Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

Βιβή Σκούρτη:Το άχθος της γης

Το άχθος της γης 

Τη γονιμότητα της γης οι άνθρωποι την εμπιστεύθηκαν στους θεούς. Οι αρχαίοι μας είχαν προστάτιδα τη Θεά Δήμητρα

Ο (σίτος), το σιτάρι πρωτοκαλλιεργήθηκε στη γη του Τίγρη και Ευφράτη, συμβόλιζε τη θυσία και ενέπνευσε την ιδέα του αέναου κύκλου της ζωής.

Προηγείτο το όργωμα του χωραφιού με το αλέτρι που το έσερνε είτε κάποιο ζώο ή ο άνθρωπος. Τον μήνα Οκτώβρη με τις πρώτες βροχές όταν η γη μαλάκωνε ακολουθούσε η σπορά. Περνούσε ο χειμώνας, ερχόταν με τη σειρά της η άνοιξη, μεγάλωναν τα στάχυα, έδενε ο καρπός και σειρά είχε ο θερισμός με το δρεπάνι, να πάρουν οι άνθρωποι τον χρυσό καρπό τους και στη συνέχεια  το αλώνισμα, το λίχνισμα με το δικράνι, το κοσκίνισμα, το σάκιασμα και τα γεννήματα στο μύλο για άλεση-κοπή των καρπών στις μυλόπετρες.

Το αλεστικό δικαίωμα αντιστοιχούσε στα 3/12 του αλέσματος. Πλήθος εκφράσεων λαϊκής σοφίας σκιαγραφούν τον μυλωνά και τη μυλωνού•

«Θεωρία επισκόπου και τύχη μυλωνά»

Και έφτανε ο Ιούνιος ο επονομαζόμενος θεριστής, η μάχη της σοδειάς, η εποχή του «θέρου», η συγκομιδή δηλαδή του σταριού για να εξασφαλιστεί το ψωμί της χρονιάς.

«Αρχές του Θεριστή, του δρεπανιού μας η γιορτή»

1. 4/7/1948  αναγνωρίζω: Μιχ. Δεληγιάννη, Νίκο Δέδε, Τάσο Λιναρδόπουλο και με τους φιόγκους η κόρη του Σοφία, Αντρέας Κομμάς, Μανώλης Σκούρτης, Σίλβεστρος Μπουκουβάλας, Κυριάκος Βλάσσης, Αντώνης Κοτταράς, Νίκος Φοίβας, Βαγγέλης Μουτσάτσος


Ίδια ημερομηνία, επί τω έργω



 Όλα γίνονταν με τα χέρια. Όλος ο αγροτικός κόσμος στο πόδι από το πρωί ως το βράδυ: «Θέρος, τρύγος, πόλεμος». Οι θεριστάδες και οι θερίστριες όλη ημέρα σκυμμένοι πάνω στα σιτευμένα στάχυα, έπιαναν τη δική τους αράδα κρατώντας με το δεξί χέρι το δρεπάνι και μετ’ αριστερό τα στάχυα, έκοβαν (αφαιρούσαν) και έφτιαχναν μικρά δεμάτια τα «χερόβολα» που τα έδεναν μεταξύ τους με το ίδιο χόρτο. Πολλά χερόβολα μαζί έκαναν το δεμάτι. Έκαναν κέφι τραγουδώντας κι όταν η δουλειά ήταν δύσκολη βλαστημώντας.

« Κι εσύ κακό χερόβολο κ ι εγώ κακό δεμάτι»

Στην καρδιά του καλοκαιριού, το μεσημέρι σταματούσαν να βάλουν μια μπουκιά στο στόμα τους κάτω από κάποια σκιά να καταλαγιάσει κάπως και η ζέστη∙ ξεκουράζονταν κατάχαμα, ακουμπώντας το κεφάλι τους στην ανάποδη του χεριού τους.΄

-> διαβάστε τη συνέχεια του σημαντικού άρθρου.....

Ο παππούς Αριστείδης, άνθρωπος της δουλειάς και της υπαίθρου έλεγε: «βαπ βρε» (ζέστη βρε)» και καθόταν κάτω από κάνα δέντρο να καπνίσει το τσιγάρο του. Η γιαγιά Κατίνα, χωμένη κι εκείνη στον «έργο» του έλεγε: «Όλο κοσόρες (ανάπαυλες)» είσαι καλέ. Η θεία Πολυξένη η μεγάλη κόρη του θύμωνε που τον έβλεπε: «Μάς έχωσες στις καρακαμπιές (στο μεγάλο κάμπο) κι εσύ κάθεσαι και φουμάρεις.

