Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Ο Ζακ Λακαριέρ και η Ελλάδα του



Αναδημοσίευση με αφορμή την Βραδιά αφιέρωμα μνήμης στη ζωή και το έργο του μεγάλου Γάλλου ελληνιστή Jacques Lacarrier στο Ναύπλιο

Της Μυρσίνης Σαμαρά 

Επιχειρούμε αυτό το μικρό αφιέρωμα –μια ανθολόγηση στον «ανένταχτο οδοιπόρο», στο φανατικό λάτρη της Ελλάδας, που σαν σήμερα στις 17 Σεπτεμβρίου του 2005 έφυγε από τη ζωή. Η έννοια φιλέλληνας δεν είναι αρκετή για να συμπεριλάβει ό,τι ένιωθε ο Ζακ Λακαριέρ για την Ελλάδα.


 «Να αγαπήσεις μια χώρα, σημαίνει να την αγαπήσεις όταν υποφέρει! » είχε πει με έμφαση στο «Μονόγραμμα», την εκπομπή κόσμημα του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη

Απόσπασμα από το πολυδιαβασμένο βιβλίο του «Ελληνικό Καλοκαίρι», α΄ έκδοση 1976):


Γράφοντας εδώ τη λέξη επίλογος, λέω για άλλη μια φορά μέσα μου: είναι μια ελληνική λέξη. Σαν όλες αυτές που χρησιμοποιούμε καθημερινά χωρίς καν να το υποψιαζόμαστε. Ανώφελο να τις καταγράψουμε θα έπιαναν από μόνες τους ένα ολόκληρο λεξικό. Αν ένα παρόμοιο εγχείρημα γινότανε κατά τύχη, θ’ αντιλαμβανόμασταν ότι αυτές οι λέξεις καλύπτουν το σύνολό σχεδόν του επιστημονικού φιλοσοφικού και θρησκευτικού λεξιλογίου μας. Φέρομε, και εμείς μέσα μας μιαν αόρατη και ασύνειδη ρωμιοσύνη. Γράφω λοιπόν αυτή την φράγκο-ελληνική λέξη που έχει μια ηλικία τριών χιλιάδων ετών: επί-λόγος. Αυτός που σφραγίζει. Αυτός που συμπεραίνει. Αυτός που γράφουμε αφού έχουμε γράψει. Ύστατο τέλος του Λόγου στη διπλή έννοια της λέξης τέλος. Ίλιγγος λέξεων που μόνο τα ελληνικά μπορούν να προσφέρουν γατί μόνο αυτά εξερεύνησαν, κατέγραψαν ανέλυσαν τις ενδότατες διαδικασίες της ομιλίας και της γλώσσας όσο καμιά άλλη γλώσσα. Αυτό που τόσο επίμονα μένει μέσα μου από την Ελλάδα είναι πρώτ’ απ’ όλα αυτός ο ίλιγγος της ελληνικής μνήμης, ένα συναίσθημα σαν (όμοια με το Μέγα Αλέξανδρο μέσα απ’ το γυάλινο βαρέλι) να εξερεύνησα μια ημι-καταποντισμένη ήπειρο και να ‘νοιωσα, να δέχτηκα, την πεισματική επιβίωσή της πάνω στα χείλια του ελληνικού λαού. Μόνο αυτό θα εξακολουθήσει να ζει όταν όλα τα’ άλλα θα ‘χουν αλλάξει και η Ελλάδα, για την αγαλλίαση μερικών για τον καημό άλλων, θα έχει τελικά καταστεί αυτό που λέμε μια σύγχρονη χώρα. Εδώ πάνω σ’ αυτή τη γη όπου νιώθω ακόμα να ζω παρά το πέρασμα των χρόνων, έχουν γεννηθεί οι λέξεις, τα εντυπώματα και οι κατηγορίες του πνεύματος που είναι ακόμα δικά μας. Και που φέρω μέσα μου –φέρομε πάντοτε μέσα μας- όταν γράφουμε τη λέξη επίλογος.



