Του Γιάννη Λακούτση
Για το ποιος ανακάλυψε
το πρώτο παγωτό, υπάρχουν πολλές
ιστορίες, κανείς όμως δεν
μπορεί να πει
με σιγουριά ποια
είναι η αληθινή. Ιστορικά
στοιχεία θέλουν τη
δροσερή αυτή λιχουδιά
να ξεκινά από
την Κίνα το
2000 π.Χ, όταν κάτοικοι ανάμειξαν
ένα πιάτο ρύζι
με βουβαλίσιο γάλα
με πάγο, και
το κατάψυξαν στο
χιόνι, σαν ένα
είδος παγωμένου ρυζόγαλου. Άλλες πηγές
αναφέρουν ότι ως
ιδέα, ξεκίνησε από τον Μέγα
Αλέξανδρο, ο οποίος
έτρωγε χιόνι αρωματισμένο
με μέλι. Ο αυτοκράτορας Νέρων,
έτρωγε χιόνι και
πάγο αρωματισμένα με
χυμό και φρούτα,
σαν ένα είδος
πρώτου παγωτού. Μια άλλη
άποψη θέλει τη συνταγή
του πρώτου παγωτού
στον κόσμο, να
φτάνει στην Ιταλία
από την Κίνα μέσω του
Μάρκο Πόλο. Στο «βιβλίο
των θαυμάτων του
κόσμου» το οποίο κυκλοφόρησε τον 13ο μ.Χ
αιώνα, πληροφορούσε την
Ευρώπη μεταξύ άλλων και για
τα παγωμένα γλυκίσματα
και τις συνταγές
τους, όπως και
για τον Κινεζικής
επινόησης τρόπο παρασκευής
πάγου, ανακατεύοντας το νερό
με νιτρικό κάλιο. Στην
Αναγεννησιακή Φλωρεντία, η ισχυρή οικογένεια των Μεδίκων, διοργάνωσε και χρηματοδότησε διαγωνισμό για το καλύτερο επιδόρπιο η κατ’ άλλους για το σπανιότερο έδεσμα. Ο Cosimo Ruggeri, πτηνοτρόφος και ερασιτέχνης μάγειρας, κέρδισε το πρώτο βραβείο, με το παγωμένο επιδόρπιό του από γλυκό χυμό φρούτων και πάγο και απόκτησε μεγάλη φήμη. Μία άλλη εκδοχή, την οποία υιοθετεί και το Μουσείο Παγωτού της Μπολόνια, αναφέρει τον Ruggeri ως έμπιστο αλχημιστή και αστρολόγο της Αικατερίνης των Μεδίκων. Η γνώση του αυτή της Αλχημείας, δηλ. της αλληλεπίδρασης των στοιχείων, θεωρείται ότι τον κατέστησαν ικανό να δημιουργεί τα παγωμένα γλυκά μίγματα που εντυπωσίασαν την Γαλλική αυλή και αριστοκρατία. Το 1686 ο Σικελός Francesco Procopio dei Coltelli, αναζητά μια καλύτερη τύχη στο Παρίσι. Ανοίγει ένα μικρό καφέ στην αρχή, όπου πούλαγε τα σορμπέ που παρασκεύαζε όπως είχε μάθει από τον παππού του. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος ΙΔ εκθειάζοντας τον δημόσια, συμβάλλει στην μεγάλη του επιτυχία. Σύντομα ανοίγει ένα
μεγαλύτερο καφέ το «Café Procope” που έμελλε
να γίνει ένα
από τα διασημότερα της Ευρώπης
και λογοτεχνικό στέκι,
στέκι διανοουμένων, καλλιτεχνών
και πολιτικών. Το «Café Procop»
υπάρχει ακόμα στη Rue de l’Ancienne Comedie,
σερβίρει πλήρη γεύματα
όπως και τα
παγωτά και τα
σορμπε που γευόντουσαν
ο Βολταίρος, ο
Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ο
Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο
Βίκτωρ Ουγκώ κ.α.
