Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2025

Γιάννης Λακούτσης : Η μάχη για την υδροδότηση της ελληνικής πρωτεύουσας


 

Η  μάχη  για  την  υδροδότηση  της  ελληνικής  πρωτεύουσας

 

Η  ιστορία  της  ελληνικής  πρωτεύουσας  ήταν  διαχρονικά  συνδεδεμένη  με  το  πρόβλημα  της  λειψυδρίας,  που  ξεκινά  από  την  αρχαιότητα  και  θα  απασχολήσει  τους Αθηναίους  και  στο μέλλον.Πριν  την  κατασκευή  του  πρώτου  υδραγωγείου,  η  υδροδότηση  γινόταν  από  πηγές  και  από  πηγάδια. Παράλληλα  υπήρχαν  πολλές  κρήνες,  αλλά  και πλήθος  δεξαμενών,  στις  οποίες  συγκεντρωνόταν  βρόχινο  νερό. Το  125μ.Χ  ξεκίνησε η  κατασκευή  του Αδριάνειου  Υδραγωγείου,  από  τον αθηναιολάτρη  Ρωμαίο  αυτοκράτορα,  Πούμπλιο Αίλιο  Αδριανό  και  ολοκληρώθηκε το  140, ( κατ’άλλους  κατασκευάστηκε  ανάμεσα  στα 134  και  140,  ενώ  τρίτοι  το  χρονολογούν  ανάμεσα  στα 130 και  150), ενός  σπουδαίου  έργου  για  τα  δεδομένα  της  εποχής. Το  έργο  ολοκληρώθηκε από  τον  διάδοχο  του  Αδριανού,  Αντωνίνο  Πίο  και  εξασφάλιζε  νερό  στους  Αθηναίους  για  αρκετούς  αιώνες. Ξεκινούσε από  τη  Δεξαμενή  στο  Κολωνάκι  και  έφτανε  στην  Πάρνηθα,  είχε μήκος  25.657  μέτρα. « Ξεκινά  από  τη  δεξαμενή  διευθύνεται  προς  ανατολάς  μέχρι  των  Αμπελοκήπων.  Εντεύθεν  βαίνουσα  υπό  την  οδόν  Κηφισίας  παρά  τον  οδικόν  σταθμόν (Διαβολόρευμα),  ποιεί  μεγάλην  καμπήν  προς  τας  απωτάτας  υπωρείας  του  Υμμητού  και  προχωρεί  προς  άρκτον  μέχρι  της  κυκλικής  του  Χαλανδρίου  δεξαμενής.  Όθεν  βαίνουσα  πάλιν  υπό  την  οδόν  Κηφισίας  προχωρεί  βορειοδυτικώς  μέχρι  του  χωρίου  Ηρακλείου  και  του  ελαιώνος Κουκουβαούνων.  Εξακολουθείσα  δε  ελικοειδώς  υπό  τας  βαθείας  φαράγγας  του Κηφισού,  υπό  τη  θέσιν Μονομάτι  και  υπό  την  οδόν  Δεκελείας  καταλήγει εις  το  ρεύμα  Σουνά  ή  Σχοινά  του  Μενιδίου.  Ενταύθα  δε  η  Αδριάνειος  σύριγξ  διχάζεται  εις  δύο  μεγάλα  σκέλη,  ων  το  μεν  διευθυνόμενον  προς  άρκτον  διιχνεύθη  δια  των  αλλεπαλλήλων  ημών  εκδρομών  μέχρι  της  υδροφόρου  φάραγγος  Άμπολι καλουμένης  ου  μακράν  των  νοτίων  ορίων  της  βασιλικής  επαύλεως  Δεκελείας,  το  δε  διευθυνόμενον  προς  δυσμάς  παρεκτείνετε  μέχρι  του  μετοχίου  της  Αγίας  Τριάδος,  επί  του  Πάρνηθος,  όπου  και  εκ  του  ιερού  ναού  και  εξ  άλλων  θέσεων  αναβρύουσιν  ύδατα…». Το  Αδριάνειο  υδραγωγείο  λειτούργησε  μέχρι  την  υποδούλωση  της  Αθήνας  από  τους  Τούρκους, οι οποίοι  το  αδρανοποίησαν  το  1730. Από  το  1834  που  η  Αθήνα  ανακηρύχθηκε  πρωτεύουσα  του  ελληνικού  κράτους,  οι  5.000  κάτοικοι  υδρεύονταν  από  ένα  μικρό υδραγωγείο  στους  Αμπελοκήπους,  το  λεγόμενο  τούρκικο. Το  πρόβλημα  έλλειψης  νερού  στην  Αθήνα  ήταν  φανερό  και  οι  συνθήκες υγιεινής  ήταν  ελεεινές. Το  1835,  ξέσπασε  η  πρώτη  επιδημία  τύφου στη  διάρκεια  της  οποίας  πέθαναν  235  κάτοικοι. 




