Όταν δεν γίνεται ανακύκλωση στην πηγή, δηλαδή όταν δεν ανακυκλώνουμε στα σπίτια θάβουμε σε ανεξέλεγκτες χωματερές είτε σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) οι οποίοι έχουν ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ζωής. Σε αυτό το εργοστάσιο αυτό που γίνεται είναι ανακύκλωση και κομποστοποίηση από τα σύμμεικτα σκουπίδια. Αυτό σημαίνει ότι παίρνουν τη σκουπιδοσακούλα μας όπως την πετάμε στον κάδο, την ανοίγουν και κάνουν διαλογή των απορριμμάτων, ανακυκλώνοντας όλα τα σκουπίδια που δέχονται επεξεργασία, ενώ τα υπόλοιπα θάβονται στο χώρο Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ). Μια διαδικασία ανακύκλωσης φιλική προς το περιβάλλον, καθώς συντελεί στο να μην εξαντλούνται οι φυσικοί πόροι με την ανάκτηση των υλικών.
Τα σκουπίδια παίρνουν τον δρόμο τους
Το εργοστάσιο αυτό βρίσκεται 20 χλμ. Β.Δ της Λάρνακας στην περιοχή Κόση και η δυναμική του είναι 200.000 τόνοι σύμμεικτων απορριμμάτων ετησίως. Στο εργοστάσιο υπάρχουν 10 πύλες εισόδου. Στις 8 ξεφορτώνουν τα απορριμματοφόρα τα οικιακά απόβλητα ενώ στις άλλες 2 υπάρχουν κοντέινερ για τα ογκώδη αντικείμενα, όπως πχ καναπέδες. Αυτά από κει με μια δαγκάνα μεταφέρονται σε ένα σημείο όπου κόβονται και πηγαίνουν στον ΧΥΤΥ για ενταφιασμό. Τα υπόλοιπα
απορρίμματα μεταφέρονται σε ένα σύστημα δοσομέτρησης για να είναι συνεχής η ροή υλικού προς το εργοστάσιο. Ο χώρος αυτός είναι κλειστός και εξαερίζεται 4 φορές την ώρα με εξελιγμένα βιοφίλτρα από κωνοφόρα ώστε να μη διοχετεύονται οι οσμές στην ατμόσφαιρα. Στη συνέχεια αφού φύγουν τα απορρίμματα από αυτή την αίθουσα πηγαίνουν στον τεμαχιστή όπου ανοίγονται οι σακούλες. Αυτό είναι ένα από τα κομβικά σημεία του εργοστασίου, καθώς εφαρμόζεται μια τεχνολογία που ανοίγει το σάκο χωρίς να συνθλίβει το υλικό. Επιτυγχάνεται δηλαδή να μένει ανέπαφο το γυαλί για να μπορέσει στο επόμενο στάδιο να γίνει η διαλογή με το χέρι και τα υπόλοιπα υλικά να είναι σε κατάσταση που να μπορούν να αναγνωριστούν από τους οπτικούς διαχωριστές έτσι ώστε και η ανακύκλωση να είναι πιο ουσιαστική αλλά και η εμπορική αξία των ανακυκλωμένων προϊόντων μεγαλύτερη. Αφού λοιπόν ανοίξουν οι σάκοι περνούν από δύο ανθρώπους που μαζεύουν το γυαλί και απομακρύνουν επικίνδυνα και ανεπιθύμητα αντικείμενα (έχουν βρεθεί μέχρι και χειροβομβίδες). Από κει με ταινίες μεταφέρονται οι ανοιγμένοι πλέον σάκοι μέσα στα πρώτα κόσκινα. Εδώ υπάρχει ένας δεύτερος έλεγχος για ανεπιθύμητα υλικά που μπορεί να δημιουργήσουν πρόβλημα στα μηχανήματα. Τα σκουπίδια συνεχίζουν την πορεία τους προς πολύ ισχυρούς μαγνήτες οι οποίοι μαζεύουν τα μεταλλικά αντικείμενα και