όταν έρχεσαι και παίρνω το σφηνάκι/κέρασμα -μιας συμπυκνωμένης από ανάκατα ψυχοζουλήγματα- αντάμωσης, κάνω σα να σ΄έχω εδώ και θα σε ξαναδώ την αύριο κι αποφεύγω έτσι να σε πνίξω με τη φουρτούνα του υστεργήματός μου (=στέρηση και υστερία και στοργή μαζί!)
αλλά πάλι, έτσι, με τόση προφύλαξη, δεν απολαμβάνω μέχρι σταγόνας ό,τι με γενναιοδωρία αποστάζεις στο αλισβερίσι μας, μπας και ξαπόσταινε κομμάτι η ορθοστασία των αναμνήσεων που δεν θα τύχουμε πιά αριθμητικά, ούτε κι αποτολμάω ν΄ αβγατίσω τις όποιες εύκαιρες στιγμές μου χαλαλίζεις, μπουκώνοντάς τες με χαρά γαρνιρισμένη αθέλητα με τον πρώιμο πόνο του μετά, πάλι -που αν και χρόνιος πλέον, δεν είναι της ώρας να παραβρεθεί-
ανακάθομαι λοιπόν αναπαυτικά και με χαμόγελο στο μαξιλαράκι της κάθε μοιρασιάς μας κι ευγνωμονώ τη συγκυρία
(μοιρασιά ρε φίλε... τι ωραία λέξη!
και τι τραγικότητα σέρνει μαζί της...:
από τη μιά, ο καθένας παίρνει από κάτι,
από την άλλη... όλο και κάτι πρέπει να χωριστεί για να γίνει αυτό...!
εμ! μοίρα...ζω... : πεπρωμένο, αλλά και τύχη...
προορισμός, αλλά και περιορισμός!
ας είναι...
διαλέγω τα πιό εύπεπτα γνωρίσματά της
και συλλέγω τα πιό θεραπευτικά κατακάθια της
κι αναμένω με λαχτάρα την επόμενη)
το δικό μου τζιβαέρι, η ωραιότερη αγκαλιά του κόσμου
(κι αν συλλογιστείς ότι ωραίο θα πει αυτό που είναι στην ώρα του, τότε παίρνει άλλη αξία η προσφώνηση κι αποτελεί ταυτότητα κι όχι καλολογικό στοιχείο για αξεσουάρ)
Έλλη Βασιλάκη
“Hug of Father Giovanni Paulo II with the Cardinal” Pedro Cano