Το 1843 η Αθήνα  γνώρισε  μια  από  τις  πιο  οδυνηρές  λειψυδρίες,  καθώς  και  το  1845, « Η  πόλις  μας  κατά  το  θέρος  εκάστου  έτους  στερείται  πάντοτε  ποσίμων  υδάτων  αλλ’ εφέτος,  ένεκα  της  επισυμβάσης  ανομβρίας,  οι  κάτοικοι  αισθάνονται  ως  ουδέποτε  την  στέρησιν  αυτών,  διότι  και  πολλά  των  φρεάτων  εστέρευσαν…ποτέ  η  πόλις  δεν  θέλει  έχει  αρκετόν  νερόν,  ότι  και  αυτό  το  ολίγον  το  οποίον  έρχεται  εις  την  πόλιν  είναι  και  ακάθαρτονκαι  μεμολυσμένον  και  ότι  ως  εκ  τούτου  συμβαίνουν  και  αι  τόσαι  εις  τα  βρέφη  ασθένειαι»1. Οι  Αθηναίοι  που  δεν  διέθεταν  κάποιο  πηγάδι  χρησιμοποιούσαν  τις  δημόσιες  βρύσες, «κρήνες»,  οι  οποίες  λειτουργούσαν  ως  χώροι  κοινωνικής  συνεύρεσις.  Οι  καυγάδες  ήταν  καθημερινό  φαινόμενο. Γράφει  σχετικά,  ο  Τίμος  Μοραΐτίνης  το  1952  στο  βιβλίο,  Τα  ρωμαντικά χρόνια  της  Αθήνας.  «Η  αθηναϊκή  δημοτική  βρύση  έχυνε  και  αυτή  ένα  μόνο  δάκρυ  κάθε  δώδεκα  ώρες,  ένα  δάκρυ  πόνου  δια  τους  διψώντας  κατοίκους  της  ανύδρου  πόλεως.  Και  είναι  ατέλειωτοι  οι  γυναικοκαυγάδες  που  άναβαν  γύρω  από  τη  βρύση  μεταξύ  των  νοικοκυράδων  και  των  δουλικών  όταν  κατέφθανε  η  μυριοπόθητος σταγών Πολλές φορές  οι  καυγάδες  αυτοί  ελάμβαναν  διαστάσεις  τέτοιες  που  ανεστάτωναν  τη  γειτονιά.  Στο  τέλος  κατέφθανε  ο  αστυνόμος  επίκεφαλής  των  «κλητήρων»  με  το  κόκκινο  επιστήθιο. – Τι  τρέχει;  ρωτούσε. – Μα  αν  έτρεχε,  κύριε  αστυνόμε,  δε  θα  γινότανε  το  κακό.  Έχει  τρείς  μέρες  να  τρέξη». To  1847 ανακαλύφθηκε  αγωγός  μήκους  4  χιλ.  μεταξύ  Αμπελοκήπων  και  Ψυχικού, μέρος  του  άγνωστου  μέχρι  τότε, Αδριάνειου  υδραγωγείου  και  αμέσως  ξεκίνησαν  μελέτες  για την  επισκευή  του.  Οι  εργασίες  συνεχίστηκαν  μέχρι  το  1879,  οπότε  έγινε  αντιληπτό  το  συνολικό  του  μέγεθος. «Εν έτει  1847  ο  δήμαρχος  Αθηναίων  κ.  Βενιζέλος  σ.σ Σπυρίδων  Μπενιζέλος), επιχειρήσας κατά  πρώτον  ανασκαφάς  τινάς  περί  την  κρήνηντου  Αγίου  Δημητρίου  ανεύρεν  τον  αρχαίον  αγωγόν,  ον  εξεκάθηρεν  πέραν  του  Ψυχικού,  ητις  επί  μήκος  4.000  μέτρων.  Αλλ’  αυτός  τε  και  οι  μετά  τούτον  ηγνόουν  τας  πηγάς  του  αγωγού, την  από  των  Αμπελοκήπων  προς  την  πόλιν  περαιτέρω  εξακολούθησιν  αυτού…»2.  Η  οικονομική  δυσπραγία  και  ανεπάρκεια  του  κράτους παρακίνησαν  ομάδα  κεφαλαιούχων  με  συγκεκριμένη  πρόταση,  η  οποία  προέβλεπε  τη  διοχέτευση  νερού  από  την  Πεντέλη.  





