Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

ΑΠΟΚΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Απόκριες μιας άλλης εποχής........στις γειτονιές των Αθήνας, στα τέλη του 19ου αιώνα.

του Γεωργίου Ν. Φασιλή
 
http://mikros-romios.gr/wp-content/uploads/2014/02/4.jpg
    "Το γέλιο είναι το μόνον διακριτικόν του ανθρώπου από του ζώου.
Το εστί μεθερμηνευόμενον: ότι δεν είμεθα ζώα!  Ας δείξωμεν λοιπόν οι Αθηναίοι ότι ξεύρομεν να γελώμεν. Η ευθυμία είναι δύναμις την οποίαν όλοι παραγνωρίζομεν. Η σκυθρωπότης είναι προσωπείον βλακείας", έγραφε ο δημοσιογράφος Βλάσης Γαβριηλίδης το 1889  και όλη η Αθήνα, απο τα σπίτια της μεγαλοαστικής κοινωνίας μέχρι τις γειτονιές της Πλάκας, του Ψυρρή, της Ακρόπολης, στη πλατεία Βάθης κ.ά  διασκέδαζε ξέφρενα απολαμβάνοντας τις Απόκριες.
    Τις τρεις αποκριάτικες εβδομάδες οι ευκατάστατοι Αθηναίοι άνοιγαν τα σαλόνια τους συνήθως Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο για να δεχθούν τις παρέες τους και να διασκεδάσουν με τη συνοδεία του κλειδοκύμβαλου (πιάνο) και μπουφέ με ακριβά φαγητά. Οι χοροί διαδέχονται ο ένας τον άλλο. Aπό το σπίτι του Αμερικανού πρέσβη, μέχρι το Μέγαρο Συγγρού (σήμερα το Υπουργείο Εξωτερικών) στη Βασιλίσσης Σοφίας, το οποίο τιμούσε και η βασιλική οικογένεια. "Κάλλισται αι τουαλέτται των δεσποινών και δεσποινίδων θα εκλάμψωσιν, αν κρίνωμεν εκ των προμηθειών, και θα επισφραγισθή η απόκρεω, διά της γλυκυτάτης μέθης του χορού και των θελκτικών περιποιήσεων", ανέφερε το  κοσμικό ρεπορτάζ της εποχής.

