Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Η κρίση είναι κοινωνική

αναμετάδοση
ΕΛΛΗ ΒΑΣΙΛΑΚΗ
     Αν κοίταγες δίπλα σου
 Η ελπίδα κι η αισιοδοξία σε τόσο δύσκολους καιρούς είναι συνήθως δυσεύρετες δια γυμνού οφθαλμού, όμως υπάρχουν. Και υπάρχουν συνήθως σε μέρη που δεν είχαμε σκεφτεί ποτέ να κοντοσταθούμε και να χαλαλίσουμε λίγο από τον χρόνο μας, απορροφημένοι και συνεπαρμένοι από τους ρυθμούς και τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας όπως την είχαμε διαμορφώσει έως τώρα. Είναι αδύνατο όταν τρέχεις με 160 ή 180 στην εθνική, να παρατηρήσεις αν και πόσα κλαδιά έχουν σπάσει απ΄το δέντρο που μόλις προσπέρασες ή να προσέξεις αν και πόσα απ΄τα φυτά που άφησες πίσω υποφέρουν από καπνιά ή έχουν αναπτύξει τετράνυχους. Και να θες δεν γίνεται με τέτοια ταχύτητα, πόσο μάλλον όταν το μόνο που σε απασχολεί είναι να φτάσεις στον προορισμό σου το συντομότερο. Α, να ένας οδηγός σταματημένος δεξιά στην παρκίδα, που έχει πάθει λάστιχο στο διαφορικό και προσπαθεί να το αλλάξει μέσα στη βροχή. Υπάρχει περίπτωση να σταματήσεις να τον βοηθήσεις ; Ούτε μία στο εκατομμύριο. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο στο ορίζοντα παρά μόνο ο τερματισμός.
  Ούτε λίγο ούτε πολύ, αυτή τη μορφή είχε και η ζωή μας έως και πριν λίγους μήνες. Ιλιγγιώδεις ρυθμοί, αέναο κυνήγι της ευκαιρίας που θα μας οδηγούσε σε κάποια επαγγελματική ανέλιξη, αδυσώπητα και βασανιστικά ωράρια που κράταγαν μακριά κάθε τι που θα μας ζωογονούσε πραγματικά την ίδια στιγμή που μάραιναν κάθε φίλτρο ανθρωπιάς που έκρυβε ο καθένας μέσα του. Είχαμε φτιάξει έναν μικρόκοσμο κι εκεί μέσα τρώγαμε, πίναμε, κλαίγαμε, γλεντούσαμε, αδιαφορώντας για οτιδήποτε δεν είχαμε επιλέξει να βρίσκεται μέσα σ΄αυτόν. Θαυμάζαμε
εξακολουθητικά ανθρώπους με ελάχιστο έως καθόλου περιεχόμενο και αποστρέφαμε το βλέμμα από τους πραγματικούς νικητές της ζωής επειδή δεν τους συνόδευε η λεζάντα του "κοριτσιού με το πιο μεγάλο στήθος" ή "του αγοριού με τους πιο γραμμωμένους κοιλιακούς" στο εξώφυλλο κάποιου lifestyle περιοδικού αλλά βρίσκονταν (κι εκεί είναι ακόμα απ΄ότι ξέρω) σε κάποιο ίδρυμα, στους δρόμους, στις πλατείες και στα παγκάκια με κολλημένη πάνω τους την ταμπέλα του άστεγου, του άνεργου, του ζητιάνου ή αυτού με τις ειδικές ανάγκες.