Αναλάμβαναν  την  υποχρέωση κατασκευής  δεξαμενής  και  την  εγκατάσταση δικτύου  διανομής  για  παροχή  στους  ιδιοκτήτες  κατοικιών  με  50  δρχ. ως  ετήσια  συνδρομή  για  κάθε  κυβικό  μέτρο.  Οι  προτάσεις  απορρίφθηκαν ως  υπερβολικά  κερδοσκοπικές. Το  1870  ο πολεοδόμος  Γενίσαρλης, ανακάλυψε  την  αρχαία  δεξαμενή  του  Αδριανού  «εν  ταις  υπωρείας  του  Λυκαβηττού...  Έχει  26μ. 10  μήκος,  9μ .36  πλάτος,  2μ 22  βάθος…,  έχει  επιφάνειαν  εσωτερικήν  εν  όλω  247μ2 .30  και  χωρητικότητα  494μ3 .60,  κείται  δε εις  ύψος  136  μέτρων  υπερ  την  επιφάνειαν  της  θαλάσσης.» 3. To  καλοκαίρι  του  1881  η  Αθήνα  των  90.000  κατοίκων  βρίσκεται  αντιμέτωπη  με  μια  επιδημία  κοιλιακού  τύφου,  η  οποία  έχει  4.000  κρούσματα  και  προκαλεί  240  θανάτους.  Ο  κυβερνητικός  Τύπος  ρίχνει  τις  ευθύνες  στους  πολίτες,  οι  οποίοι  πλένουν  τα  ρούχα  τους  στο  νερό  που  καταλήγει  στο  υδραγωγείο,  από  όπου  υδροδοτείται  η  πόλη. « Η φαινόμενη  επιδημία  επήλθε,  διότι  εις  το  υδραγωγείον  της  πόλεως  εισήχθη  ύδωρ  εκ  του  Κεφαλαρίου  της  Κηφισίας,  όπου  συνήθως  πλύνονται  από  τινος  εκεί  και  τα  ενδύματα των  ασθενών  των  νοσοκομείων»4. Μέσα  στο  νοσηρό  αυτό  κλίμα  βρίσκει  ευκαιρία  ο  Γεώργιος  Σουρής  σκαρώνει  μια  μονόπρακτη  έμμετρη  κωμωδία  με τίτλο  «Η  Επιδημία»  και  την  παρουσιάζει  στις  3  Σεπτεμβρίου  του  1881,  στο  θέατρο  των  Ολυμπίων,  στη  συμβολή των  οδών  Αμαλίας  και  Όλγας: « Σταθείτε  και  μου  έρχεται  μες  στο  μυαλό  μια  ζάλη…/ Ναι  ναι, ο  τύφος  με κτυπά  βαριά  εις  το  κεφάλι./Μου  έρχεται  ντελίριο,  παραφορά,  μανία/ Να! βλέπω  τις  δεξαμενές  και  τα  υδραγωγεία,/ και  βλέπω  μέσα  στα  νερά,  κεφάλια,  πόδια,  χέρια,/ ποκάμισα  και  σώβρακα,  τσουράπια  και  τσεμπέρια,/ παπούτσια,  βακτηρίδια,  λογιών  λογιών  σκουλήκια, / κουνούπια  ψύλλους  και  κοριούς  και  γάτες  και  ποντίκια,/ ζώα  μεγάλα  και  μικρά,  μυρμήκια  και  κανθάρους,/ καμήλες,  βόδια,  άλογα,  μουλάρια  και  γαϊδάρους…» 5.  Την  ίδια  χρονιά  ακούγεται  για  πρώτη  φορά  από  την   Πιστωτική Τράπεζα  της  Ελλάδος  ως  λύση  του υδροδοτικού  προβλήματος,  η  μεταφορά  των  νερών  της Στυμφαλίας. Ο  Πρωθυπουργός  Χαρ. Τρικούπης,  επειδή  οι  Έλληνες  μηχανικοί  δεν  διέθεταν  εμπειρία  για  τον  σχεδιασμό  μεγάλων  έργων,  απευθύνθηκε στη  γαλλική  κυβέρνηση  και  συμφώνησε  για  την  αποστολή  ομάδας  μηχανικών. Η  πρώτη  μελέτη  του  Γάλλου  μηχανικού  Κελενέκ,  κατατέθηκε  το  1890  στην  κυβέρνηση. Ο  Χαρίλαος  Τρικούπης   την  υπέβαλε, λίγο  πριν  κλείσει  η Βουλή,  το  Μάιο  του  ίδιου  χρόνου,  προς  συζήτηση, « Έρχομαι  να  υποβάλω  εις  την  Βουλήν  νομοσχέδιον  περί  παραχωρήσεως  της  εις  Αθήνας  διοχετεύσεως  των  υδάτων   των  πηγών  της  Στυμφαλίας  και  αποκλειστικού  δικαιώματος  διανομής  ύδατος  εν  ταις πόλεσιν  Αθηνών  και  Πειραιώς…Η  Γαλλική  αποστολή  και  ιδία  ο  αρχιμηχανικός  κ.  Κελενέκ εξεπόνησεν  ήδη  την  μελέτην,  υπέβαλεν  δε  εις  την  Κυβέρνησιν  εν  υπομνήμασι  τα  πορίσματα  ταύτης» 6.  Με  το  νομοσχέδιο  αυτό ήταν  αντίθετοι  όχι  μόνο  βουλευτές  από  την  Πελοπόννησο  αλλά  και   από  την  Αττική.  