   Από την άλλη, ο λαός διασκέδαζε απολαμβάνοντας τα καθιερωμένα  αποκριάτικα θεάματα, στους κεντρικούς δρόμους,τη γκαμήλα, το γιατανάνι, τους φασουλήδες και τα ρόπαλα. Η γκαμήλα μια απομίμηση του αγαθού ζώου  γυρνούσε στους δρόμους χοροπηδώντας  κωμικά  και  ο  καμηλιέρης,  έψαλλε  μονότονα:
" άϊ! κυρά νταρντάνα
  Πορτοκάλι ψάρεψε
      άϊ! κυρά νταρντάνα!!
         Για σαρλί μαρλί μαρλέ
          Για να πιούμε ναργιλέ"
.
Το πεντάστιχο αυτό, σε διαφορετικές παραλλαγές, σώθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1950, μόνο που για λόγους «κοσμιότητος»  απαλειφόταν ο τελευταίος στίχος που αναφερόταν στον ναργιλέ.
   Το "Γαϊτανάκι" ήταν «χορευταί, οι ημίσεις ανδρικώς και οι άλλοι γυναικεία μεταμφιεσμένοι ευπρεπώς οπωσδήποτε, οίτινες περί ιστόν (κοντάρι) πολύχρωμον χορεύοντες κατά ζεύγη και κρατούντες ταινίας από της κορυφής του ιστού εξαρτωμένας συμπλέκουσιν αυτάς περί αυτόν καθόσον περιστρέφονται κανονικώς κ’ ερρύθμως προς ήχον αυλού καί είτα αντιστρόφως πάλιν φερόμενοι διαλύουσι το αποτελεσθέν πλέγμα των ιστών».
   Οι "Φασουλήδες" στήνονταν πάνω σ’ ένα κάρρο όπου σε μια υποτυπώδη σκηνή, όπως αυτές των κουκλοθέατρων, «ο παροιμιώδης Περικλέτος και Φασουλής, ο ένας κατά μίμησιν του άλλου με τας αυτάς κοινοτοπίας του λόγου και την οξείαν εκείνην προσποιητήν φωνήν». Πιο θορυβώδης απ’ όλους ο Περικλέτος, πάνω σε ένα κάρρο που συνήθως έσερνε ένα αδύνατο γαιδουράκι και πάντα έχοντας πίσω του ομάδα παιδιών που αλάλαζε από φωνές, προκαλούσε πολύ γέλιο με τις συνήθεις ευφυολογίες του.
   Τα "Ρόπαλα", ήταν «πλανώδιος θίασος σχοινοβατών τελούντων γυμνάσιά τινα ευκαμψίας με τα γνωστά εκείνα κολλητά και ψευδόχρυσα και φαντακτά ενδύματα, τα οποία είναι τόσον λερωμένα την ημέραν και κακώς ηρμοσμένα επί σώματος, ούτινος φαίνεται που το χέρι, που ο λαιμός γυμνός και εξ ου μαντεύετε τον υπ’ αυτά… καλλιτέχνην». Το θέαμα των Ροπάλων υπήρχε στην Αθήνα τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα, που αναφέρεται και η παράσταση του περίφημου Μπράχαλου, τον οποίο ο τύπος κατέγραφε ως «πρώτο διδάξαντα κατά τας ημέρας των Απόκρεω». «Μπράχαλος και Σία φορούν τα κλασικά μαγιώ, φρεσκοπλυμένα καί φρεσκοσιδερωμένα όμως. Δεν λείπει ο απαραίτητος παληάτσος, μουτζουρωμένος με λουλάκι και όλα τα άλλα χρώματα της Ίριδος».
Το απόγευμα και όσο ακόμη κρατούσε ο ήλιος, έβγαιναν για περιπάτους «πολυπληθείς συντροφίαι υπηρετριών». Καθαρές, κομψές, γυαλιστερές, έπαιρναν γελώντας την άδειά τους για να δουν τους μασκαράδες που τραγουδούσαν: 
«Άνοιξε το Τριώδιον και ήλθεν η αποκρηά
και χαίρεται η νέα, αναστενάζει η γρηά, 
 Άνοιξε το Τριώδιον δεν έχουμε παρά
κι’ η δόλια η κοιλίτσα μας παίζει τον ταμπουρά!
Μα εμείς θα ζήσωμεν ανέτως
 ως μασκαράδες όλον το έτος».
 
