Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο τεύχος Σεπτεμβρίου Saronicmagazine που διανέμεται δωρεάν
Της Βιβής Σκούρτη
Φοίτησα το Μαράσλειο Διδασκαλείο στο τμήμα Νηπιαγωγών τα ακαδημαϊκά έτη 1997-99
«Η χαμένη αθωότητα», ζωγραφικός πίνακας που
εικονίζει έφηβη να παίζει σε μια λίμνη με χάρτινο καράβι. Χρώματα φωτεινά και
κάπου στο βάθος αναδύεται ένας κύκνος.
Κυρίαρχο πορτρέτο «Η μαντηλοφορούσα», ο τίτλος είναι δικός μου, γιατί η Λίτσα την ονομάζει «Νυφιάτικο». Μένω μπροστά στον πίνακα ώρα πολύ, μέσα στο καρό της πρόσωπο, στα σμιχτά της φρύδια βλέπω την καρτερικότητα της παλιάς Ερμιονίτισσας που περιμένει τον ξενιτεμένο της.
Της Βιβής Σκούρτη
Φοίτησα το Μαράσλειο Διδασκαλείο στο τμήμα Νηπιαγωγών τα ακαδημαϊκά έτη 1997-99
Ως
αφορμή της παρούσης γραφής του κειμένου ήταν η εργασία στο μάθημα της Μουσειακής
αγωγής που είχαμε ως διδάσκουσα την Καθηγήτρια
Ε. Νάκου.
Το θέμα
της εργασίας ήταν, η περιγραφή ενός Μουσείου ή η παρουσίαση μιας Έκθεσης.
Βρήκα
αξιολογότερο να αναφερθώ και να παρουσιάσω την Έκθεση ζωγραφικής της Λίτσας
Παγώνη που εκείνη την εποχή πραγματοποιείτο στην αίθουσα εκθέσεων του Δημοτικού
Θεάτρου Πειραιά από 3 έως και 9 Νοεμβρίου του 1997, με την αιγίδα της Δημοτικής
Πινακοθήκης Πειραιά και της (ΔΟΕ) Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας.
Με
τη δημιουργό μας ένωνε ο δεσμός της πατρίδας, αλλά κυρίως μας συνέδεε μια βαθιά
και ειλικρινής φιλία, κοινοί οραματισμοί, στοχασμοί και στόχοι.
Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά πέρα
από τα ιστορικά και αισθητικά του προσόντα, αποτελεί σημείο αναφοράς της πόλης που κοσμεί. Δρασκελώντας τα μαρμάρινα
σκαλοπάτια του ήμουν σίγουρη για το αξιόλογο της καλλιτεχνικής δουλειάς που θα
αντίκριζα.
Η
αίθουσα ευχάριστη, φωτεινή ζεστή, θερμή θα ‘λεγα, όπως και η αγκαλιά που
ανταλλάσω με τη φίλη-δασκάλα-καλλιτέχνιδα.
Τα
μάτια μου αρχικά «τρέχουν» από μακριά σε όλους τους ζωγραφικούς πίνακες και στη
συνέχεια ζυγώνω να απολαύσω.
Ξεχωρίζω
αμέσως κάποιους και στέκομαι περισσότερο, προσπαθώ να τους «προσεγγίσω», να
τους μυρίσω, να τους γευτώ, να τους αισθανθώ, καθώς ένας χορός αισθήσεων με
κυριεύει.
«Οι φίλες», αποδίδεται με άπλετη
τρυφερότητα. «Το δελφινοκόριτσο», «Η
μάνα μου», «Η γέννηση μέσα απ’ το κοχύλι», ο πίνακας συμπληρώνεται και
ολοκληρώνεται με τους στίχους της Κοκορέλη Αργυρώς:
«Όταν ανθίζει το ανοιχτό κοχύλι
«Όταν ανθίζει το ανοιχτό κοχύλι
γεννιέσαι
κι ύστερα σκορπίζεις τα χίλια πρόσωπά σου
στον
κόσμο»
«Αποχωρισμός», χρώματα μουντά κυριαρχούν κι
ένα τραίνο και πονεμένες γυναικείες μορφές.
«Μάνα και κόρη», ακουμπούν τα μάγουλά τους
και αγκαλιάζονται τρυφερά. Μένω να τον κοιτάζω για ώρα νιώθω να ταυτίζομαι και
να συλλογιζόμενη τη δική μου κόρη.
«Τομή», ένας πίνακας που βγάζει
σκληρότητα∙ λαιμός και κεφάλι αποκομμένα από το υπόλοιπο σώμα. Η λογική και το
συναίσθημα και στο θέμα μας κυρίαρχη η λογική.