Οι  μεν  γιατί  οι  καλλιεργητές  θα  έχαναν  υδάτινους  πόρους,  οι  δε,  γιατί θα  αντιδρούσαν  οι  Αθηναίοι  επειδή  θα  πλήρωναν  για  το  νερό. O  βουλευτής  Αργολιδοκορινθίας  Άγγελος Γεωργαντάς  επέστησε  την  προσοχή της  κυβέρνησης  λέγοντας ότι  αν  το  έργο  προχωρήσει  χωρίς  να  λάβει  υπόψη  τις  αντιδράσεις  των  κατοίκων,  εκείνοι  θα  αντισταθούν: « Οι  ποταμοί  Ασωπός  της  Κορινθίας  και  Ερασίνος  της  Αργολίδος  και  τινες άλλαι  μικραί  πηγαί  λαμβάνουσι  την  τροφήν  αυτών  υποχθονίως  εκ  των  υδάτων  της  Στυμφαλίδος λίμνης   και  της  φενεού…Οι  ποταμοί  Ασωπός  και  Ερασίνος θέλουσι  στειρεύσει,  η δε  ζημία  των  ανωτέρω  επαρχιών  έσεται  μεγίστη  και  απερίγραπτος…Εάν  δε  (σ.σ η  Κυβέρνηση)  μονομερώς  θέλει  να  στερήση  τας  άνω δύο  επαρχίας  του  ύδατος,  όπερ  η  φύσις  εχορήγησεν αυταίς  από  κτίσεως  κόσμου,  αν  ήναι  βεβαία,  ότι  ουδέν  θέλει  να  κατορθώσει,  διότι  οι  κάτοικοι  αμφοτέρων  των  επαρχιών  θ’  αντιστώσι  και  εν  ανάγκη  θα  μεταχειρισθώσι  και  την  βίαν» 7Τον  Οκτώβριο  η  κυβέρνηση  Τρικούπη  έπεσε. Οι  νομοθετικές  εργασίες  πάγωσαν  για μερικά  χρόνια,  λόγω της  πτώχευσης  του  1893  αλλά  και  του  ελληνοτουρκικού  πολέμου  του  1897.  Το  καλοκαίρι  του  1898  το  ζήτημα  της  ύδρευσης  επανήλθε,  επειδή  τα  αποθέματα  νερού,  εκείνης  της  χρονιάς,  παρέμεναν  περιορισμένα. Το 1899  ήταν ακόμη  μια  χρονιά  μεγάλης  ανομβρίας. Ο  Τύπος  από  τις  αρχές  του  χρόνου,  αναφέρθηκε  σε  δεύτερη  λύση,  τη  μεταφορά  νερού  από  τη  Βοιωτία.  Η  απόφαση  του  Πρωθυπουργού Θεοτόκη,  να  προχωρήσει  άμεσα  το  πρόγραμμα  της  Στυμφαλίας,  δεν  άφηνε  περιθώρια  στο  δήμο  για  άλλη  επιλογή. Αρχές  του  1899  η Κυβέρνηση  Θεοτόκη  επανάφερε  προς  συζήτηση  την  πρόταση  για τα  νερά  της  Στυμφαλίας  με  ενδιαφερόμενη  την  Γενική  Εταιρεία  Εργοληψιών. Η  εκτέλεση και  διαχείριση  του  δικτύου  ύδρευσης από  ιδιωτική  εταιρεία   ήταν  αυτονόητο, τέλη  του  19ου αιώνα. Η  εγκατάσταση  υδραυλικών  συστημάτων  απαιτούσε  κεφάλαια  καθιστώντας  το  νερό  εμπόρευμα  και  έτσι  η  διαχείριση  του  δικτύου  από  ιδιωτική  εταιρεία,  έβαζε  τέλος  στη  φθηνή  τιμή  του.  Η  ανάδειξη  του  γεγονότος  αυτού  από  τον  Τύπο  προκάλεσε  κοινωνική  ένταση, «προ  δύο  έτι  μηνών η  μεταφορά  των  υδάτων της  Στυμφαλίας  εθεωρείτο  αδύνατος…Ποίον  θαύμα  λοιπόν  συνέβη  τώρα; Δεν  υπάρχει  αμφιβολία, ότι  υπό  τας  προτάσεις ταύτας  προκύπτει  χρηματιστικόν τέχνασμα» 8. Οι  εκπρόσωποι  της  περιοχής  της  Στυμφαλίας  υποστήριζαν  ότι  η  κίνηση  αυτή  θα  κατέστρεφε  10.000  στρέμματα που  αρδεύονταν  από  τα  νερά  της Στυμφαλίας,  θα  ξεραίνονταν  αφού  θα  ξεραινόταν  ο  ποταμός  Ερασίνος  που  είχε  τις  πηγές  του  στη  Στυμφαλία. Η  Βουλή  έκλεισε  στις  15/7/1899. Η  λύση  της  Στυμφαλίας  δεν  εφαρμόστηκε  για  οικονομικούς  και  πολιτικούς  λόγους.  Εκτός  από  τις  αντιδράσεις  των  βουλευτών, υπήρξε  και  πολιτική  αστάθεια,  αποτέλεσμα  των  συνεχών  διαδηλώσεων  μεταξύ  « λειψυδρικών» και  «αντίλειψυδρικών»: « Μετα  των  φιλήσυχων  πολιτών  είχον  προσέλθη  και  τινες της  εσχάτης  υποστάθμης  άνθρωποι,  ωπλισμένοι  δια  μαγκουρών  και  υποδεικνύοντας  δια  του  συνεχούς  κουμβώματος και  ξεκουμβώματος  των  ενδυμάτων  των  τας  υποκρυπτομένας  κάμας και  κουμπούρας,  αντιδιαδηλωταί  αυτοί,  εγκάθετοι  φωνάζοντες  -Νερό.  Νερό…Οι  επί  της  εξέδρας  ήρχισαν  να  πλήττουν  αδιακρίτως  τους  κάτωθι  ευρισκομένους,  οίτινες  δια  των  ράβδων  ήρχισαν  και  ούτοι  να  κτυπώσι  τους  επ’  αυτής.  Πανδεμόνιον επακολούθησεν,  οι  επί  της  εξέδρας..εξήγαγον τεραστίων  διαστάσεων  κάμας,  κουμπούρας  και  περίστροφα.» 9Η  κυβέρνηση  Θεοτόκη  έπεσε  το  1901  και  τη  διαδέχτηκε  η  κυβέρνηση  Ζαΐμη  ως  τον  Ιούνιο  του  1902.  