Με έμφαση στη μνήμη η μητέρα μου παιδί αγροτικής οικογένειας αφηγείται:

« Τέτοια εποχή από τα οκτώ μου χρόνια μέχρι τα είκοσι δύο που παντρεύτηκα θερίζαμε. Mια χρονιά είχαμε πάρει ένα χωράφι αποκοπή για θέρισμα στα Δισκούρια∙ θερίζαμε κριθάρι γεμάτο σκληρό άγανο που έμπαινε στα χέρια και τα τρυπούσε και σαρνχθι (αγκάθι) ένα σωρό. Περιμέναμε να βρέξει μήπως και μαλακώσει. Μπήκαμε στον «έργο». Μέναμε εκεί, ο πατέρας μας είχε πάρει μαζί τη γίδα, την αρμέγαμε και τρώγαμε γάλα με ψωμί. Τα μικρότερα αδέλφια μας ο Γιώργος και ο Νίκος κοιμόντουσαν στα αναποδογυρισμένα σαμάρια  των ζώων.

Έτος 1950, ο πατέρας μας είχε πάρει μεσιακό το χωράφι του Βασίλη Πολίτη. Τα στάχυα είχαν «αδελφώσει», μεγάλη ευτυχία. Ένα μήνα η Πολυξένη κι εγώ στο θέρος. Φορώντας τα παντελόνια των αρραβωνιαστικών μας Ανάργυρου και  Μίμη αντίστοιχα, κάναμε το ένα χερόβολο πίσω από το άλλο, γέμιζε η παλάμη στάχυα. Ο παππούς δεν προλάβαινε να δένει δεμάτια. Όταν τελειώσαμε ο Πολίτης ενθουσιασμένος από την πλούσια σοδειά του μας κάλεσε στο σπίτι του  που είχε σφάξει μια  γίδα για να φάμε το «διαφέτι». «Τσαπαροπούλες είσαστε άξιες, τυχεροί οι ραβωνιάρηδες». Αγανακτισμένες από την κούραση, βγάλαμε τα παντελόνια που είχαν γίνει «φέλια» (σκιστεί) και τα πετάξαμε σ’ ένα σκίντο. « Ρε ούτε τον πατσά, ούτε το κωλάντερο», είπε η Πολυξένη και πήραμε το δρόμο με τα πόδια για το σπίτι. Δύσκολες εποχές. Παντρεύτηκα ναυτικό και γλίτωσα».

Τα δεμάτια με το τέλος του θερισμού τα κουβαλούσαν με τα άλογα ή τα γαϊδούρια στο πέτρινο αλώνι σε στοίβες που τις ονόμαζαν «θημωνιές». Οι θημωνιές στημένες με ιδιαίτερη τέχνη περίμεναν τ’ αλώνισμα.

Κι έφθανε ο Ιούλιος ο Αλωνάρης μήνας. Τα δεμάτια στο αλώνι λύνονταν και τα στάχυα σκορπούσαν. Το  αλώνισμα γινόταν με τα ζώα καθοδηγούμενα από τους αλωνάρηδες γύριζαν γύρω-γύρω και με τα πέταλά τους πατούσαν τα στάχυα να βγει ο καρπός. Η διαδικασία κρατούσε από το πρωί ως το μεσημέρι.

6. 8-7-1950 δεματοποίηση (δεξιά επάνω ο παππούς μου Αριστείδης Φοίβας). Με τα γυαλιά ο Τάσος Βελούδης

«Στ’ αλώνια καλοσάρωτα και ξεχωρταριασμένα θα ξαπλωθούν οι θημωνιές, ξανθόμαλλες πλεξίδες…» (Γ. Δροσίνης)

 8-7-1950 δεματοποίηση - η αλωνιστική

Στη συνέχεια περίμεναν τον μπάτη για να λιχνίσουν, να ξεχωρίσουν το στάρι από τα άχυρα. Με τις ξύλινες πιρούνες  (τα δικούλια)  σήκωναν τα στάχυα στον αέρα, ο καρπός έπεφτε βαρύς κάτω και τα ξερά χόρτα ελαφριά σωρεύονταν σε μια γωνιά, πολύτιμη τροφή για τα ζώα τους που θα γίνει μπάλες και θα μεταφερθεί στις αποθήκες (στ’ αχούρια). Έχει εξασφαλιστεί το ψωμί της χρονιάς της φαμίλιας και των ζώων τους.

