Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Ολίγα  σου  γράφω  και  πολλά  να  καταλάβεις.

Του Γιάννη Λακούτση

Με  την  έκρηξη  του  Ελληνοϊταλικού  πολέμου,  το  πρώτο  μέτρο  που  έλαβε  η  Κυβέρνηση  για  την  εσωτερική  ασφάλεια  της  χώρας,  ήταν  η  επιβολή  λογοκρισίας  σε  πολλούς  τομείς  επίφοβους  για  τη  διαρροή  πληροφοριών προς  τις  εμφανείς  και  μη  δυνάμεις  του  εχθρού. Ο  Μίνως  Δούνιας,  μέλος  μιας  τέτοιας  επιτροπής  στην    Αθήνα,  δεν  δίστασε  να  αποβάλλει  κάποιους  εύλογους  δισταγμούς  και  να  πραγματοποιήσει  την  ιδέα  του,  να  αντιγράψει   όσα  αποσπάσματα  του  προκαλούσαν  ενδιαφέρον.  Αντιγράφει  σε  μια  μικρή  ατζέντα,  προφανώς  μακριά  από  τα  περίεργα  βλέμματα  των  άλλων  μελών  της  επιτροπής  και  αργότερα  στη  σπιτική  του  άνεση  μεταγράφει  σε  ένα  σχολικό  τετράδιο  τη  συγκομιδή  της   ημέρας…
Μερικά  αποσπάσματα   από  αυτές  τις  επιστολές
Σου  γράφω  μόνο  πως  πέθανε  το  καημένο  το  παιδί  μας 


ευχαριστημένο  γιατί  δεν  είδε  το  χάρο.  Εκοιμήθηκε  από  βραδύς  στις  9  περίπου  με  την  πεποίθηση  πως  θα  μας  ξανάβλεπε  πάλι  την  άλλη  μέρα… Και  δεν  ξαναξύπνησε  πια…Ο  Λάκης  μας  δεν  ξαίρει  πως  πέθανε.  Εκείνος  ξαίρει  πως  κοιμάται  και  θα  κοιμάται  αιώνια.  Είναι  βαρύς  ο  πόνος.  Έχασα  το  φίλο  μου.  Περπατώ  και  κουβεντιάζω  μαζί  του  μα δίχως  να  τον  βλέπω.

                                                    *
 ‘Οσον  αφορά  το  ζήτημα  της  παρθενίας  από  παντού  είμαι  αγνή:  είναι,  όλοι  το  ξέρουμε,  η  πραγματική  προίκα  κάθε  κοριτσιού  και  δεν  μπορώ  να  καταλάβω  πως  θα  ετολμούσα  να  επιθυμώ  να  ενωθώ  μαζί  σου  αν  στο  ζήτημα  αυτό  υπήρχε  και  το  παραμικρό  σκοτεινό  σημείο. Μου  γράφεις  ακόμα  αγάπη  μου  να  σου  πω  αν  τα  στήθη  μου  είναι  κανονικά  στρογγυλά  κ.λ.π .  Το  σχήμα  τους  λοιπόν  είναι  στητό  πορτοκάλι,  επίσης  εις  το  μέγεθος  είναι  μικρά  όπως  τα  θέλεις.  Όσον  αφορά  την  προφύλαξή  τους  πήρα  στηθόδεσμο  διότι  ποτέ  δεν  φορούσα.  Έτσι  όταν  θα  έλθη  η  στιγμή  να  έλθω  κοντά  σου  θα  έβρης  όπως  θέλεις  την  γυναικούλα  σου.
                                                   *
Αχ  πότε  θάρθης  Νίκο  μου;  Εσύ  με  νόμιζες  ελαφρή,  κι  εγώ  από  τη  μέρα  που  χωριστήκαμε  έγινα  καλόγρια.
                                                     *                    
Σας  στέλνω  την  φωτογραφίαν  μου  και  να  θυμηθήτε  αγαπητέ  μου  εκείνην  που  είχατε  αγαπήσει  στην  Αβυσυνίαν  τόσον  πολύ  και  με  τελείαν  απόφασιν  μέχρι  τάφου…και  όμως  σήμερον  την  ελησμονήσατε  τόσον  σκληρά.
                                                       *
Μην  νομίζης  ότι  τώρα  που  περιμένω  το  μωρό  μας  είμαι  πιο  φρόνιμη.  Τώρα  παραπάνω  από  κάθε  άλλη  φορά  σε  θέλω  κοντά  μου.  Κάθε  φαντάρος  του  ιππικού  που  βλέπω  στο  δρόμο,  μου  φαίνεται  πως  είσαι  συ.
Γλυκειά  μου  Π.  Δεν  ξεύρω  τούτη  τη  στιγμή  αν  γράφω  σε  μια  ζωντανή  η  σε  μια  πεθαμένη  διότι  εδώ  υπάρχει  διάδοσις  ότι  σκοτώθηκες  σε  κάποιο  αυτοκινητιστικό  δυστύχημα.  Δι  αυτό  σήμερα  δεν  ξεύρω  τι  να  ευχηθώ:  υπέρ  αναπαύσεως  της  ψυχής  σου  η  υπέρ  μακροβιότητος  της  ζωής  σου.
                                                                            *  
Η  κηδεία  πολυτελεστάτη:  Δεσποτάδες  δύο,  παπάδες  τρείς,  διάκοι  το  πιο  λίγο  να  σας  πω  τέσσερις,  ψαλτάδες  πολλοί,  λόγους  οι  διάκοι  που  έκαναν  όλον  τον  κόσμο  να  κλαίη  με  λυγμούς,  οι  προσπάθειές  μας  μεγάλες,  γιατροί,  τρισάγια,  γιατρικά  απερίγραπτα  και  όμως  κανέν  αποτέλεσμα.
                                                                               *
Αδελφέ  μου  Γεώργιε,
Όταν  το  γήρας  ποτέ  με  πλήξη
και  της  νεότης  παρέλθη  ο  χρόνος
η  στο  διάστημα  αυτό  αποθάνω
να  με  ενθυμείσθε  εκ  της  εικόνος.
                                                                                *
Είθε  η  αδιαίρετος  τριάς  να  κολοβώση  τους  χρόνους  του  χωρισμού  μας  και  να  ενώση  τα  χείλη  μας  συντόμως… Τώρα  εγώ  έχω  ποτίσει  και  καταπλημμυρίση  την  χώραν  ταύτην  του  Ατλαντικού  και  μέχρι  των  ακτών  του  Ειρηνικού  και  από  τα  σύνορα  του  Καναδά  έως  των  συνόρων  του    Μεξικού  μετά  πολλά  δάκρυά  μου,  κατά  τους  πολλούς  και  παντοίους  πειρασμούς  ους  επείρασέ  με  ο  Θεός  μου,  ίνα  κατορθώση  εις  το  τέλος  και  μαλάξει  την  γρανίτου  όντως  γρανιτωδεστέραν  υπόστασιν  της  ψυχής  μου. Οι  βουνοί  και  αι  νάπαι,  αι  έρημοι  και  αι  πόλεις,  αι  αγυιαί  και  οι  τοίχοι,  τα  τραμ  και  πολλοί  των  ανθρώπων  θα  μαρτυρήσουν  την  αλήθειαν  των  γραφομένων  μου.
Από  το  βιβλίο:  Θα  νικήσουμε  αλλά  υπέρ  την  νίκην  δόξα. Το  “σαράντα”  μέσα  από  τις  επιστολές  των  πολεμιστών  και  των  αμάχων.