Ο  επόμενος  πρωθυπουργός  ήταν  ο  Δεληγιάννης  (1903). Η  λύση  της  Στυμφαλίας  επανέρχεται  στο  προσκήνιο  το  1905 και  τον  επόμενο  χρόνο, από  την  Εθνική  Τράπεζα  της  Ελλάδος (ΕΤΕ),  ως  η  μόνη  διέξοδος  στο  πρόβλημα.  Ο Αργολικός  Τύπος  ξεσηκώνεται,  αναρωτιέται  αν  θα  βρεθεί  και  τώρα,  όπως  το  1877,  ένας  βουλευτής  σαν  τον  Άγγελο  Γεωργαντά, ο  οποίος  [υπερεμάχησε  των  δικαίων  της  πατρίδος του  και  μετά  ψυχικού  πόνου  ανεβόησε:  «δεν  θα  σας  επιτρέψω  να  καταστρέψητε  την  Αργολίδα,  δεν  θα  σας  επιτρέψω  να  αφαιρέσητε  ουδε  σταγόνα  εκ  των  υδάτων  της  Στυμφαλίδος,  αλλά  θα  τεθώ  επί  κεφαλής  των  συμπολιτών  μου  και  θα  καταστρέψω  και  θα  παρακωλύσω  πάσαν  εργασίαν  σας,  εάν  τολμήσητε  να  αφαιρέσητε  τα  ύδατα  και  συνεπώς  την  ύπαρξην  του  Άργους» 10Οι  πολιτικές  συνθήκες  του  1910  δεν  ήταν  πρόσφορες.  Η κυβέρνηση  Θεοτόκη  και  η  προτίμηση  για  την  Στυμφαλία  αποτελούσαν  παρελθόν.  Η  νέα  κυβέρνηση  υπό  τον  Στέφανο  Δραγούμη  ήταν  κατά  της  λύσης  αυτής.  Το  1911  με  πρωθυπουργό  τον  Ελευθέριο  Βενιζέλο  και  Υπουργό  Εσωτερικών  τον  Εμμ.  Ρέπουλη,  όλες  οι  μελέτες  ήταν  επάνω  στο  τραπέζι. Το  1914  τη  διεκδίκηση  ανάληψης  του  έργου  της  Στυμφαλίας  ανέλαβε  η  νεοσυσταθείσα Εμπορική  Τράπεζα. Το  1919  η  ελληνική  οικονομία  εισέρχεται  σε  μια  περίοδο  παρατεταμένης  κρίσης,  Ούτε  λόγος  για  μεγάλα  έργα,  τόσο  κατά  τη  διάρκεια  του  Ελληνοτουρκικού  πολέμου  όσο  και  μετά  τη  Μικρασιατική  καταστροφή.  H  προοπτική της Στυμφαλίας  είχε  ξεπεραστεί  πλέον.  Τον Αύγουστο  του  1923 η  κυβέρνηση Στυλιανού  Γονατά  προκήρυξε  διαγωνισμό  « μελέτης  και  οικονομικών  όρων  αναλήψεως  των  έργων  για  την  ύδρευση  Αθηνών και  Πειραιώς,  με  κατασκευή  τεχνητής  λίμνης  στο  Μαραθώνα».  Ενδιαφέρον  εκδήλωσε  η  Αμερικανική  εταιρεία  ULEN Corporation. Στις  23  Δεκεμβρίου  1924,  η  Κυβέρνηση  Ανδρέα  Μιχαλακόπουλου  υπογράφει  τη  σύμβαση  μεταξύ  ULEN  και  Τράπεζας  Αθηνών.Τον  Ιούνιο  του  1929,  η  κατασκευή  του  φράγματος  είχε  ολοκληρωθεί. Η  λίμνη  γέμισε  τα  επόμενα  δυο  χρόνια  και  τελικά  αξιοποιήθηκε  τον  Ιούνιο  του  1931  με  

