Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ιστορία φρίκης πίσω από ένα παιδικό τραγούδι



Του Γιάννη Λακούτση
Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό ( 1815), η Βρετανική Αυτοκρατορία, μένει χωρίς αντίπαλο. Στο θρόνο της Γαλλίας ανεβαίνει ο Λουδοβίκος 18ος. Για χάρη της φιλίας τους οι Βρετανοί αποικιοκράτες του χαρίζουν τη Σενεγάλη, ( συνθήκη Βιέννης 1815).Ένα χρόνο αργότερα θα αναχωρήσουν από τη Γαλλία τέσσερα πλοία, το Argus, Loire, Echo, Medusa.Στο πλοίο Medusa επιβιβάστηκε και ο κυβερνήτης του νέου κράτους με τη σύζυγό του. Καπετάνιος του πλοίου ένας άσχετος από πλοήγηση πλοίων, θα βρεθεί στο πηδάλιο, λόγω της γνωριμίας του με τον βασιλιά. Για να αποδείξει τις ικανότητες του, ξεφεύγει από τα άλλα τρία σκάφη και προσπαθεί να αποκτήσει προβάδισμα. Η προσάραξη όμως σε μια ξέρα του χαλά τα σχέδια. Στο σκάφος υπάρχουν 400 επιβάτες. Οι περισσότεροι επιβιβάζονται στις σωσίβιες λέμβους, για να συνεχίσουν την πορεία τους. Οι υπόλοιποι 150 που δεν χωρούν,άνθρωποι κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, αφού  κατασκευάσουν μια αυτοσχέδια σχεδία  θα επιβιβαστούν και η σχεδία  θα προσδεθεί σε μία από τις σωσίβιες λέμβους. Το ξημέρωμα, βρίσκει την σχεδία αποκομμένη από τη σωσίβια λέμβο να πλέει ολομόναχη στο έλεος του Θεού. Δώδεκα μέρες αργότερα, εντοπίζετε από το Argus, οι επιβάτες του οποίου δεν πίστευαν στα μάτια τους. Από τους 150, ζούσαν οι δέκα. Οι άνθρωποι στη σχεδία, για να επιζήσουν, έτρωγαν τα πτώματα των ναυαγών αφού τα ξέραιναν στον ήλιο. Μέχρι να φτάσουν στο λιμάνι μόνο δύο θα σωθούν. Οι Γάλλοι προσπάθησαν να αποκρύψουν το γεγονός ανεπιτυχώς. Η ιστορία θα γίνει διάσημη από τον Γάλλο ζωγράφο Τεοντώρ Ζερικώ, όπου θα σχεδιάσει έναν πίνακα διαστάσεων, 4,91* 7,16, όσο δηλαδή ήταν και η σχεδία. Ο Ζερικώ μελέτησε σε βάθος την περίπτωση αυτή, για να έχει ολοκληρωμένη άποψη για τα όσα διαδραματίστηκαν επάνω στη σχεδία. Για τον λόγο αυτόν, επισκέφτηκε τους επιζώντες στο νοσοκομείο και ζήτησε να δει κάποια από τα πτώματα στο νεκροτομείο. Συναντήθηκε με τον διασωθέντα μαραγκό του πλοίου, ο οποίος κατασκεύασε ένα πιστό αντίγραφο της σχεδίας και κλείστηκε στο εργαστήριο του  οχτώ μήνες για να ολοκληρώσει τον πίνακα. Τον πίνακα αυτόν αγόρασε η γαλλική κυβέρνηση και έκτοτε αποτελεί ένα από τα διάσημα εκθέματα του μουσείου του Λούβρου. Χρόνια αργότερα ετούτη την μακάβρια ιστορία, της σχεδίας, κάποιος θα την κάνει τραγούδι, « Il etait un petit navire». Κάποιος άλλος το τραγούδι αυτό θα το μεταφράσει στα ελληνικά. Έκτοτε τραγουδάμε:

Ήταν ένα μικρό καράβι / ήταν ένα μικρό καράβι
Που ήταν α-α-αταξίδευτο / που ήταν α-α-αταξίδευτο
Οεοε οε οε!
Κι έκανε ένα μακρύ ταξίδι / κι έκανε ένα μακρύ ταξίδι
Μέσα εις τη στη στη Μεσόγειο / μέσα εις τη στη στη Μεσόγειο

Οεοε οε οε!
Και σε πέντ’- έξι εβδομάδες / και σε πέντ’-έξι εβδομάδες

Σώθηκαν όλες όλες όλες οι τροφές / σωθήκαν όλες όλες όλες οι τροφές
Οεοε οε οε!
Και τότε ρίξανε τον κλήρο / και τότε ρίξανε τον κλήρο
Να δούνε ποιος ποιος ποιος θα φαγωθεί / να δούνε ποιος ποιος ποιος θα φαγωθεί
Οεοε οε οε!...

Στη γαλλική του έκδοση όμως, το παιδικό αυτό τραγούδι έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον.


Il était un petit navire
Il était un petit navire
Qui n'avait ja, ja, jamais navigué
Qui n'avait ja, ja, jamais navigué
Ohé, ohé...
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Il entreprit un long voyage
Il entreprit un long voyage
Sur la mer mé, mé, Méditérannée
Sur la mer mé, mé, Méditérannée
Ohé, ohé...
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Au bout de cinq à six semaines
Au bout de cinq à six semaines
Les vivres vin, vin, vinrent à manquer
Les vivres vin, vin, vinrent à manquer
Ohé, ohé...
On tira z'à la courte paille
On tira z'à la courte paille
Pour savoir qui, qui, qui serait mangé
Pour savoir qui, qui, qui serait mangé
Ohé, ohé...
Le sort tomba sur le plus jeune
Le sort tomba sur le plus jeune
Bien qu'il ne fut, fut, fut pas très épais
Bien qu'il ne fut, fut, fut pas très épais
Ohé, ohé...
On cherche alors à quelle sauce
On cherche alors à quelle sauce
Le pauvre enfant se, se, serait mangé
Le pauvre enfant se, se, serait mangé
Ohé, ohé...
L'un voulait qu'on le mit à frire
L'un voulait qu'on le mit à frire
L'autre voulait le, le fricasser
L'autre voulait le, le fricasser
Ohé, ohé...
Pendant qu'ainsi on délibère
Pendant qu'ainsi on délibère
Il monta sur, sur, sur, le grand hunier
Il monta sur, sur, sur, le grand hunier
Ohé, ohé...
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Il fit au ciel une prière
Il fit au ciel une prière
Interrogeant, geant, geant l'immensité
Interrogeant, geant, geant l'immensité
Ohé, ohé...
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots
Ohé, ohé Matelot
Matelot navigue sur les flots