Θέλεις να μιλήσουμε και για τους πολύ κοντινούς μας ανθρώπους, για παράδειγμα τους γονείς, που όποτε φευγαλέα τους επισκεπτόμασταν, οι συζητήσεις είχαν καταντήσει να΄ναι διεκπαιρεωτικές δίχως νεύρο και ουσία αφού πάντα κάτι "πιο σημαντικό" (βλέπε playstation, facebook κ.ά) θα περίμενε να του αφιερώσουμε τον χρόνο μας, στερώντας απο εκείνους την παρέα μας που τόσο είχαν ανάγκη. Αν ενώ είχες γυρίσει την πλάτη για να φύγεις τύχαινε να ξαναφωνάξουν τ΄όνομά σου, ενστικτωδώς σκεφτόσουν "τι θέλουν πάλι". Αν τόλμαγε η μητέρα να παραπονεθεί πως την έχεις ξεχάσει της αντέτεινες "δουλειές μάνα, δουλειές", ενώ δε σου πέρναγε από το μυαλό πως ήθελε να μοιραστεί μαζί σου την αγωνία της για τον υπέρηχο που θα υποβάλλονταν προκειμένου να μάθει αν οι κύστες που΄χαν παρουσιαστεί στις ωοθήκες της ήταν καλοήθεις ή κακοήθεις. Από την άλλη ο πατέρας, γερός σαν την πέτρα και περήφανος μια ζωή, δε έβρισκε το θάρρος να σου φανερώσει την αγωνία του για το προγραμματισμένο pca και για τον φόβο του πως αυτό ίσως και να ήταν το τελευταίο φθινόπωρο που θα περνούσατε μαζί. Δεν του άφηνες βλέπεις κι εσύ πολλά περιθώρια να σου ανοιχτεί και να σου δώσει να καταλάβεις πως χρόνο με το χρόνο έχει όλο και πιο πολύ την ανάγκη σου και πως θα΄θελε κι εκείνος αλλά κι η μητέρα σου να τους αφιέρωνες λίγο περισσότερη προσοχή ώστε να μην νιώθουν τόση μοναξιά, μένοντας τόσες ώρες μόνοι τους με μόνη συντροφιά την τηλεόραση.


Ίσως τελικά τα πραγματικά αίτια της κρίσης μεγατόνων που βιώνουμε, να μην άπτονται της οικονομίας αλλά της ανθρωπιάς. Της ανθρωπιάς που απωλέσαμε απ΄όταν ακόμα οι τσέπες μας ήταν γεμάτες χρήμα και τις δουλειές τις διαλέγαμε αντί να μας διαλέγουν αυτές. Έχω βάσιμες υποψίες πως πριν ρημάξει η οικονομία, μαράθηκε και ρήμαξε η ψυχή μας μαζί και το ενδιαφέρον μας για ότι ουσιαστικό κι αξιόλογο απλώνεται ευγενικά γύρω μας, με αποτέλεσμα να γκρεμιστούμε σαν χάρτινοι πύργοι, να βυθιστούμε στην κατάθλιψη και να βρισκόμαστε μονίμως καθισμένοι στο πάτωμα με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο και με τα γόνατα σφιχταγκαλιασμένα και κολλημένα πιεστικά στο στήθος.


Ειλικρινά δεν ξέρω πότε θα ξαναβρεθούν οι δουλειές που χάθηκαν και πότε θα ξανανοίξουν οι επιχειρήσεις που έκλεισαν ή αν κάποιες άλλες θα τις αντικαταστήσουν. Αυτό που ξέρω όμως σίγουρα,είναι πως αν πάω να πιώ έναν καφέ με τον μεσήλικα πατέρα μου και κάτσω να συζητήσω ήρεμα κι ωραία δίχως κάτι να με βιάζει, όταν θα΄ρθει η ώρα να φύγω θα αισθάνομαι ξαλαφρωμένος, κι εκείνος πως ξαναβρήκε το χαμένο του αποκούμπι. Κι αυτή η γνώση είναι αρκετή για να με κάνει να σηκώσω ξανά το κεφάλι και να κοιτάξω προς το μέλλον μ΄αισιοδοξία.


(Πηγή φωτογραφίας: royalsblog.kansascity.com)


Συντάκτης: Γιώργος Διγενής