Πρωθυπουργό  τον  Ελευθέριο  Βενιζέλο  και Δήμαρχο  Αθηναίων  τον  Σπύρο  Μερκούρη, να  εγκαινιάζουν  το  έργο  στους στύλους  του  Ολυμπίου  Διός,  σε  ειδικά  διαμορφωμένο  χώρο  με  την  τοποθέτηση  μεγάλης  δεξαμενής  και  πολλούς  πίδακες  που  τροφοδοτούνταν  από  το  δίκτυο  της  πόλης: « Σήμερον  την  πρωίαν  ετελέσθησαν  μετα πάσης  επισημότητος  τα  εγκαίνια  της  υδρεύσεως  Αθηνών  και  Πειραιώς  εκ  των  έργων  της  Ούλεν,  εις  τας  στήλας  του  Ολυμπίου  Διός.  Εις  την  πλατείαν  των  στηλών  του  Ολυμπίου  Διός  είχε  κατασκευασθή  μία  μεγάλη  δεξαμενή  με  πολλούς  πίδακας  οι  οποίοι  ετροφοδοτούντο  από  τους  σωλήνας  δια  των  οποίων  θα  διοχετεύεται  το  ύδωρ  εις  την  πόλιν…» 11. «Εις  τον  παρά τους  Στύλους του  Ολυμπίου  Διός  χώρον,  όπου  κατεσκευάσθη κυκλική  εκ  μπετόν  αρμέ  δεξαμανή,  με  πίδακα  πλαισιούμενον  από  μικρά  παιδάκια,  εγένοντο  χθες  την  πρωίαν  τα  εγκαίνια  της  ενάρξεως  της  λειτουργίας  του  φράγματος  Μαραθώνος…» 12. Στα  χρόνια  που  ακολουθούν  ο  πληθυσμός  της  Αθήνας  εξακολουθεί  να  αυξάνεται  κι  έτσι  το  1956,  ηΥλίκη εντάχθηκε στο υδροδοτικό  σύστημα της Αθήνας, όταν η λίμνη  του Μαραθώνα δεν επαρκούσε για την κάλυψη των αναγκών του λεκανοπεδίου. Από το 1960 είχαν αρχίσει  αναζητήσεις για  νέες πηγές  υδροδότησης  από  άλλες  περιοχές,  λόγω  του  υψηλού  κόστους  άντλησης  του  νερού  από  την  Υλίκη. Το  νέο έργο  που  ενίσχυσε  την  υδροδότηση  της  Αθήνας  ήταν  το  φράγμα  που  κατασκευάστηκε  στον  ποταμό  Μόρνο  στο  νομό  Φωκίδας. Η  κατασκευή  ξεκίνησε  το  1969  και  ολοκληρώθηκε  το  1980,  ενώ  η  λειτουργία  του  άρχισε  ένα  χρόνο  αργότερα. Ούτε  το έργο  αυτό  έλυσε  το  πρόβλημα  επάρκειας  σε  νερό. Έτσι  αποφασίστηκε  η  εκτροπή των  νερών  του Ευήνου  ποταμού  μέσω  σήραγγας  στη  λίμνη  του  Μαραθώνα. Η έναρξη  των  εργασιών  έγινε  το  1992  και  το  έργο  ολοκληρώθηκε  το  2001. To  1999,  η  ΕΥΔΑΠ  εξέτασε  τη  δυνατότητα  άρδευσης  δημόσιων  εκτάσεων  από  το  νερό  του  Αδριάνειου  Υδραγωγείου,  ώστε  να  πάψει  να  πηγαίνει  χαμένο.  Η  αρχή  έγινε  με τον  Δήμο  Μεταμόρφωσης, ο  οποίος  αρδεύει  όλες  τις  εκτάσεις  πρασίνου  με  το  νερό  αυτό.  Μέσα  στο  2025  και  άλλοι  Δήμοι  θα  ακολουθήσουν  το  πρόγραμμα   αυτό.  Το  Αδριάνειο  