Συνταγές για σορμπέ
και γρανίτες δημοσιεύθηκαν
το 1694 στο
έργο « Ο μοντέρνος Οικονόμος» ( Lo Scalco alla Moderna)
του Antonio
Latini. Περίπου
το 1700 δημοσιεύθηκε
το βιβλίο «
Η Τέχνη
Αναγεννησιακή Φλωρεντία, η ισχυρή οικογένεια των Μεδίκων, διοργάνωσε και χρηματοδότησε διαγωνισμό για το καλύτερο επιδόρπιο η κατ’ άλλους για το σπανιότερο έδεσμα. Ο Cosimo Ruggeri, πτηνοτρόφος και ερασιτέχνης μάγειρας, κέρδισε το πρώτο βραβείο, με το παγωμένο επιδόρπιό του από γλυκό χυμό φρούτων και πάγο και απόκτησε μεγάλη φήμη. Μία άλλη εκδοχή, την οποία υιοθετεί και το Μουσείο Παγωτού της Μπολόνια, αναφέρει τον Ruggeri ως έμπιστο αλχημιστή και αστρολόγο της Αικατερίνης των Μεδίκων. Η γνώση του αυτή της Αλχημείας, δηλ. της αλληλεπίδρασης των στοιχείων, θεωρείται ότι τον κατέστησαν ικανό να δημιουργεί τα παγωμένα γλυκά μίγματα που εντυπωσίασαν την Γαλλική αυλή και αριστοκρατία. Το 1686 ο Σικελός Francesco Procopio dei Coltelli, αναζητά μια καλύτερη τύχη στο Παρίσι. Ανοίγει ένα μικρό καφέ στην αρχή, όπου πούλαγε τα σορμπέ που παρασκεύαζε όπως είχε μάθει από τον παππού του. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος ΙΔ εκθειάζοντας τον δημόσια, συμβάλλει στην μεγάλη του επιτυχία. Σύντομα ανοίγει ένα
συνταγές για παγωτά και σορμπέ με βερίκοκο, σοκολάτα, τριαντάφυλλο, καραμέλα κ.α. Η πρώτη αναφορά παγωτού στην Αμερική, έγινε το 1744, όταν ένας Σκωτσέζος άποικος επισκέφθηκε το σπίτι του κυβερνήτη του Μέρυλαντ και έγραψε για το νόστιμο παγωτό φράουλα που δοκίμασε στο γεύμα, ως φιλοξενούμενος. Το 1770 ο Giovani Basolo, Ιταλός μετανάστης, ανοίγει την πρώτη gelateria στην Ν. Υόρκη. Η πρώτη διαφήμιση για το παγωτό στην Αμερική εμφανίστηκε το 1777 στη Ν. Υόρκη. Ο Πρόεδρος της Αμερικής Τζόρτζ Ουάσιγκτον γεύεται για πρώτη φορά παγωτό, σε δεξίωση Γάλλου υπουργού και το αγάπησε. Ο Τόμας Τζέφερσον, τρίτος Πρόεδρος των ΗΠΑ, λάτρης του παγωτού, έμαθε την τέχνη του όταν βρισκόταν στην Γαλλία σε διπλωματική αποστολή. Συνήθιζε να προσφέρει στους καλεσμένους του την « ομελέτα- έκπληξη», ψητό παγωτό με μπόλικο σιρόπι. Στην βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, φυλάσσεται ιδιόχειρη συνταγή του, για παγωτό βανίλια.
Το 1843 μια
νοικοκυρά από το Ν.
Τζέρσευ κατασκευάζει την
πρώτη
χειροκίνητη παγωτομηχανή. Μέσα
σε τριάντα χρόνια είχαν
εμφανιστεί 70 βελτιωμένοι τύποι της. Η μεγάλη
ζήτηση παγωτού κάνει
τον Τζ. Φάζελ να
ιδρύσει την πρώτη
βιομηχανία παγωτού το
1851, στη Βαλτιμόρη. Το
πρώτο παγωτό ξυλάκι παρασκευάστηκε από
τον Harry
Bust το
1903, ενώ η
δημοφιλής πεποίθηση ότι
το παγωτό χωνάκι,
από Σύρο μετανάστη,
πρωτοεμφανίστηκε στη «World’s Fairy», έκθεση του
1904, δεν ευσταθεί. Ο τύπος αυτός
του παγωτού αναφέρεται
στο βιβλίο μαγειρικής
« Mrs. Marshall’s Cookbook»,
του 1888. Το πρώτο
παγωτό που γεύτηκε
η Ελλάδα, είναι
αυτό που πρόσφερε
ο Βαυαρός αντιβασιλέας,
Άρμανσπεργκ, στην Αθηναϊκή αριστοκρατία,
το 1835. Συγκεκριμένα, η
σύζυγός του μαζί
με κάποιον Κάλβο,
Ιταλό διευθυντή ξενοδοχείου, που σκόπευε
να ανοίξει ζαχαροπλαστείο και
έτσι προκειμένου να το
διαφημίσει, πρότεινε στην
κόμισσα να κατασκευάσει
αυτός παγωτά για
τους προσκαλεσμένους της. Άλλη
όμως πηγή έχει
διαφορετική άποψη. Αναφέρεται
στο πρώτο ζαχαροπλαστείο της
Αθήνας, δίπλα στη Χρυσοσπηλιώτισσα στην
οδό Αιόλου, το οποίο
άνοιξε το 1835
και ήταν το
πρώτο ευρωπαϊκό ζαχαροπλαστείο της Αθήνας, το
ζαχαροπλαστείο Λερίου…Το ζαχαροπλαστείο αυτό
ανάλαβε την παραγωγή
παγωτών για τον
χορό του αντιβασιλέα.
