Tης Ριτσας Μασουρα kathimerini
Δύσκολο να ταξινομήσω χρονικά τις σκέψεις μου, αλλα χάριν συντομίας θα ξεκινήσω από τα πρώτα χρόνια του Ανδρέα Παπανδρέου. Τότε που μας έλεγαν ότι εφεξής βασική υποχρέωσή μας είναι να είμαστε ευτυχισμένοι, να ζούμε διαρκώς μέσ’ την καλή χαρά, να χρησιμοποιούμε διάφορες «πονηρές» μεθόδους εύκολου πλουτισμού και επί ποινή βαρύτατης κοινωνικής τιμωρίας να αποστρέφουμε το βλέμμα από τη δυστυχία. Ηταν η εποχή της σταδιακής εισδοχής στη δεσποτική ευδαιμονία, την οποία την εμπλουτίσαμε με ελληνικές πατέντες και τελικά την... κατακτήσαμε με τη συνδρομή των ταγμάτων των δανειοληπτών. Αυτών που σήμερα παρατάσσονται μπροστά στους δανειστές - τραπεζίτες, κρατώντας σε εκπληκτική ευθυγράμμιση τις μεγαλεξανδρινές σάρισες.
Το κυνήγι της ευτυχίας (the pursuit of happiness) αναφέρεται στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Γραμμένη από εμπνευσμένα άτομα που αντιλαμβάνονταν το κόστος και την υπεραξία της εργασίας, κατηύθυνε το αμερικανικό έθνος προς την ευτυχία μέσω της σκληρής εργασίας και της
απόκτησης υλικών αγαθών. Ισχυε μια αδιανόητη εξίσωση εργασίας - πλούτου. Στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αυτή η εξίσωση δεν απέκτησε ποτέ αμερικανικές διαστάσεις, ούτε καν στη Γερμανία, όπου σήμερα «ποδηγετούνται» οικονομικά οι πολίτες της, προκειμένου το κράτος να χαίρει ευρωστίας! Γι’ αυτό και οι Ελληνες, δίχως δεύτερη σκέψη αποτινάξαμε τη «νοικοκυρεμένη» ζωή, τα σύμβολα, χειροκροτήσαμε την τηλεοπτική δημοκρατία και χάσαμε κάτι πολύτιμο: την ευτυχία του λιγοστού!
Σ’ αυτή την ταραχώδη διαδρομή διαταράχθηκε η ταυτότητά μας. Οι κοινωνίες διαθέτουν ταυτότητα. Διαθέτουν χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν ειδοποιούς διαφορές. Δεν είμαστε όμοιοι με τους Σουηδούς, ούτε αυτοί με τους Αμερικανούς. Υπάρχουν οχυρά, αλλά και κερκόπορτες. Πολλοί αναλυτές επιμένουν στην εθνική ταυτότητα. Περί αυτού, όμως, πρόκειται; Πρόσφατα, ο Κώστας Τσόκλης είχε πει ότι όταν παλαιότερα πήγαινε στην Ανδρο αναγνώριζε στους ντόπιους μια ταυτότητα. Ηταν κάτι που αφορούσε τη συμπεριφορά, το έθιμο, το απαύγασμα ψυχής, δεν ξέρω. Σήμερα, κάθε φορά που πηγαίνει, θλίβεται, γιατί το μόνο που βλέπει είναι μικρογραφίες των ατόμων των πόλεων. Και τολμώ να μιλήσω για άτομα, γιατί μας χαρακτηρίζει ο κακώς νοούμενος ατομισμός. Η ελληνική κοινωνία διέθετε πλεόνασμα συλλογικότητας (το εμείς βαρύτερο το εγώ) κι ας διατείνονται οι μελετητές ότι χάθηκε από τα ομηρικά έπη και μετά. Είναι ένα στοιχείο αυτό, που τηρουμένων των αναλογιών θα μπορούσε να ενταχθεί στην άλλη μη εθνική μας ταυτότητα, μαζί με την αλληλεγγύη ή το νοιάξιμο των ανιόντων προς τους κατιόντες και αντιστρόφως. Τώρα παλεύουμε δίχως πυξίδες, έχοντας αποστασιοποιηθεί από τον καταναλωτικό ευδαιμονισμό και αναζητούμε νέους ορισμούς της χαράς. Δεν είμαστε hedge funds της παγκοσμιοποίησης, αγνώστων γονέων που σήμερα κερδοσκοπούν εδώ και αύριο καταστρέφουν αλλού. Γι’ αυτό, οφείλουμε να αναζητήσουμε εκείνα τα χαρακτηριστικά της φυλής μας που θα βοηθήσουν στην περιφρούρηση ενός λαού που αξίζει να αποκτήσει μια ανθρωπιστική ταυτότητα στον αντίποδα του απανθρωπισμού. Ουτοπικό;