Υδραγωγείο  θα  προμηθεύσει  νοικοκυριά,  σχολεία,  κοινόχρηστους  χώρους,  του  Δήμου  Χαλανδρίου.  Η  δυνατότητα  άντλησης  και  διάθεσης  νερού  είναι  90.000  κυβικά  μέτρα  το  χρόνο.  Η  εξοικονόμηση  πόσιμου  νερού  για  το  Χαλάνδρι  ανέρχεται  σε  36.000  κυβικά  μέτρα  τον  χρόνο,  ποσότητα  που  ισοδυναμεί  με  14,4  πισίνες  ολυμπιακών  διαστάσεων.  Ένα  ενδιαφέρον  εργαλείο  που  θα  χρησιμοποιηθεί  είναι  η  ψηφιακή  εφαρμογή  για  smartphone,  μέσω  της  οποίας  οι  κάτοικοι  θα  παραγγέλνουν  το  νερό  από  το  υδραγωγείο,  θα  μπορούν  να  πληρώνουν,  αλλά  και  να  βλέπουν  πόσο  νερό  έχουν  εξοικονομήσει  οι  ίδιοι  αλλά  και  η  κοινότητα.  Σήμερα,  την  εποχή  της  τεχνητής  νοημοσύνης,  ένα  έργο  18  αιώνων  που  κατασκευάστηκε  από  δούλους  με  καλέμι  και  σφυρί,  θα  είναι  «μια  κάποια  λύσις»,  για  την  ελληνική  πρωτεύουσα.