Και να ήρθε το μαράζωμα των καλλιεργειών, συνέπεια των αλλαγών του σύγχρονου τρόπου ζωής και της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση.

το φυλλάδιο του συνεταιριστή





Χάρη στη συλλεκτική μου μανία στα χέρια μου έπεσε το Καταστατικό του Γεωργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ». Μία ιδρυτική ομάδα με συλλογικό σχεδιασμό και ευθύνη δημιούργησε τον Συνεταιρισμό και έτσι δημιουργήθηκε  το μητρώο των συνεταιριστών. Φυσικά προϋπήρχε η συνεταιριστική νομοθεσία, με κανόνες, δεσμεύσεις, μηχανισμούς ελέγχου, μηχανισμό διανομής χρημάτων που λειτουργούσε προς όφελος μιας κοινωνικής παραγωγικής ομάδας.

Υπήρχε υποστηρικτικός μηχανισμός, από την Αγροτική τράπεζα και ένας υποτυπώδης συμβουλευτικός μηχανισμός. Υπήρχε αξιολόγηση, οικονομικός έλεγχος γραμματειακή υποστήριξη και συμβουλευτική από την Ηρώ Λαζαρίδου, που εργαζόταν στον Αγροτικό Συνεταιρισμό ως Γραμματέας. Η πόλη μας είχε αποκτήσει τη δική της συλλογικότητα,  χωρίς ίσως και να αντιλαμβάνονται επί της ουσίας τη σπουδαιότητα των σκοπών και των στόχων, αλλά  τα αποτελέσματα σαφώς και ήταν άκρως εργασιακά, κοινωνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά.

Κυρίως πίστευαν -κάτι που εκλείπει τουλάχιστον στην πατρίδα μας- στην ομαδική δραστηριότητα, είχαν το δικό τους δίκτυο αλληλοβοήθειας και αλληλοϋποστήριξης, καθώς και μια ιδιαίτερη  μορφή οργάνωσης και επικοινωνίας.

Ώσπου ήρθε η επέλαση των μεγάλων συμφερόντων. Τα περιουσιακά στοιχεία πολλών αγροτικών συνεταιρισμών οδηγήθηκαν ή οδηγούνται σε ιδιωτικά χέρια. Στις μέρες μας σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία υπάρχουν 6.500 συνεταιρισμοί «σφραγίδες» και περίπου 880 ενεργοί με περίπου140000 μέλη. Ευτυχώς, επιτυχώς εργάζεται ο Συνεταιρισμός των ελαιοπαραγωγών της Θερμησίας.

Ο αγροτικός τομέας αποτελεί τον πυλώνα της οικονομίας, δεν λέω κάτι πρωτόγνωρο.

Η γη που μάς δίνει καρπούς κι αρώματα, εκείνη θρέφει όλους μας που άλλοτε ήταν καλλιεργήσιμη και παραγωγική οικοπεδοποιήθηκε, περιφρονήθηκε και στις μέρες μας η  γεωργία μια επίπονη, σταδιακή και διαρκής διαδικασία αποτελεί το μεγάλο θύμα της κλιματικής αλλαγής καθώς επηρεάζεται έντονα όσο καμία άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα ενώ οι αγρότες μας την βιώνουν όλο και πιο συχνά, όλο και πιο έντονα.

            Στο άρθρο μου παραθέτω φωτογραφικά ντοκουμέντα, επιτρέψτε μου μεγάλης αξίας. Σε τούτα αποτυπώνονται πράγματα που ίσως με την πρώτη ματιά θεωρούνται ασήμαντα.

Με την ευκαιρία να αναφερθώ και σε έναν άλλο ιστορικό και δραστήριο Συνεταιρισμό στων Σπογγαλιευτικό, στον οποίο υπήρξαν ενεργά μέλη ο πατέρας μου Μίμης Σκούρτης και τ’ αδέλφια του Κοσμάς και Τζώρτζης. Οι σπογγαλιείς μας, μια κοινωνική, άκρως παραγωγική ομάδα, με συνεταιριστική συντροφική κουλτούρα, με εταιρική συνείδηση και συνύπαρξη.

Υ.Γ. Αιτία της γραφής του άρθρου αποτελεί η εξαιρετική φωτογραφία της Ρίνας Λουμουσιώτη με τα δεμάτια στον αγρό

Βιβή Σκούρτη