Στις γειτονιές οι κάτοικοι οργάνωναν και τοπικές γιορτές. Οι προετοιμασίες άρχιζαν απο πολύ νωρίς και γύρω στις δέκα το πρωί άρχιζε το γιορτινό  προγραμμα. Καρναβαλιστές, σχοινοβάτες, παλιάτσοι και φασουλήδες με μουτζουρωμένα πρόσωπα τριγυρνούσαν απο γειτονιά σε γειτονιά και απο στενό σε στενό και στήνοντας λίγες καρέκλες και 2-3 τραπεζάκια απο κοντινά καφενεία ή σπίτια, βαλμένα το ένα δίπλα στο άλλο, έφτιαχναν το πρόχειρο σκηνικό τους για να κάνουν επίδειξη στη "τέχνη" τους. Τριγύρω ο κύκλος θεατών κυρίως παιδιά της γειτονιάς και τα παράθυρα και τα μπαλκόνια των σπιτιών γεμάτα γυναίκες και κορίτσια. Οταν τελείωνε το θέαμα ο παλιάτσος  γύριζε με δίσκο μαζεύοντας πεντάρες ή δεκάρες που έπεφταν σαν χάλκινη βροχή απο ψηλά.Τυχόν επίσκεψη του βασιλιά σε κάποια γειτονιά  αποτελούσε το μεγαλύτερο κοσμικό γεγονός.
 Όταν βράδιαζε, η κίνηση στις γειτονιές αραίωνε, αλλά δεν σταματούσε. Παρέες μασκαράδων περνούσαν από σπίτι σε σπίτι, μερικοί φορώντας περίεργες ενδυμασίες, με πιο εντυπωσιακές πάντοτε τις «βλάχες», που φορούσαν τις λαμπρές παραδοσιακές ελληνικές φορεσιές. Στους δρόμους άναβαν συχνά φωτιές και τριγύρω μαζεύονταν παιδιά, προκαλώντας ζωηρότητα στις απόκεντρες γειτονιές. «Το βράδυ εκάπνιζαν αι ρητινώδεις πυραί προ των οινοπωλείων των αποκέντρων συνοικιών, αναγκάζουσαι τας γυναίκας της γειτονίας μέχρι βαθείας νυκτός να κάθηνται εν τη εξωθύρα συνδαυλίζουσαι την πυράν και αναμένουσαι να ίδουν καμμίαν παρέλασιν μασκαράδικης παρέας γυναικών και ανδρών, οίτινες υπό τα δόμινα, ή τα λευκά σινδόνια και τας πετσετίνους τιάρας φέροντες μεθ’ εαυτών και την απαραίτητον κιθάραν μετέβαινον εις τους φιλικούς οίκους προς διασκέδασιν», έγραφαν οι εφημερίδες.
Οι παρέες λιγόστευαν και τα οινοπωλεία έκλειναν, αλλά παρέμεναν ανοιχτά τα ζυθοπωλεία, γεμάτα από θαμώνες μέχρι τη βαθειά νύκτα. Οι νέοι (κυρίως φοιτητές) γυρνούσαν στους δρόμους και με θορυβώδη τραγούδια και γέλια μετεδίδαν το κέφι τους. Μερικοί μαζεύονταν στο δωμάτιο ενός συμπατριώτη τους και διασκέδαζαν όλο το βράδυ.
Και τότε ο Ελληνικός λαός υπεφερε από φτώχεια,  αλλά δεν το έβαζε κάτω. Οι απόκριες ήταν  ευκαιρία να χαρεί, να διασκεδάσει με το γείτονά του, το συμπολίτη, το συγχωριανό, το φίλο του, τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας  και να ξεχάσει τα προβλήματά του! Εμείς σήμερα, εκτός απο τα οικονομικά προβλήματα που βιώνουμε, έχουμε  χάσει ή έχουμε ξεχάσει τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης και συντροφικότητας. Επικοινωνούμε μεσω οθονών και πλήκτρων και τρέχουμε στους ψυχολόγους να πούμε τα προβλήματά μας, ενώ παλαιότερα αυτό ήταν "δουλειά" της γειτονιάς. Εκει γινόταν η κατάθεση ψυχής, η εκτόνωση και η ανακούφιση!
Με χαρά είδα στις γειτονιές της Ερμιόνης και ειδικά στους Μύλους, παιδιά να χορεύουν αποκριάτικους χορούς. Ακούστηκαν αποκριάτικα τραγούδια ζωντάνεψε η γειτονιά, βγήκαν οι νοικοκυρές απο τα σπίτια τους και τραγούδησαν και αυτές. Συγχαρητήρια στη Χορευτική Ομάδα Ερμιόνης και στο σύλλογο "ΒΙΤΟΡΙΖΑ" για τις πρωτοβουλίες τους!
Καλό τριήμερο!  Καλή διασκέδαση και ψηλά το κεφάλι!
Γεώργιος Ν. Φασιλής

 ΣΗΜ.Τα αποκριάτικα τραγούδια, η φωτο και τα αποσπάσματα με έντονα γράμματα: είναι απο  εφημερίδες της εποχής.