Ηφαιστειακά στιχουργήματα της Θήρας του 1866
Του Γιάννη Λακούτση
Τη νύχτα της 18ης Ιανουαρίου του 1866, έγινε ο πρώτος και ισχυρότερος σεισμός μεγέθους 6,2 R, εξαιτίας του οποίου καταστράφηκαν 50 οικίες και 2 εκκλησίες στη Νέα Καμμένη. Ο Β. Κυριαζόπουλος(1) διασώζει ένα παλαιό ημερολόγιο υπό μορφήν στιχουργήματος, γραμμένο από τον πλοίαρχο Νικόλαο Συρίγο, ο οποίος κατοικούσε στην Οία, ακριβώς πάνω από το ηφαίστειο και παρακολουθούσε από ψηλά την εξέλιξη των φαινομένων, Το ημερολόγιο αυτό βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του λαογραφικού Μουσείου Μυκόνου.
Η δεκάτη και ογδόη ήτον Ιανουαρίου / ότε το από Βουλκάνου και Αγίου Γεωργίου, / Ακρωτήριον της νήσου ήρξατο να χαμηλόνη, / κι όσοι είδον τούτο, οτ’ η θάλασσα φουσκόνει / έλεγον εκ των ανέμων ήτινος αιτίας άλλης / πλην επί ημέρας δύο μετά φρίκης των μεγάλης / περισσότερον την νήσον βλέποντες βυθιζομένην,/ οι εις ταύτην ευρεθέντες, και εις δύο σχιζομένην / εν τω μεταξύ Βουλκάνου και Αγίου Γεωργίου / εις την εικοστήν ως είπον τότε Ιανουαρίου, / και προς τούτοις τας οικίας του Βουλκάνου σχιζομένας / βλέποντες κι εις της θαλάσσης τα νερά βυθιζομένας, / ούτοι προς ημάς αμέσως έτρεξαν πεφωβισμένοι / αναγγέλοντές μας ότι εχαμηλόν’ η Καμμένη. / Με την είδησιν συγχρόνως έτυχε σεισμός να γίνη / ώστε φρικτωτάτη ήτον η δεινή στιγμή εκείνη. Ο λαός τα του Ηφαίστου κατορθώματα γνωρίζων / όλοι έκλαιον και ταύτα εις προς άλλον ενθυμίζων / δεν εγνώριζον κατόπιν ποίαν συμφοράν μεγάλην / και κακά να κάμη, μέλλει εις αυτή την νήσον πάλιν / Εις δε τους βαθείς λιμένας των Καμμένων τούτων νήσων / λιμενίζομεν τα πλοία δένοντάς τα δι αλύσων / κι εδώ έτυχον να είναι όλα τώρα συνηγμένα / τα θηραϊκά μας πλοία διαμένοντα δεμένα. / Οι δε κύριοι των πλοίων κράζοντες μεγαλοφώνως / προσεκάλουν πάντα ναύτην όλοι τρέχοντας συγχρόνως / προς διάσωσιν των πλοίων. Ως δε ήλθον εις τα πλοία, / των οποίων λυτά τότε είχον όλα τα πανία / και πολλά αυτών δεν ήτο εντελώς σαβουρομένα,/ δένοντας ευθύς πανία ,όσα μεν λιμενισμένα / ήσαν εις τα Δυο νησία τα μετέφερον εις άλλα / μέρη άθλια της Θήρας κι εις την λεγομένην Σκάλα./ όσα δε εις τον λιμένα του αγίου Γεωργίου / έτυχον, και να εξέλθουν ένεκα του εναντίου / μη δυνάμενα ανέμου, ολ’ οι πλοίαρχοι εν βία / εις την Παλαιάν Καμμένην αναρίθμητα σχοινία / δένοντες και δια τούτων σύροντες εκ του λιμένος / τα εξέφερον τα πλοία, ο καθείς απελπισμένος / μεταφέροντές τα όλα εις το άντικρυ νησίον / της Καμμένης και εις Θήραν και πολλά αυτών εις Ίον / κατά την νύκτα ταύτην (21 Ιαν.) / φλόγα επί του Βουλκάνου είδομεν ερυθροτάτην.
