Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Ο Δήμος Ερμιονίδας διαχειρίζεται περί τα 8 000 000 € το χρόνο.

Του Βασίλη Γκάτσου
Ε, δεν είναι και ο Δήμος της Νέας Υόρκης!
Ο Δήμος Ερμιονίδας διαχειρίζεται περί τα 8 000 000 € το χρόνο.
Με δεδομένο ότι η Ερμιονίδα έχει 12000 μόνιμους κατοίκους αντιστοιχούν σε 667 € ανά κάτοικο, χοντρικά 2700 € ανά οικογένεια.
Με δεδομένο ότι η Ερμιονίδα έχει πολλά εξοχικά που συνεισφέρουν στα έσοδα αλλά και στα έξοδα τότε τα 667 € πέφτουν δραματικά, ας πούμε στα 400 € και ανά ευρύτερη οικογένεια στα 1600 €.
Με δεδομένο ότι η Ερμιονίδα φιλοξενεί πολλούς ξένους στα διάφορα τουριστικά καταλύματα, τότε τα 400 € πέφτουν στα 100 με 200 € ανά άτομο που ζει η πέρασε από τον τόπο μας το χρόνο.
Είναι ασήμαντα ποσά, και θα ήταν πολύ φυσικό η ενασχόληση του τοπικού και νομαρχιακού τύπου, η ενασχόληση των τοπικών και περιφερειακών μπλογκ να ήταν ανάλογη αυτού του ποσού, δηλαδή να ήταν σχεδόν ασήμαντη. Αν ο Δήμος διαχειριζόταν ετησίως ένα ποσό 50 000 000 € που είναι πλήρως ανάλογο της δυναμικότητας της περιοχής, τότε η ενασχόληση δικαίως θα ήταν σημαντική.

Άρα για τον σχεδόν ασημάντως δραστηριοποιημένο Δήμο μας ξοδεύεται πολύ μελάνι, ενώ
ελάχιστο μελάνι ξοδεύεται για την δραστηριότητα και τις έγνοιες του κόσμου της Ερμιονίδας. Μοιάζει με ένα καρπούζι που συνεχώς μιλάμε για τα κουκούτσια του και αγνοούμε όλο το υπόλοιπο.
Γιατί;
Νομίζω ότι μας συνεπαίρνει ο κρατισμός, μας συνεπαίρνει η ταύτιση σοσιαλισμού – κρατισμού, μας συνεπαίρνει η πολιτική και κομματική διασύνδεση και το συμφέρον μας με τις δομές του κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Συνεπαίρνει σημαίνει και παρασύρει. Και αυτό είναι μέρος της κρίσης που περνάμε. Μέρος μεν, αλλά το σημαντικότερο.
Η παραγωγή, οι οδηγίες της ΕΕ που πρέπει να εφαρμοστούν στον τόπο μας, οι σχέσεις που αλλού αναπτύσσονται και οδηγούν σε κοινές παραγωγικές προσπάθειες, τα μετρήσιμα μεγέθη της τοπικής οικονομίας, η προσαρμογή μας σε νέους τρόπους διοίκησης και ανάπτυξης, η διασύνδεση των ατομικών προσπαθειών για ένα καλύτερο αποτέλεσμα, είναι έξω από τη σκέψη μας, έξω από τη σφαίρα των ενδιαφερόντων μας, τελικά έξω και από το συμφέρον μας. Λείπει η αυτοκριτική διάθεση, όχι μόνον για το πώς έφτασε η χώρα μέχρι εδώ, αλλά για το πώς μείνανε οι θάλασσες της Ερμιονίδας χωρίς ψάρι, πώς μείναμε χωρίς νερό, τι κάναμε τις επιδοτήσεις που μας έδινε αφειδώς πρώτα το κράτος και ύστερα η Ευρωπαϊκή Ένωση, πόσο γιγαντώσαμε τις τοπικές δημόσιες υπηρεσίες, τι πετύχαμε με το να πουλάμε τη γη μας, γιατί δεν μεταποιούμε τα προϊόντα μας, γιατί στον τουριστικό τομέα είναι ο καθένας μόνος του κ.λ.π.