Γεννήθηκε στη Λιμόζ της Γαλλίας το 1925. Σπούδασε νομικά και φιλολογία. Το 1950 ξεκίνησε με τα πόδια με προορισμό την Ινδία, ταξίδεψε στην Εγγύς Ανατολή, έφτασε στην Ελλάδα και έζησε πολλά χρόνια κυρίως στην Ύδρα και στην Πάτμο. Με βαθιά γνώση της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και της νεότερης ιστορίας, με αγαπημένους προορισμούς και μακρόχρονο τόπο κατοικίας την Ύδρα και την Πάτμο, αλλά ταξιδεύοντας και αγαπώντας την Ελλάδα στο σύνολό της, από την Πελοπόννησο και την Κρήτη ως το Άγιον Όρος και τη χερσόνησο του Άθω, ο συγγραφέας ανέδειξε θραύσματα του παρελθόντος και του παρόντος που συμπυκνώνουν την έννοια και την αισθητική της ελληνικότητας. Στην Ελλάδα η ομορφιά δεν μαθαίνεται ποτέ, είναι
αυθόρμητη, αυτόχθονη όπως τ' άσπρα κεντίδια των κυμάτων πάνω στην άμμο, όπως η μελετημένη συμμετρία των κυπαρισσιών σε όλο το μήκος των δρόμων, σαν μία πανδαισία χρωμάτων σε πόρτες και παράθυρα, ή σαν το πολύχρωμο έμβλημα των ελληνικών ενδυμάτων και κοσμημάτων.

Διότι η ομορφιά είναι μία μάχη, είναι η νίκη του φωτός πάνω στη σκιά», έγραφε ο Ζακ Λακαριέρ στο «Ελληνικό καλοκαίρι», βιβλίο που έγινε αφορμή για μια έκθεση ζωγραφικής με έργα από καλλιτέχνες που εμπνεύστηκαν μέσα από αυτό..  (ΙΑΝΟS, Σταδίου 24, Αθήνα, μέχρι τις 28 Σεπτεμβρίου).

 Αποσπάσματα από το βιβλίο του «Ερωτικό λεξικό της Ελλάδας», Χατζηνικολή, 2002:




Σπέτσες
Βρίσκομαι σ' ένα ελληνικό νησί που κάποτε είχε την ώρα της δόξας του και οι κάτοικοι του οποίου, σήμερα λησμονημένοι, ανασταίνουν τη μεγάλη ιστορία σχεδιάζοντας λίγο πολύ παντού, σε πλατείες, περίβολους εκκλησιών και αυλές σπιτιών, με μαύρα και άσπρα βότσαλα που μαζεύουνε στους γιαλούς, τους αλλοτινούς ήρωες: αγωνιστές του '21, ναύτες, καπεταναίους, κουρσάρους, τις παντοτινές μυθολογικές μορφές: γοργόνες και σειρήνες.

Εδώ, κάτω από τον ακόμα καυτό ήλιο του Σεπτεμβρίου, περπατάμε κυριολεκτικά πάνω στην ιστορία και τους μύθους. Άλλωστε, διασχίζοντας την πλατεία του Αγίου Νικολάου, προστάτη των ψαράδων, αποφεύγω προνοητικά να ποδοπατήσω την ωραία σειρήνα με το γυμνό στήθος που κατακεραυνώνει όλους τους διαβάτες με τα μεγάλα σκοτεινά και αστραφτερά μάτια της.

Στην ουσία, το μόνο που έχω να δώσω σήμερα, είναι αυτή η εικόνα μιας ντυμένης με άσπρα και μαύρα βότσαλα σειρήνας που διαιωνίζει μέσα στην πέτρα αυτού του νησιού το χαμόγελο ενός μαγευτικού και χαμένου κόσμου.

Το κέντρο του κόσμου πέρασε κάποτε από αυτό τον τόπο... ... ...


Τροιζήνα
Επισκέφτηκα την Τροιζήνα την αυγή. Το μούχρωμα σκέπαζε ακόμα τη μικρή πεδιάδα που χωρίζει το αρχαίον όρος Φορβάντιον - σήμερα Αδέρες - από τη θάλασσα, και όπου βρίσκονται τα ερείπια. Ο ήλιος, στα δυτικά, φώτιζε την κορυφογραμμή στο Άνω Φανάρι - Κοιμωμένη, το λένε οι ντόπιοι.







Θα ήταν ανακριβές να χαρακτηρίζαμε τον Ζακ Λακαριέρ φιλέλληνα. Διότι ο Λακαριέρ είχε τόσο ταυτιστεί με την Ελλάδα, γνώριζε τόσο καλά τον τόπο μας και είχε διαποτιστεί τόσο βαθιά από το πνεύμα του, που το επίθετο φιλέλληνας τον αδικεί. Ο Λακαριέρ αισθανόταν Έλληνας, και ήταν περισσότερο Έλληνας απ’ όσο αισθάνονται πολλοί που η αστυνομική τους ταυτότητα αναγράφει ότι η υπηκοότητά τους είναι ελληνική.