Πηγές: 1)εφημ. ΑΘΗΝΑ 8/7/1845, 2) ΑΙ  ΑΘΗΝΑΙ  ΥΠΟ  ΥΔΡΑΥΛΙΚΗΝ  ΕΠΟΨΙΝ 1879 Ανδρέα  Κορδέλλα, 3) Κορδέλλας, 4) εφ. ΑΙΩΝ 5/8/1881, 5) Η ΕΠΙΔΗΜΙΑ Γ.Σουρή- ΑΠΑΝΤΑ τ.1,  6)  ΕΦΗΜ.ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ  ΤΗΣ  ΒΟΥΛΗΣ 9/5/1890,  7) ΕΦΗΜ. ΤΩΝ  ΣΥΖ. Ιούλιος  1890, 8) Εφ. ΕΜΠΡΟΣ 9/7/1899, 9) ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 10/7/1899, 10) εφ. ΑΡΓΟΣ 21/5/1906, 11) εφ. Η βραδυνή 3/6/1931, 12) εφ. ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 4/6/1931.

Αδριάνειος  Δεξαμενή

 


Μπροστά  από  τη  ρωμαϊκή  δεξαμενή,  στέκονταν  τέσσερεις  κίονες,  ακέραιοι  μέχρι  το  1450,  ενώ  από  διηγήσεις  περιηγητών,  Σπων  και  Στούαρτ,  κατά  τον  17ο  αιώνα,  παρουσιάζεται  όρθιο  μόνο  το  μισό  τμήμα  του  πρόπυλου,  άρα  και  η  μισή  επιγραφή. Πώς  γνωρίζουμε  σήμερα  την  άλλη  μισή  επιγραφή    του  δεύτερου  γείσου  που  δε  διασώθηκε, μας  το  εξηγεί  ο  Ανδρέας  Κορδέλλας:  : «Λείψανα  της  Αδριανείου  δεξαμενής  εσώζοντο  μέχρι  των  περιηγήσεων  του  Γάλλου  Σπων  εν  έτει  1675  και  του  Άγγλου  Στούαρτ  εν  έτει  1756.  Επί  των  χρόνων  του  Σπών  ίσταντο έμπροσθεν  της δεξαμενής  μόνον  δύο  κίονες  ιωνικοί  άνευ  ραβδώσεων,  ανέχοντες  θρίγκωμα  (γείσον)  και  αποτελούντες  μετ  αυτού  το  ήμισυ  του  μετώπου.  Όθεν  το  ήμισυ  της  επιγραφής  έλειπεν,  αλλ’  ο  Σπων  ανεπλήρωσεν αυτήν  δια  χειρογράφου  εν  Ζάρα  της  Δαλματίας,  ευρεθέντος  παρά  τω  αχιτέκτονι  Σαγγάλα,  όστις είχε  τας  πληροφορίας  ταύτας  παρά  τινος  Κυριακού  Αγγόνα  καλουμένου ,  εργασθέντος  εν  Ελλάδι  εν  έτει  1436  και  αντιγράψαντος  την  επιγραφήν  εκ  του  τότε  υπάρχοντος  ακεραίου  τετραστύλου  θριγκώματος  και  του  τόξου». Σήμερα,  το  επιστύλιο  αυτό  βρίσκεται  στον  Εθνικό  κήπο.

 

IMP.CAESAR  T AELIVS  (HADRIANVS  ANTONINVS)

AVG PIVS COS III TRIB POT II PP AQVAEDVCTVM IN NOVIS

(ATHENIS COEPTVM A DIVO HADRIANO PATRE SVO)

CONSVMMAVIT (DEDICAVITQVE)

 

O ΑΥΤΟΚΡΑΤΩΡ ΚΑΙΣΑΡ ΤΙΤΟΣ ΑΙΛΙΟΣ (ΑΔΡΙΑΝΟΣΑΝΤΩΝΙΝΟΣ)

ΣΕΒΑΣΤΟΣ ΕΥΣΕΒΗΣ, ΥΠΑΤΟΣ ΓΙΑ 3η ΦΟΡΑ, ΜΕ ΔΗΜΑΡΧΙΑΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΓΙΑ 2η ΦΟΡΑ, ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ, 

ΤΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΣΤΗΝ ΝΕΑ (ΑΘΗΝΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΙΧΕ ΑΡΧΙΣΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΕΙ

Ο ΘΕΙΚΟΣ ΑΔΡΙΑΝΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥΟΛΟΚΛΗΡΩΣΕ (ΚΑΙ ΑΦΙΕΡΩΣΕ)

Μέσα  σε  παρένθεση  είναι  οι  λέξεις  του  κειμένου,  από το  κατεστραμμένο  δεξί  τμήμα   του  επιστυλίου,  το  οποίο  κείμενο έχει  διασωθεί). 


Γιάννης Λακούτσης