Τρίτη 14 Αυγούστου 2012

Ο κουρέας


Του Ιωάννη Λακούτση

« Δεν είναι παράξενο που οι κουρείς είναι φλύαρη τάξη, οι πιο φλύαροι άνθρωποι μπαίνουν στο μαγαζί τους καθημερινά και κάθονται στις καρέκλες τους κι έτσι γεμίζουν κι εκείνους από αυτή τους τη συνήθεια. Επί παραδείγματι ήταν πολύ επιτυχημένη η απάντηση που έδωσε ο βασιλιάς Αρχέλαος σε κάποιον φλύαρο κουρέα, ο οποίος καθώς του έβαζε την πετσέτα, τον ρώτησε: “ Πώς να σε κουρέψω βασιλιά;”
“ Σιωπηλά” είπε ο Αρχέλαος». (Πλούταρχος-Ηθικά).

Ήδη από το 2500 π.χ οι κομμώσεις των ανδρών και γυναικών ήταν μέρος της εμφάνισης και της εν γένει εικόνας του ατόμου. Τα κουρεία καθώς αναφέρει ο Όμηρος, ήταν κινητά εγκατεστημένα στην ύπαιθρο. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν ήταν το ξυράφι (ξυρόν) και το ψαλίδι(ψαλίς). Αλλά και η βαφή των μαλλιών δεν ήταν άγνωστη. Ήδη από τον Ε αιώνα π.χ  ήταν αρκετά διαδεδομένη η συνήθεια του « μελαίνεσθαι ή ξανθίζεσθαι την κόμην».Αλλά και οι περούκες  ήταν γνωστές. Η συνήθεια αυτή πρέπει να ήρθε από την Ασία, διότι ο Ξενοφών στην «Κύρου Παιδεία» αναφέρει ότι ο Αστυάγης,  παππούς του Κύρου, είχε βαμμένα  φρύδια και φορούσε ψεύτικα μαλλιά. Στην Ιλιάδα του Ομήρου, ο Αχιλλέας και οι Μυρμιδόνες του, έκοβαν τα μαλλιά τους μπροστά στον νεκρό Πάτροκλο, αλλά και οι γυναίκες σε περιπτώσεις συμφοράς μαδούσαν τα μαλλιά τους.
Οι Ρωμαίοι για πολλούς αιώνες είχαν μαλλιά μακριά. Και μόνο το 454 π.χ ήρθαν στη Ρώμη κουρείς από τη Σικελία, οι οποίοι εισήγαγαν το ξύρισμα, που έγινε μόδα και τα κουρεία τόπος συνάντησης για τους Ρωμαίους. Από τότε απαλλάχτηκαν από τα μακριά μαλλιά και τα γένια. Στην Βυζαντινή εποχή, τα πλούσια μαλλιά, ή μαλλίτζια, όπως τα έλεγαν οι Βυζαντινοί, θεωρούνταν κόσμημα όχι μόνον των γυναικών, αλλά και των ανδρών. Απέφευγαν όμως τα συχνοκτενίσματα, διότι θεωρούνταν ως κάτι προσβλητικό, όπως και το να είναι κανείς αχτένιστος.  Από τους περισσότερους το ξανθό χρώμα των μαλλιών θεωρείτο το ωραιότερο και γι αυτό χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα για να τα ξανθαίνουν. Για να κατσαρώνουν, τα άλειφαν με λάδι η με μια αλοιφή που αποτελείτο από ρίζες ασφόδελου  ανακατεμένες  με κρασί ή τα πίεζαν πάνω σε ζεστό σίδερο ή τα τύλιγαν γύρω από καλάμια.
Μια από τις ιδιότητες του κουρέα, αφορά τη σχέση του επαγγέλματος με την Ιατρική. Κατά τον Μεσαίωνα, όταν δεν υπήρχαν επαγγελματίες χειρουργοί, οι αφαιμάξεις
(που  έκαναν οι κουρείς ως βοηθοί των ιερέων ) αποτελούσαν την πιο προσφιλή μέθοδο θεραπείας. Όταν δε η σύνοδος της Τουρ το 1163 απαγόρευσε στους κληρικούς να αντλούν αίμα, η χειρουργική τέχνη πέρασε στα χέρια των κουρέων και άντεξε έξι αιώνες.
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας η ελληνική κοινωνία περνάει μια περίοδο μεταβατικότητας. Οι Έλληνες αρχίζουν να έρχονται σε στενότερη επαφή με την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζει σιγά σιγά ο τρόπος ζωής, ένδυσης, κόμμωσης. Οι άνδρες είναι πιο κομψοί με κοντά μαλλιά και περιποιημένα γένια (πώγωνα).
Στα χωριά μας, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρχαν υπαίθριοι κουρείς αλλά και πλανόδιοι, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους σε όποιον τις είχε ανάγκη. Ένας τέτοιος πλανόδιος κουρέας ήταν και ο Γεώργιος Δεστές από το Ηλιόκαστρο Ερμιονίδος.
Βλέποντας ότι έβγαινε το μεροκάματο έφτιαξε τον δικό του χώρο. «…Το κουρείο ήταν στην πλατεία και ήταν ισόγειο. Είχε δύο πολυθρόνες. Το ταβάνωμα ήτανε άσπρο και στον τοίχο είχε την ποδοσφαιρική ομάδα του Ηλιοκάστρου. Χρησιμοποιούσα κολόνια «Μυρτώ» και πούδρα που την αγοράζαμε με το κιλό από τον Πειραιά. Σαν κτήριο υπάρχει ακόμα αλλά είναι εγκαταλειμμένο», λέει ο γιος του Δημήτρης, που ανέλαβε το κουρείο μετά το θάνατο του πατέρα του.
To Σωματείο « Αδελφότης Καταστηματαρχών Κουρέων- Κομμωτών Νομού Αττικής», είναι το παλιότερο επαγγελματικό σωματείο του ελληνικού κράτους, με αύξοντα αριθμό καταστατικού Πρωτοδικείου 1 (ένα).
( 1. «Τα Μπαρμπέρικα» Ζωή Ρωπαϊτου. 2. εφημ. Ελευθεροτυπία.)