. «ΩΣ ΦΟΒΕΡΟΣ Ο ΤΟΠΟΣ ΟΥΤΟΣ!» (Γεν. ΚΗ’, 17)
του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη
Αξιώθηκα κι αυτό το καλοκαίρι να το περάσω στη γενέτειρά μου παρέα με καλούς φίλους στη θάλασσα, στον καφέ και στις βραδινές εξόδους. Τουλάχιστον πέντε-έξι φορές την ημέρα, όπως πάντα συμβαίνει όταν βρίσκομαι στην πατρίδα,περνώ από τον ιερό και συνάμα ιστορικό χώρο της Ερμιόνης, αφού κοντά βρίσκεται το σπίτι μου, εκεί όπου οι επουράνιες ασώματες δυνάμεις των Αρχαγγέλων συναντούν τις επίγειες σεπτές μορφές των αγωνιστών του Έθνους...
Εδώ, πάνω στο δίστρατο, αιώνες τώρα στέκει ο Μητροπολιτικός Ι.Ν. των Ταξιαρχών, το καύχημα της Ερμιόνης! Το μοναδικό της μνημείο, όπου γίνεται το ευλογημένο συναπάντημα της θρησκείας και της Ιστορίας των Αρχαίων, των Βυζαντινών και των Νεότερων χρόνων της πόλης.
Λίγα μέτρα παρακάτω ακόμα ένα άλλο κομμάτι της ιστορίας της Ερμιόνης ολοζώντανο, σιωπηλό αλλά «εύγλωττο», οι προτομές των Μητσαίων! Του Γιάννη, που με το καθαγιασμένο αίμα του πότισε το δέντρο της λευτεριάς. Του αδελφού του Σταμάτη και του Αντώνη, γιου του Σταμάτη, που με πατριωτική φλόγα και καθαρή πνοή αψήφησαν πολλές φορές τον θάνατο στους ποικιλόμορφους αγώνες του Έθνους.
Τρεις γενιές Μητσαίων, για έναν ολόκληρο αιώνα πρωτοστάτησαν στους στρατιωτικούς και πολιτικούς αγώνες της Χώρας για ελευθερία, δημοκρατία, δικαιοσύνη. Δίπλα τους η οικία Οικονόμου, ο ιστορικός χώρος των συνεδριάσεων της Γ’ Εθνοσυνέλευσης του 1827, ολόιδιος, όπως ανοικοδομήθηκε από τον Ερμιονικό Σύνδεσμο μετά την κατάρρευσή της.
Εκεί βρίσκονται μαρτυρίες και τεκμήρια του 1821 αλλά και των νεότερων χρόνων της πόλης μας, όπως έγγραφα, φωτογραφίες, διπλώματα, στολές, μετάλλια. Φωτίζουν πτυχές της τοπικής ιστορίας καθαγιασμένης από θυσίες και αξίες που δίνουν νόημα στη ζωή. Αντικρίζοντάς τα τα στήθη μας φουσκώνουν από υπερηφάνεια!
Όσες φορές κι αν περάσω απ’ αυτό το ευλογημένο μέρος σταυροκοπιέμαι, τα γόνατά μου λυγίζουν και αναλογίζομαι, τηρουμένων των δεδομένων, τα λόγια της Γραφής.
«Εφοβήθη ο Ιακώβ τη μεγάλη εύνοια του Θεού και αναφώνησε:
Σκύβω το κεφάλι μου από σεβασμό και μεγάλη ντροπή.
Κοίταξε, πώς μας κατάντησαν «τη γερόντισσα» εκκλησιά, κληρονομιά γενεών συμπολιτών! Κι εμείς; Άθλιοι, ανεκδιήγητοι, ανήμποροι με νερόβραστα λόγια αλλά και με περισσή ανικανότητα, συντηρούμε εδώ και δώδεκα χρόνια αυτό το ανοσιούργημα σιωπηροί και ανεύθυνοι…