Για να δούμε το επίπεδό μας, φέρνω για παράδειγμα μια συνάντηση που είχε ο Δήμαρχός μας με τους διευθυντές ξενοδοχειακών μονάδων πριν από μήνες. Συνάντηση φυσικά χωρίς προετοιμασία, περισσότερο για ανταλλαγή απόψεων και γνωριμία. Οι ξενοδόχοι ζητούσαν από τον δήμο διαφήμιση και προβολή της περιοχής. Ο δήμαρχος τους ζητούσε συμμετοχή χωρίς να την προσδιορίζει. Σε ένα όμως σημείο την προσδιόρισε: Είπε στους ξενοδόχους να καταναλώνουν και να διαφημίζουν τα τοπικά προϊόντα. Μάλλον δυσφόρησαν οι ξενοδόχοι και απάντησαν ότι τα τοπικά είναι ακριβά και για λόγους κόστους είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν την αγορά, δηλαδή να ψωνίζουν αυτό που είναι φτηνό ή φτηνότερο απ’ όπου και αν προέρχεται.
Δεν το γράφω για να γίνει κριτική, αλλά θα μπορούσαν να απαντήσουν: «Κύριε Δήμαρχε δεν υπάρχουν τοπικά προϊόντα εκτός από λίγο λάδι ίσως και μέλι. Κι εμείς είμαστε ξενοδόχοι σκέτοι, αποσυνδεδεμένοι από το οικονομικό γίγνεσθαι της Ερμιονίδας και κοιτάμε το κόστος μας και την επιβίωση του ξενοδοχείου μας».

Από την Κρήτη όμως έρχονται οι παρακάτω ειδήσεις:
1.     Έχει γιγαντωθεί η παραγωγή και η προώθηση τοπικών προϊόντων, όπως και η μεταποίηση αυτών. Δηλαδή η Κρήτη τρέφεται από τα δικά της άριστα προϊόντα, και με αυτά τρέφει και τους επισκέπτες της.
2.     Τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα ενισχύουν οικονομικά τους σε αυτά πλησίον αγρότες, να καλλιεργούν οικολογικά και νόστιμα προϊόντα και κλείνουν συμβάσεις, ώστε οι τουρίστες των ξενοδοχείων να πηγαίνουν καθημερινά και να επιλέγουν και να κόβουν αυτό που θέλουνε να φάνε σήμερα, από τα γύρω συμβεβλημένα κτήματα.
3.     Τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα έχουν έκθεση και πώληση αποκλειστικά κρητικών προϊόντων.
4.     Επειδή ο περισσότερος τουρισμός είναι πλέον μαζικός, δηλαδή όλα στην τιμή, με βραχιολάκια κατανάλωσης δηλαδή, τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα της Κρήτης συνεργάζονται, ώστε να ωθήσουν με τον τρόπο τους τους ξένους σε κατανάλωση ντόπιων τροφίμων και ποτών κάνοντας μεγάλη διαφήμιση και καμπάνιες υγιεινής κρητικής διατροφής. Αποκλείουν το ουΐσκυ και τα ξένα ποτά και συνηθίζουν τους πελάτες στη κατανάλωση τοπικών ποτών. Όφελος για τους ίδιους με το να ρίχνουν το κόστος τους, όφελος για την τοπική κοινωνία, όφελος για τις εξαγωγές γιατί οι ξένοι αναζητούν τα γνήσια κρητικά προϊόντα και στην πατρίδα τους, όφελος από μία ευρύτερη τοπική συνεννόηση win win, όπου όλοι είναι κερδισμένοι και φυσικά και οι πελάτες.

Η Κρήτη είναι κοντά μας, αλλά  οι νοοτροπίες απέχουν έτη φωτός.
Θέλω να πω ότι είμαστε πάρα πολύ πίσω και επιμένουμε να βρεθούμε ακόμα πιο πίσω. Μια ματιά στην τοπική μπλοκόσφαιρα θα σας πείσει.

Έρρωσθε,

Βασίλης Γκάτσος