Όμως… « Ενώ
το βαλς εξακολουθούσε
να παίζεται από
την μπάντα του
Βαυαρικού Τάγματος, οι
αίθουσες του Μεγάρου
άδειαζαν. Γυναίκες και άνδρες εξαφανίζονταν. Μετέβαλον
το δάπεδον της
αιθούσης εις δεινώς
κυμαινόμενον σκάφος
προσπαθώντας να βρουν
κάποια σκοτεινή γωνιά
για να ακουμπήσουν
τις στομαχικές διαταραχές
τους!». Το 1841
στη συμβολή των
οδών Αιόλου και
Ευριπίδου, στην Αθήνα,
ανοίγει ένα από
πρώτα ζαχαροπλαστεία και
σερβίριζε « τερψιλαρύγγεια»
όπως λουκούμια γλυκά
ταψιού και παγωτό. Καθώς
πολλοί Επτανήσιοι, οι
οποίοι είχαν μάθει
την τέχνη της
Ιταλικής ζαχαροπλαστικής, την εφάρμοζαν στην
Αθήνα, μετά την
Ένωση των Ιονίων
Νήσων με την
Ελλάδα, το παγωτό
εκλαϊκεύεται και φθηναίνει.Το
εκλαϊκευμένο παγωτό λεγόταν
γιάτσος από την
ιταλική λέξη ghiaccio (πάγος).
Από την εφημερίδα
ΕΜΠΡΟΣ του 1952 σε άρθρο
με τίτλο: «Nα πως εδροσίζοντο
οι Αθηναίοι το
1870», μαθαίνουμε πώς διατηρούσαν
τα τρόφιμα και
πως κατασκεύαζαν το
παγωτό τους την
εποχή αυτή: «Μέσα
στις βαθιές χαράδρες
της Πάρνηθας, υπήρχε
όλο το καλοκαίρι
πετρωμένο χιόνι. Το
κουβαλούσαν στην πόλη
με ζώα, μέσα
σε κοφίνια και
ανάμεσα σε άχυρα.
Έτσι διατηρούσαν τα
τρόφιμα και κατασκεύαζαν
το παγωτό τους
το λεγόμενο γιάτσο.
Το μίγμα που
ήταν γάλα, ζάχαρη
και χιόνι, το
έβαζαν πάνω σε μία
μικρή πήλινη βάση,
απ’ όπου κρατούσαν
το παγωτό και το πιπίλιζαν
σιγά-σιγά…» Το πρώτο
τυποποιημένο παγωτό είχε γεύση
βανίλια και κυκλοφόρησε
το 1936 από
την Ελληνική Βιομηχανία
Γάλακτος (ΕΒΓΑ), των
αδελφών Σουραπά, που μόλις
είχαν επιστρέψει από
την Αμερική με
την απαραίτητη τεχνογνωσία
και την άδεια ευρεσιτεχνίας
του παγωτού «ξυλάκι». Την
εποχή εκείνη δεν
υπήρχαν ψυγεία γι
αυτό και επιστρατεύτηκαν οι
πλανόδιοι πωλητές που
διέθεταν καρότσι με
πάγο. Έτσι δημιουργήθηκε
το επάγγελμα του παγωτατζή, ο οποίος με
λευκή ποδιά και
σκούφο σάρωνε τις
γειτονιές με το
τρίκυκλό του.
Ο Παγωτατζής
Του παγωτατζή το καροτσάκι
στο σοκάκι
Μέσα στο χρυσό
λιοπύρι
Του φτωχού το
πανηγύρι.
Τρέχουν τα μικρά
τ’ αγόρια σαν
κοκόρια
Και πιο πέρα
τα κοράσια σαν
κεράσια.
Ένα παγωτό χωνάκι
κρέμα, φράουλα, σοκολάτα
Δρόσισε όλο το
δρομάκι
τι είν’ τα νιάτα, τι
είν’ τα νιάτα.
Μια καρδιά γαρουφαλιά
μοναχά δε τη
δροσίζει
Καίγεται στη σιγαλιά
ρουμπινιά φωτιά και
τρίζει.
Του παγωτατζή το
καροτσάκι στο σοκάκι
μια μικρή
λευκή εκκλησούλα
καμωμένη από δροσούλα.
Κι είναι το
μικρό χωνάκι σαν
κεράκι
λίγο λίγο λιώνει,
σβήνει
του καημού συχώριο
δίνει.
Γιάννης Ρίτσος
Το ακριβότερο παγωτό
στον κόσμο λέγεται
Black Diamond. Παρασκευάζεται με
βανίλια Μαδαγασκάρης, σαφράν
από το Ιράν,
μαύρη τρούφα από
την Ιταλία και
είναι καλυμμένο με
βρώσιμο χρυσό 23
καρατίων. Το μπολ
και το κουταλάκι
του οίκου Versace, μένουν στον
πελάτη. Κόστος κάθε
μπάλας 817 δολάρια
Αμερικής, μόνο.