημα πάλι γενήτε
νέα τέκνα της νέας μητρός.
Με χαράν η Ελλάς θ’ ατενίσει
τον χορόν των καλών νικητών
κι η του Ζάππα σκιά θα σκιρτήσει
εις τους πρώτους θριάμβους αυτών.
Ας παλαίσει το θάρρος προς θάρρος
νους προς νουν και ισχύς προς ισχύν
ειν’ ο άνανδρος άχρηστον βάρος
κι είναι ήρως ο έχων ψυχήν.
Χαίρε άναξ κλεινέ των Ελλήνων
υπό σε νέα άρχετ’ ηώς
νέον μέλλον το Έθνος λαμπρύνον
μετ’ αυτού ας σε σκέπ’ ο Θεός.
Για πρώτη φορά οι αθλητές έδωσαν όρκο μπροστά στην επιτροπή που θα έκρινε τους αγώνες. Οι κριτές ήταν καθηγητές του Πανεπιστημίου και υπήρχε κήρυκας για την αναγγελία των νικητών. Ο βασιλιάς έδινε το έπαθλο στο νικητή με τη συνοδεία μουσικής. Τα τρίτα Ολύμπια διεξήχθησαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 18 Μαΐου 1875. Παρά τον μεγάλο αριθμό των αθλητών που προετοιμάζονταν στο Δημόσιο Γυμναστήριο για τους Αγώνες, τελικά μόνο είκοσι τέσσερις έλαβαν μέρος. Κάποιοι από αυτούς διακρίθηκαν αργότερα στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Μεταξύ άλλων συγκαταλέγονται ο ολυμπιονίκης του 1896 Γεωρ. Ορφανίδης, ο μετέπειτα δήμαρχος Αθηναίων Σπύρος Μερκούρης και ο μελλοντικός πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ Μίνδλερ. Παρά τη μεγάλη προετοιμασία οι αγώνες δεν είχαν επιτυχία. Η διεξαγωγή των τέταρτων και τελευταίων Ζάππειων Ολυμπιακών Αγώνων είχε αρχικά οριστεί για το 1885, ωστόσο ύστερα από αναβολές η Ζάππειος Επιτροπή εγκατέλειψε την προσπάθεια διεξαγωγής τους το 1888. Τον επόμενο χρόνο ο Ιωάννης Φωκιανός, διευθυντής του γυμναστηρίου, με δικά του έξοδα ανέλαβε τη διοργάνωσή τους το Μάιο του 1889 στο χώρο του γυμναστηρίου, με τη συμμετοχή 30 αθλητών. Την πρώτη ημέρα η αταξία που επικράτησε δυσχέραναν τη διεξαγωγή των αγωνισμάτων και οι αγώνες αναβλήθηκαν για λίγες μέρες. Δώδεκα αγωνίσματα διεξήχθησαν, ανάμεσα στα οποία ο δρόμος ταχύτητας, η δισκοβολία, το άλμα επί κοντώ, το δίζυγο και η άρση βαρών. Μετά τον θάνατο του Ζάππα, δημεύτηκε η περιουσία του από τη Ρουμανική κυβέρνηση,( υπήρξε από τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες της Ρουμανίας), έτσι σταμάτησε η χορηγία και ο θεσμός διακόπηκε.
Εδώ τελειώνει η εποχή των Πανελλήνιων Ολυμπιακών Αγώνων, η οποία αποτέλεσε τον προπομπό των Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων που διοργανώθηκαν επτά χρόνια μετά στη Αθήνα.