στη συνέχεια «οδεύουν» προς ένα άλλο κόσκινο που δεν επιτρέπει να περάσει κανένα αντικείμενο που οι διαστάσεις του να ξεπερνά τα 30 εκατοστά - αυτό γίνεται για να είναι εύκολη η αναγνώριση των υλικών από τους οπτικούς διαχωριστές. Στο επόμενο στάδιο σε ένα άλλο κόσκινο χωρίζονται τα οργανικά και παίρνουν το δρόμο για την διαδικασία της κομποστοποίησης που θα δούμε παρακάτω. Τα υπόλοιπα περνούν από τον οπτικό διαχωριστή, ένα μηχάνημα που έχει στον εγκέφαλό του χιλιάδες σήματα και αναγνωρίζει τα υλικά που του έχεις δώσει τις συντεταγμένες τους. Σ’ αυτό το μηχάνημα διαχωρίζονται τα πλαστικά και σε ένα άλλο ξεκαθαρίζεται το σύμμεικτο χαρτί και μένει το υλικό που βγαίνει το RDF (καύσιμη ύλη που χρησιμοποιείται επί το πλείστον από την τσιμεντοβιομηχανία). Τα αλουμίνια και τα υπόλοιπα υλικά, αφού έχουν περάσει από τις προηγούμενες διαδικασίες, πρεσάρονται και αποθηκεύονται για να πωληθούν σαν ανακυκλώσιμα υλικά. Τα οργανικά που τα είδαμε προηγουμένως να παίρνουν μια άλλη πορεία, μέσω μιας ταινίας μεταφέρονται στο κτήριο της κομποστοποίησης. Εκεί με μια δαγκάνα μπαίνουν μέσα σε ειδικά μεταλλικά κουτιά και με τη μέθοδο της αερόβιας επεξεργασίας, σε ένα αποστειρωμένο χώρο όπου όλα γίνονται μηχανικά, γίνεται η ζύμωση από 7 έως 12 ημέρες. Βέβαια το κομπόστ που παράγεται από σύμμεικτο σκουπίδι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αγροτική χρήση (σαν λίπασμα) γιατί υπάρχουν μέσα χημικά και είναι παρακινδυνευμένο όση επεξεργασία κι αν δεχτεί. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για αποκαταστάσεις λατομείων, για επικάλυψη χωματερών και για καύσιμη ύλη.
Η «ταυτότητα»
Από τους 200.000 τόνους απορριμμάτων που δέχεται το εργοστάσιο ετησίως παράγονται οι ακόλουθες ποσότητες υλικών και προϊόντων: 9.000 τόνοι φύλλου πλαστικού, 2.000 τόνοι φιαλών PET, 1.500 τόνοι πολυαιθυλενίου-πολυπροπυλενίου, 20.000 τόνοι σύμμεικτου χαρτιού, 30.000 τόνοι RDF, 64.000 τόνοι κομπόστ, 4.000 τόνοι σιδηρούχων υλικών, 1.000 τόνοι γυαλιού και 67.500 τόνοι υπολειμμάτων προς υγειονομική ταφή.
Το εργοστάσιο κόστισε 67 εκ. ευρώ από τα οποία τα 40 εκ. ήταν χρηματοδότηση από το ταμείο συνοχής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τα 27 εκ. από την κατασκευάστρια εταιρία. Το κόστος των 27 εκ. μετακυλίστηκε στο GATE FEE (το ποσό που πληρώνουν οι δήμοι για να αποθέσουν τα σκουπίδια τους στο εργοστάσιο το οποίο ανέρχεται στα 56,70 ευρώ ανά τόνο σύμμεικτων απορριμμάτων). Ποσό που είναι πραγματικά χαμηλό για διαχείριση απορριμμάτων. Το εργοστάσιο θα το διαχειρίζεται η εταιρεία ΗΛΕΚΤΩΡ για δέκα χρόνια και μετά θα περιέλθει στο Κυπριακό κράτος.