Ο αναγνώστης διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αρχίζει να εξοικειώνεται με το μπρος πίσω του συγγραφέα και αρχίζει να πείθεται, όσο προχωρεί στην ανάγνωση, πως οδός άνω και κάτω μία εστί, ότι παρελθόν και παρόν στην Ελλάδα είναι ομοούσια και αδιαίρετα, και ότι τρεις χιλιάδες χρόνια που μιλιέται στον ίδιο τόπο η ίδια γλώσσα, δίνει δικαίωμα στην διαχρονία.
Κι αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα του Λεξικού. Στο δύσπιστο ξένο, που αναρωτιέται συχνά τι σχέση έχει η αρχαία με τη νέα Ελλάδα, στις άδικες περιγραφές των περιηγητών του 19ου αιώνα που τόνιζαν αυτό το χάσμα, ο Λακαριέρ έρχεται να δώσει τη δική ερμηνεία, αφού αποδεικνύει, με τον πιο έξυπνο τρόπο, πως τέτοιο χάσμα δεν υπήρξε ποτέ.



Απόσπασμα από το άρθρο Λεξικό Αγάπης του Β. Βασιλικού (ΤΑ ΝΕΑ 17-04-2001)

Αποσπάσματα από το βιβλίο του: «ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΠΑΥΣΑΝΙΑ»


Η Αθήνα και η Αττική, η Κόρινθος και η Αργολίδα, οι δρόμοι της Αρκαδίας, τα θαύματα της Ολυμπίας, η Θήβα και τα περίχωρά της, οι Δελφοί και τα μνημεία τους.





ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ:  Τα καθημερινά της Κυριακής 16-01-2011

 Επιμέλεια Ελένη Αργυρίου

Απόσπασμα:



…Στο δρόμο για το Άργος
«Πηγαίνοντας από τις Μυκήνες στο Άργος, βρίσκουμε στα αριστερά, ακολουθώντας το δρόμο, ένα ηρώο του Περσέα. Οι κάτοικοι του Άργους τιμούν τον Περσέα, όπως άλλωστε και εκείνοι της Σερίφου και της Αθήνας. Στην Αθήνα υπάρχει πράγματι τέμενος του Περσέα και βωμός του Δίκτη και της Κλυμένης, των προστατών του.
Προσπερνώντας το ηρώο, και συνεχίζοντας το δρόμο του Άργους, βλέπουμε στα δεξιά τον τάφο του Θυέστη. Στην κορυφή υπάρχει μαρμάρινο αρνί, σε ανάμνηση του χρυσόμαλλου δέρατος που πήρε ο Θυέστης από την ερωμένη του, τη γυναίκα του ίδιου του αδελφού του.
Προχωρώντας πάντα πέρα από τους Κριούς (όπως αποκαλούν εδώ τον τάφο του Θυέστη), θα βρούμε στ' αριστερά ένα χωριό με το όνομα Μυσία και το ναό της Μυσίας Δήμητρας. Σήμερα ο ναός δεν έχει πια σκεπή ούτε τα ξόανα της Δήμητρας, της Κόρης και του Πλούτωνα που στέγαζε παλιότερα. Πιο πέρα φθάνουμε στον ποταμό Ιναχο. Αφού διασχίσουμε τον ποταμό, θα βρούμε ένα βωμό του Ήλιου και θα φθάσουμε στο Άργος από την πύλη που πήρε το όνομα Ειλείθυια από το γειτονικό ιερό.
………………………………………………………………………………………..
Απευθυνόμενος στον αναγνώστη, στον τελικό αποδέκτη και κύριο κριτή του αποτελέσματος, τον παροτρύνει να μην αφήσει το βιβλίο του για πολύ στα ράφια της βιβλιοθήκης του: «Να το πάρει μαζί του στην Ελλάδα, να το ανοίξει στην Επίδαυρο με την αυγή, στις Μυκήνες την ώρα του δειλινού, στους λόφους τους γεμάτους ζωή της Αρκαδίας και μόνο τότε να το ξεχάσει και να βυθιστεί μέσα στον κόσμο αυτό».



Ο Ζακ Λακαριέρ έφυγε από τη ζωή στις 17 Σεπτεμβρίου του 2005. Στις 3 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε η επιθυμία του: Σκορπίστηκε η τέφρα του στα ανοιχτά των Σπετσών. Αφιέρωσε τη ζωή του στους ελληνικούς τόπους, όπου ζώντας σ’ αυτούς αφουγκραζόταν τη μεγάλη αγάπη για ζωή που του έστελναν η ελληνική γη και οι άνθρωποί της. Ευγνώμονες τον τιμούμε για το έργο που μας άφησε, πολύτιμη κληρονομιά για τους Έλληνες, να λειτουργεί ως αδιαμφισβήτητος πρεσβευτής της ελληνικότητας σε όλον τον κόσμο.