Όταν έφθασεν η πρώτη του μηνός Φεβρουαρίου, / άμα έγινεν ημέρα με την λάμψιν του Ηλίου / Μας εφανερώθην κι άλλη εξατμιζομένη νήσος /περί τους εξακοσίους ή οκτακοσίους ίσως / πόδας προς δυσμάς της άλλης νέας Ηφαιστείου νήσου / και εν τη ημέρα ταύτην ονομάσθησαν εξίσου / υπ’ αυτών των γεωλόγων η μικρά και η μεγάλη / η Αφρόεσα η μία, ο Γεώργιος η άλλη.
Την ακόλουθον ημέραν, την δεκάτην του μηνός, / σκεπασμένος ήτον όλος ο μεγάλος ουρανός./ Από νέφη του Βουλκάνου, ωσάν πίσαν μελανά / άλλα νέφη γω δεν είδα ως εκείνα πουθενά, / και περί την μεσημβρίαν έπλεον εκεί κοντά / εις την νήσον Γεωργίου, και αυτή ως να βροντά, / έκαμεν μεγάλον κρότον και εις εν νέφος τρομερόν / έκαμεν την μέραν νύκτα εις ανέλπιστον καιρόν. / Επετούσε τόσας λάβας αναμμένας υψηλά / κι έβλεπες την θάλασσα άσπρην ως θερμόν ν’ ανακυλά, / όταν έπιπτον αι πέτραι αναμμέναι ως βροχή / ώστε μαύρησε το φως μου η τοσαύτη ταραχή.
Η μία μέρα έφευγεν και καθεξής η άλλη / κι η συμφορά μας ηύξανε κι εγείνετο μεγάλη. / τα πάντα εις χειρότερον ανεμοτί πηγαίνουν / και αι εκρήξεις κι οι σεισμοί όλα ομού πληθαίνουν / οι κάτοικοι εβλέπομεν αυτά και φοβισμένοι / ουδείς ημών εγνώριζεν τι μέλλον μας προσμένει / αρκούσε μία έκρηξις / μακρύτερα να φθάση / τους μύδρους της και όλους μας ημάς να κατακαύση / αρκούσε μία δόνησις τους οίκους να κρημνήση / και υπό τούτους όλους μας νεκρούς να μας αφήση / αρκούσε μιάν αποφορά κακή του Ηφαιστείου / να αφαιρέσει παρ ημών την όψιν του ηλίου, / και όλοι εδεόμεθα γονυπετείς του Πλάστου / να κάμνομεν ποσχόμενοι τας θείας εντολάς του. / Ίδες γυναίκα τίκτουσαν ή ναυαγούντα ναύτην / πως κλαίουν πως υπόσχονται μόνον την ώραν ταύτην; / και λέγουν αν ο εύσπλαχνος να ζήσουν ευδοκίση / καθείς αυτών το έργον του εις το εξής θ’ αφίση; / ούτως μετά τον κίνδυνον όλα τα λησμονώμεν / και όλοι μας νομίζομεν αθάνατοι να ζώμεν…
Πηγες: 1. Δυο κείμενα για το σεισμό του 1856 και την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας του 1866, B. Κυριαζόπουλου. 2.Χρονικό των σεισμών της Ελλάδος, Παν. Σπυρόπουλου.
Ολόκληρη η έκθεση του Αναστάσιου Χρηστομάνου, μέλους της επιστημονικής επιτροπής για την παρακολούθηση των ηφαιστειακών φαινομένων στη Θήρα του 1866, όπως δημοσιεύθηκε στα πρακτικά της Ακαδημίας των Επιστημών της Βιέννης. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΠΟΚΙΛΗ ΣΤΟΑ του 1899 ( έτος ΙΔ- Μέρος Α’).