«Η γιασεμούλα», γυναικεία μορφή με ωραία
ξέπλεκα, χυτά μαλλιά στους ώμους, κρατάει στο στήθος της ένα μπουκέτο γιασεμιά.
Το
θέμα της εκθέτουσας συλλογής έχει ως τίτλο της: « Η Γυναίκα», η γυναίκα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, με τις
πολλές μορφές της και τις πολλές υποχρεώσεις της. Στέκομαι στις μορφές
έκφρασης.
Τα υλικά που χρησιμοποιεί η
καλλιτέχνης είναι παστέλ, ώχρες και λάδι∙ ξηρά παστέλ και λάδι, πάνω σε καμβά ή
σε χαρτόνι. Σαράντα ένας ζωγραφικοί πίνακες, είκοσι σε μουσαμά και είκοσι ένας
σε χαρτόνι. Τα χρώματα ανάλογα τη θεματολογία είναι παλ, ροζ, γαλάζια, γκρίζα
ανοιχτά και κάποτε σκούρα και γκρι-πράσινα.
Χαρακτηριστικό στοιχεία σε όλους
τους πίνακες ο γυναικείος λαιμός που είναι αρκετά υψηλός∙ σημείο ανάτασης
θαρρώ, που τραβάει τη γυναικεία μορφή προς τα επάνω, την κάνει αγέρωχη,
περήφανη, αξιοπρεπή, δυνατή και αποφασισμένη να πετύχει, να ξεφύγει από τα
δεσμά του κοινωνικού κατεστημένου.
Κυρίαρχο πορτρέτο «Η μαντηλοφορούσα», ο τίτλος είναι δικός μου, γιατί η Λίτσα την ονομάζει «Νυφιάτικο». Μένω μπροστά στον πίνακα ώρα πολύ, μέσα στο καρό της πρόσωπο, στα σμιχτά της φρύδια βλέπω την καρτερικότητα της παλιάς Ερμιονίτισσας που περιμένει τον ξενιτεμένο της.
Ακολουθούν: «Δρυάδες», «Πέτρες», «Μηχανές», «Ελπίδα», «Σύμπλεγμα», «Αγριολούλουδα».
Οι
ζωγραφικοί της πίνακες αποτελούν την περιπέτεια της δικής της γραφής.
Έμεινα
στο χώρο της Έκθεσης κάμποσες ώρες κοιτάζοντας και ξανακοιτάζοντας.
Συγκινήθηκα, ένιωσα συναισθήματα χαρά και απόλαυσης, η δουλειά της με άγγιξε,
μπόρεσα ακόμα και να αγγίξω σα να ήθελα να αντιληφθώ και την πιο μικρή
λεπτομέρεια. Είδα ακόμα μια πτυχή της προσωπικότητας της φίλης μου και ο
θαυμασμός μου γι αυτήν μεγάλωσε. Μέχρι τώρα ήξερα ότι ήταν μια πολύ καλή δασκάλα
και στην πορεία ανακάλυψα ότι είχα να κάνω με μια σπουδαία ζωγράφο. Στο
διάστημα αυτό κι άλλα πρόσωπα γνωστά κι αγαπητά ήρθαν να προστεθούν στο χώρο.
Μέσα από το κοίταγμα μπόρεσα να δω
και μέσα από το άκουσμα πλήθυναν οι στοχασμοί μου. Πήρα το φως και τα μηνύματα
των έργων της και αποχώρησα κουβαλώντας μέσα μου τις γυναικείες μορφές της.
Επιπλέον πήρα και άριστα στην εργασία που επέδωσα.
Η
Λίτσα συνταξιούχος πια ζει στην ιδιαίτερη πατρίδα μας την Ερμιόνη, συνεχίζει να
εμπνέεται, να δημιουργεί σκαριφήματα και της εύχομαι γρήγορα να πιάσει πάλι τα
πινέλα της.
Η μαντηλοφορούσα, Καρτερία (κόσμησε το εξώφυλλο του τεύχους με αριθμό 7 του Περιοδικού μας "Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα".
οι τρεις Ερμιονίτισσες ζωγράφοι: από αριστερά Κατερίνα Παπαμιχαήλ-Ρήγα, Ανθούλα Λαζαρίδου-Δουρούκου, Λίτσα Παγώνη, που τιμήθηκαν από τις δασκάλες και τα παιδιά του 1ου Νηπιαγωγείου της Ερμιόνης το σχ. έτος 2008, με την ευκαιρία της τελικής γιορτής που είχε ως θέμα της τη ζωγραφική τέχνη.